Όπως ξέρουν όσοι ασχολούνται με τον αθλητισμό, ποτέ δεν είναι εύκολο για μία ομάδα που ξαφνικά κερδίζει το πρωτάθλημα να επαναλάβει τον άθλο της την αμέσως επόμενη χρονιά. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και στα χρηματιστήρια.
Όπως, λοιπόν, η αγγλική Leicester η οποία πήρε το πρωτάθλημα της Premier League το 2016 ή η γερμανική Bayer Leverkusen που κέρδισε δια περιπάτου την Bundesliga στη σεζόν 2023 – 2024 και μετά λύγισαν κάτω και από το βάρος των νέων υποχρεώσεών τους στο Champions League, έτσι και το Χρηματιστήριο Αθηνών μάλλον δεν θα καταφέρει να επαναλάβει τη διεθνή επιτυχία του 2023, όταν βρέθηκε στην κορυφή των διεθνών αποδόσεων. Ακόμα και μετά τη χθεσινή άνοδο κατά 1,31%, στις 1.384.60 μονάδες, το πολύ κακό τελευταίο δεκαήμερο έχει περιορίσει την άνοδο του Γενικού Δείκτη μέσα στο 2024 στο 7,07%, ενώ για το 2023 ήταν περίπου 39%.
Εκτός από το γεγονός πως μία δεύτερη χρονιά με πολύ μεγάλες αποδόσεις δεν είναι κάτι που επιτυγχάνεται εύκολα, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως από το τέλος του 2023, το ελληνικό χρηματιστήριο έχει σηκώσει κάποια νέα βάρη. Στην περίπτωση του Χ.Α. δεν μιλάμε βέβαια για τη συμμετοχή του στο πολύ απαιτητικό Champions League αλλά για την τεράστια πίεση που έχει δεχτεί λόγω των πολύ μεγάλων πωλήσεων μετοχών από τη μεριά των βασικών μετόχων μεγάλων εταιρειών και (σε πολύ μικρότερο βαθμό) από ορισμένες αυξήσεις κεφαλαίου.
Όλα αυτά τα placements (σ.σ. ο όρος που έχει επικρατήσει για τέτοιου τύπου πωλήσεις) και οι αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου αύξησαν την προσφορά μετοχών κατά περίπου 4 δισεκατομμύρια ευρώ και αυτό από μόνο του μπορεί να εξηγήσει τη δυσκολία που αντιμετωπίζει εδώ και ένα εξάμηνο ο Γενικός Δείκτης να κινηθεί ανοδικά.
Το «χώνεμα» αυτής της μεγάλης προσφοράς μετοχών είναι μία δύσκολη και αργή διαδικασία και δεν είναι εύκολο να προβλέψουμε πότε θα ολοκληρωθεί. Η αδυναμία σταθερής ανοδικής κίνησης έχει βέβαια σχέση και με διεθνείς παράγοντες, όπως η αβεβαιότητα που προκάλεσαν οι αμερικανικές εκλογές, οι πόλεμοι κοντά στην περιοχή μας, η δύσκολη περίοδος που περνά η Γερμανία και μαζί της η Ευρωπαϊκή Ένωση και η διαφορετική ταχύτητα με την οποία κινούνται οι οικονομίες των ΗΠΑ και της Ε.Ε. και τα επιτόκια των Κεντρικών Τραπεζών τους. Τις τελευταίες μέρες μάλιστα προστέθηκαν και οι ρωσικοί υπαινιγμοί για πιθανή χρήση πυρηνικών όπλων.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, δεν είναι καθόλου εύκολο να προβλέψουμε πότε θα έρθει η ώρα για μία νέα ανοδική κίνηση διαρκείας στην αγορά μας. Τα περισσότερα από τα ζητήματα που μόλις αναφέραμε εξακολουθούν να μας επηρεάζουν, ενώ την αβεβαιότητα για το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών διαδέχθηκε ο προβληματισμός για την αναμενόμενη αλλαγή πολιτικής. Δεν είναι καθόλου απίθανο, λοιπόν, να δούμε αυτήν την κατάσταση να συνεχίζεται στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Όσο δυσάρεστο και αν είναι αυτό για τους επενδυτές που κατέχουν μετοχές τόσο χρήσιμο μπορεί να αποδειχθεί για όσους έχουν χρήματα και περιμένουν να επενδύσουν και για όσους σκέπτονται να προβούν σε αλλαγές στο επενδυτικό τους χαρτοφυλάκιο. Η ταλαιπωρία των περισσότερων μετοχών με τις συνεχείς διακυμάνσεις σε σχετικά στενό εύρος τιμών, σε πολλές περιπτώσεις αρκετά πιο χαμηλά από τις τιμές του Μαΐου, δίνει μία σημαντική ευκαιρία για κάτι τέτοιο.
