Το γ’ τρίμηνο των συστημικών τραπεζών ήταν εξαιρετικό από πλευράς απόδοσης και ποιότητας και πρόσθεσε ένα ακόμα θετικό στοιχείο σε μια μακρά σειρά αναδιαρθρώσεων με στόχο την κανονικότητα: Οι τράπεζες έκλεισαν και την τελευταία εκκρεμότητα της κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας ανακοινώνοντας το πλάνο επίσπευσης μείωσης της αναβαλλομένης φορολογίας, μια κίνηση εθελοντική που έχει ωστόσο σαν στόχο τη μεγαλύτερη ανταμοιβή των μετόχων με μερίσματα και αγορές ιδίων μετοχών.
Οι επιδόσεις στη γραμμή των βασικών εσόδων αποτελούν τις υψηλότερες που έχουν καταγραφεί μετά τη χρήση του 2011 (προ κρίσης) οδηγώντας το προ προβλέψεων αποτέλεσμα του τριμήνου σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Χαμηλές ήταν και οι πιστωτικές απομειώσεις οι οποίες κινούνται ποσοστιαία σε επίπεδα προ κρίσης με αποτέλεσμα οι τράπεζες να υπερβούν για πρώτη φορά στην ιστορία τους σε επίπεδο καθαρής κερδοφορίας το φράγμα των 1,2 δις ευρώ χωρίς την επίδραση έκτακτων θετικών παραγόντων.
Αναλυτικότερα:
Τα καθαρά έσοδα από τόκους είναι αυξημένα κατά 6,8% σε σχέση με το β’ τρίμηνο του 2023 στα 2,227 δις ευρώ ενισχυμένο α) από την ολική ενοποίηση της Ελληνικής Τράπεζας στον ισολογισμό της Eurobank β) την αυξημένη συνεισφορά των επιτοκιακών εσόδων από ομόλογα γ) την καλύτερη εικόνα μετανάστευσης των καταθέσεων όψεων σε καταθέσεις προθεσμίας οι οποίες σταδιακά θα ανανεώνονται με χαμηλότερα επιτόκια. Σε νέο ιστορικό υψηλό κινήθηκαν και τα έσοδα των προμήθειων (540 εκατ. ευρώ, +1,5% σε σχέση με το β’ τρίμηνο του 2024) οδηγώντας το προ-προβλέψεων αποτέλεσμα στα 1,94 δις ευρώ.
Στο κομμάτι του οργανικού κόστους οι τράπεζες κατάφεραν να παραμείνουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα αναλογικά με τα έσοδα τους παρά την υπέρβαση στο σύνολο του φράγματος του 1 δις ευρώ με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνονται στο 32,2% και το μέσο όρο του εννεαμήνου να βρίσκεται στο 32%. Οι πιστωτικές απομειώσεις κινήθηκαν στη λογική των δύο προηγούμενων τριμήνων επιβαρύνοντας τους ισολογισμούς με 234 εκατ. ευρώ το οποίο μεταφράζεται σε κόστος απομειώσεων 61 μονάδων βάσης.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPE) αυξήθηκαν κατά 200 εκατ. ευρώ ωστόσο η αύξηση των εντόκων στοιχείων ενεργητικού διατήρησε το δείκτη στο 3,46% έναντι 3,54% το προηγούμενο τρίμηνο. Η κάλυψη πρόβλεψης βρίσκεται στο 68,4% οριακά υψηλότερη από το 68,2% και θεωρείται αρκούντως ικανοποιητική.
Για τρίτο συνεχόμενο τρίμηνο οι τράπεζες υπερέβησαν σε καθαρή κερδοφορία το 1 δις ευρώ (1,2 δις ευρώ) πετυχαίνοντας ετησιοποιημένη απόδοση ιδίων κεφαλαίων 14,8% όσο ακριβώς έχουν και στο εννεάμηνο. Αν και σε τριμηνιαία βάση η επίδοση αυτή δεν είναι η υψηλότερη, η επίδοση του 2022 (1,27 δις ευρώ) είχε πραγματοποιηθεί με τη συνεισφορά σημαντικών εκτάκτων από την πώληση ομολόγων και στις τέσσερις συστημικές τράπεζες.