Μία κατηγορία μετοχών για την οποία η πλειοψηφία των Ελλήνων και διεθνών χρηματιστηριακών αναλυτών εκφράζεται με πολύ θετικό τρόπο είναι αυτή των τραπεζών. Η συνεχής υπέρβαση των εκτιμήσεων για τα οικονομικά αποτελέσματά τους, όπως και η νέα ανοδική αναθεώρηση των εκτιμήσεων των διοικήσεών τους για τη συνέχεια έχει φέρει τις τιμές στόχους των αναλυτών σε πολύ υψηλότερο επίπεδο από τις τωρινές τιμές τους. Καθώς οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις της μείωσης των επιτοκίων αναφοράς της ΕΚΤ στην κερδοφορία τους σταδιακά μετριάζονται, η πιστωτική τους επέκταση αρχίζει να επιταχύνεται και οι μερισματικές αποδόσεις είναι βέβαιο πως θα αυξηθούν σύντομα, η επένδυση σε αυτές φαίνεται ως μία πολύ λογική επιλογή.
Κάτι πολύ ενδιαφέρον στον κλάδο είναι πως οι επιλογές δεν περιορίζονται πλέον στις τέσσερις συστημικές (Εθνική, Πειραιώς, Eurobank, Alpha Bank). Μπορεί το ενδιαφέρον των αναλυτών να επικεντρώνεται σε αυτές αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Optima Bank έχει ήδη συμπληρώσει έναν χρόνο παρουσίας στο Χρηματιστήριο Αθηνών και η Τράπεζα Κύπρου επέστρεψε ύστερα από χρόνια, ενώ μέχρι το τέλος της χρονιάς η μετοχή της «νέας» Attica Bank θα αποτελέσει το νέο αίμα του κλάδου, μετά την απορρόφηση της Παγκρήτιας Τράπεζας και τη μεγάλη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου που θα της δώσει τη δυνατότητα να κινηθεί δυναμικά για τη δημιουργία του 5ου τραπεζικού πόλου.
Πολύ ενδιαφέρον έχει και ο κατασκευαστικός κλάδος όπου η ΓΕΚΤΕΡΝΑ παραμένει εδώ και 4 μήνες στα ίδια επίπεδα παρά τα καλά της νέα (ολοκλήρωση της ανάληψης της AΤΤΙΚΗΣ ΟΔΟΥ νωρίτερα του εκτιμώμενου, επικείμενη πώληση του μεριδίου της στην ΤΕΡΝΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΗ κ.α.). Η επόμενη μεγάλη εταιρεία που στοχεύει να γίνει κυρίαρχος παίκτης στη ΝΑ Ευρώπη, η οποία από ΙΝΤΡΑΚΑΤ μετεξελίσσεται στον όμιλο Aktor Group, κάνει το επόμενό της βήμα μέσω και της επικείμενης αύξησης κεφαλαίου.