Οι βασικοί δείκτες φερεγγυότητας έχουν απόθεμα ασφαλείας και βρίσκονται στο 16,9%, με τα βασικά κεφάλαια να διαμορφώνονται στα 25,4 δις ευρώ. Οι τράπεζες παραμένουν υπομοχλευμένες με το γενικό δείκτη δανείων προς καταθέσεις να βρίσκεται στο 65%. Οι τρεις από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες έχον ήδη καλύψει το δείκτη MREL, ένα χρόνο νωρίτερα από τη σχετική προθεσμία προσαρμογής ενώ η Εθνική Τράπεζα βρίσκεται 110 μονάδες βάσης υψηλότερα από το στόχο της 1ης Ιανουαρίου 2025.
Επιμέρους για κάθε τράπεζα το γ’ τρίμηνο είχε τις εξής ιδιαιτερότητες:
■ Η Τράπεζα Πειραιώς αναβάθμισε θετικά για τρίτη φορά φέτος το ύψος της εκτιμώμενης κερδοφορίας για την χρήση του 2024 αυξάνοντας παράλληλα το ποσοστό ανταμοιβής των μετόχων από το 30% στο 35% (μέρισμα και αγορές ιδίων). Τα καθαρά έσοδα πλέον θα κινηθούν μεταξύ 1,85 και 1,9 δις ευρώ έναντι 1,8 δις ευρώ στην επικαιροποίηση του Αυγούστου. Η διαφορά του spread μεταξύ καταθέσεων και χορηγήσεων και η διαφορά ταχύτητας στην ανατιμολόγηση τους αναμένεται να βελτιώσει την κερδοφορία κατά 50-100 εκατ. ευρώ το 2025. Η τράπεζα ετοιμάζει νέα πώληση δανείων ύψους 250 εκατ. ευρώ που θα μειώσει το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων αισθητά χαμηλότερα από το 3%. Ο μηδενισμός του DTC με βάση την φόρμουλα επιτάχυνσης θα επιτευχθεί στις χρήσεις 2033/2034.
■ Η Eurobank ενοποίησε πλήρως για πρώτη φορά την Ελληνική Τράπεζα ενώ παράλληλα ανακοίνωσε ότι αύξησε το ποσοστό της ξεπερνώντας το κατώφλι της καταστατικής πλειοψηφίας (68,8%) εφόσον η συναλλαγή απόκτησης του 12,84% εγκριθεί από τις αρχές. Το σετ του γ’ τριμήνου περιείχε το μερίδιο της Ελληνικής Τράπεζας στο εισόδημα από συμμετοχές για το α’ εξάμηνο το οποίο ενίσχυσε τα κέρδη με 60 εκατ. ευρώ. Πλέον η Eurobank έχει την καλύτερη εικόνα έναντι των τεσσάρων συστημικών σε επίπεδο κερδοφορίας με τα κέρδη από τόκους να προσεγγίζουν τα 700 εκατ. ευρώ αλλα και σε NPEs υποχωρώντας στο γ’ τρίμηνο κάτω από 3% (2,9%). Η απόδοση της ενσώματης καθαρής θέσης για το σύνολο της χρονιάς αναμένεται να φθάσει το 17,5% έναντι 16,5% ανεβάζοντας την οργανική κερδοφορία στα 1,7 δις ευρώ από 1,5 δις ευρώ. Η ανταμοιβή των μετόχων έχει αναβαθμιστεί στο 50% από τα κέρδη της χρήσης (έναντι 40% πριν). Ο μηδενισμός του DTC με βάση την φόρμουλα επιτάχυνσης των σχετικών αποσβέσεων θα επιτευχθεί στις χρήσεις 2033/2034. Σε ότι αφορά την Ελληνική η Eurobank αναμένει σταδιακά συνεργίες της τάξης των 120 εκατ. ευρώ και θα επιδιώξει την απόκτηση του 100% και εν συνεχεία την απορρόφηση της.