Μία ακόμα επιχείρηση που δείχνει πως όταν το χρηματιστήριο αποφασίσει να κινηθεί δυνατά θα είναι μία από τις πρωταγωνίστριες, είναι αυτή της ΔΕΗ, οι προοπτικές της οποίας συνεχώς αναβαθμίζονται από τη διοίκησή της και τους χρηματιστηριακούς αναλυτές. Στον ευρύτερο χώρο της ενέργειας δραστηριοποιείται και η Cenergy Holdings, η οποία βρίσκεται υψηλά στις προτιμήσεις των αναλυτών με δεδομένες τις πολύ ισχυρές επιχειρηματικές προοπτικές και ενόψει της παραγωγικής της επέκτασης στις ΗΠΑ, η οποία θα χρηματοδοτηθεί και από την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου που ολοκληρώθηκε πρόσφατα.
Λίγο μεγαλύτερη προσοχή χρειάζεται στις μετοχές ορισμένων επιχειρήσεων που έχουν υποστεί πιέσεις και εξαιτίας ορισμένων αρνητικών εξελίξεων στους τομείς δραστηριοποίησής τους. Αναφερόμαστε στις δύο εταιρείες που δραστηριοποιούνται κυρίως στη διύλιση πετρελαίου (ΜΟΤΟΡ ΟΙΛ, HELLENIQ ENERGY) οι οποίες έχουν πληγεί (εκτός από την έκτακτη φορολόγηση των «υπερκερδών») από την επιστροφή των περιθωρίων διύλισης σε πιο «φυσιολογικά» επίπεδα για όλες τις διεθνείς εταιρείες του κλάδου.
Αντίστοιχα, η Αεροπορία Αιγαίου υφίσταται τις συνέπειες του πολέμου στη Μέση Ανατολή και των προβλημάτων που αντιμετωπίζει στους κινητήρες των αεροσκαφών της, παρά τη μερική αποζημίωσή της από την κατασκευάστρια εταιρεία. Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις χρειάζεται συνεχής παρακολούθηση των εξελίξεων στους προβληματικούς τομείς, αλλά είναι γεγονός πως οι μετοχές έχουν ήδη υποχωρήσει αρκετά.
Καθώς η χρηματιστηριακή μας αγορά βρίσκεται σε κατάσταση μερικής στασιμότητας από τον Μάιο μέχρι τώρα, οι επενδυτές που έχουν όρεξη για μελέτη και ψάξιμο σίγουρα θα βρουν και άλλες ευκαιρίες. Προσέχοντας όμως λίγο περισσότερο απ’ ότι συνήθως, καθώς εκτός από τις ευκαιρίες παραμονεύουν και κίνδυνοι. Κίνδυνοι που έχουν κυρίως διεθνή προέλευση, όπως για παράδειγμα τα μέτρα που θα πάρει ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ σχετικά με το διεθνές εμπόριο και τα οποία μπορεί να πλήξουν γενικά την Ευρωπαϊκή Ένωση και ειδικότερα κάποιες ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες δεν είναι εύκολο να πιθανολογήσουμε ποιες θα είναι.
Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ακόμα πως οι πόλεμοι στην ευρύτερη περιοχή μας είναι ακόμα σε εξέλιξη και πάντα μπορούν να μας επηρεάσουν με κάποιο τρόπο. Μιλώντας για πολέμους, δεν μπορούμε όμως να αποκλείσουμε την πιθανότητα λήξης τους, κάτι που αν συμβεί θα έχει λογικά θετικές επιπτώσεις στις ελληνικές επιχειρήσεις και την ελληνική οικονομία. Επανερχόμενοι όμως στα δικά μας, οφείλουμε να είμαστε πολύ προσεκτικοί όχι μόνο για την περίπτωση επιβολής και άλλων μέτρων σαν αυτά με τη φορολόγηση «υπερκερδών» αλλά και γιατί δεν μπορούμε να αρνηθούμε πως οι πολύ πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις μας υποχρεώνουν να αυξήσουμε το επίπεδο ετοιμότητάς μας. Αναζητούμε, λοιπόν, τις ευκαιρίες προσπαθώντας να έχουμε… τα μάτια μας δεκατέσσερα.