■ Η Εθνική Τράπεζα εμφάνισε απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων 17,5% στο εννεάμηνο έχοντας δημιουργήσει το 44% από το εποπτικό κεφάλαιο που είχε προαναγγείλει ότι θα δημιουργήσει στην τριετία 2024-2026. Η άνεση στους δείκτες φερεγγυότητας (18,7%) και τη δημιουργία κεφαλαίου επισπεύδουν το μηδενισμό του αναβαλλόμενου φόρου στην περίοδο των χρήσεων 2032-2033. Οι μη εξυπηρετούμενες εκθέσεις (NPEs) έμειναν στο 3,3% με την κάλυψη πρόβλεψης στο 86%.Σε ότι αφορά την πιστωτική επέκταση η διοίκηση της τράπεζας ανέφερε ότι το δ’ τρίμηνο οι στόχοι για το σύνολο της χρόνιας θα επιτευχθούν (1,5 δις ευρώ νέα δάνεια)
■ H Alpha Bank αναβάθμισε την διανομή μερίσματος στους μετόχους ανεβάζοντας το ποσοστό διανομής στο 35% με στόχο να φθάσει το 50% το 2026. Για την απόσβεση του DTC η Alpha Bank, εκτίμησε πως θα ολοκληρώσει την αποπληρωμή του αναβαλλόμενου φόρου το 2033. Στο τέλος του 2024 εκτιμάται ότι τα NPEs θα μειωθούν κάτω από 4% ενώ προγραμματίζονται συναλλαγές που θα μειώσουν περαιτέρω το δείκτη μέσα στο 2025. Η απόδοση της ενσώματης καθαρής θέσης θα διαμορφωθεί για το σύνολο του 2024 στο υψηλότερα του 14% έναντι 13,5% της αναθεωρημένης πρόβλεψης. Στο γ’ τρίμηνο τέλος η Alpha επιβάρυνε τα αποτελέσματα της με έκτακτα κόστη ύψους 60 εκατ. ευρώ που συνδέονται κατά κύριο λόγο με το πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου.
Έχουμε λοιπόν τα εξής δεδομένα: Κερδοφορίες με διψήφιο ποσοστό απόδοσης ιδίων κεφαλαίων, σημαντική ρευστότητα προς αξιοποίηση, καλυμμένες υποχρεώσεις φερεγγυότητας με υψηλό περιθώριο από τα όρια των δεικτών και μερίσματα τα οποία αποκτούν νόημα. Το τελευταίο ορόσημο είναι πλέον το 2033 όπου η αναβαλλόμενη φορολογία μηδενίζεται οκτώ χρόνια νωρίτερα ωστόσο αν οι επιδόσεις το επιτρέψουν αυτό μπορεί να επισπευστεί. Στον αντίποδα το οικονομικό περιβάλλον δείχνει δύσκολο ως προς την επίτευξη των στόχων της πιστωτικής επέκτασης και είναι εξαρτημένο και από άλλους παράγοντες που σχετίζονται με το διεθνές κλίμα. Με δεδομένο ότι το 2025 δε θα είναι έτος μείωσης των βασικών πηγών των εσόδων τους οι ελληνικές τράπεζες εμφανίζονται επενδυτικά ελκυστικές καθώς για κάποιο ανεξήγητο ακόμα λόγο διαπραγματεύονται κάτω από την αξία των ενσώματων καθαρών θέσεων.
Χρηματιστηριακά, οι περιπτώσεις των Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς παρουσιάζουν το μεγαλύτερο ενδιαφέρον καθώς αποτιμησιακά βρίσκονται σε κεφαλαιοποιήσεις που υπονοούν μείωση κεφαλαίων, ζημιές και χαμηλή ποιότητα ενεργητικού. Το φαινόμενο αποτελεί μια ενδιαφέρουσα στρέβλωση καθώς οι δύο προχωρημένες τράπεζες βρίσκονται σε αποτιμήσεις με αποκλίσεις άνω του 30%.
Eurokinissi
Eurokinissi
Χρηματιστήριο Αθηνών