Οι φθηνότερες μετοχές του Χρηματιστηρίου
Επενδύσεις

Οι φθηνότερες μετοχές του Χρηματιστηρίου

Η σημερινή άσκηση αν και εμπεριέχει ρίσκο απόκλισης παρουσιάζει ωστόσο μεγάλο ενδιαφέρον, αφού μας δίνει μια εικόνα στο πού κινείται η αποτίμηση της Αγοράς σε δωδεκάμηνη βάση, ενώ αναδεικνύει πολλές φθηνές περιπτώσεις απ' όλο το φάσμα των κεφαλαιοποιήσεων.

Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι θα συγκρίνουμε τις τρέχουσες κεφαλαιοποιήσεις με την «κυλιόμενη» κερδοφορία των εταιριών με την υπόθεση ότι η χρήση ολοκληρώθηκε στις 30 Ιουνίου. Όχι βέβαια διπλασιάζοντας το φετινό α’ εξάμηνο, αλλά προσθέτοντας το περυσινό β’ εξάμηνο για να συμπληρωθεί ένα πλήρες δωδεκάμηνο και να διατηρηθεί η εποχική φύση της κερδοφορίας. 

Αρχικά η προσέγγιση αυτή μας δίνει ένα συνολικό ΡΕ αγοράς κοντά στις 9 φορές, και ένα λόγο επιχειρηματικής αξίας προς τα λειτουργικά κέρδη 6,6 φορές. Η εικόνα φθηνής αγοράς πηγάζει κυρίως από τον FTSE-25 ο οποίος διαπραγματεύεται 7,8 φορές τα φετινά και περυσινά κέρδη 12μήνου και σχεδόν 6,1 φορές τον δείκτη που αφορά τα λειτουργικά κέρδη. Βέβαια, υπάρχουν και τα έκτακτα που στρεβλώνουν πολύ την εικόνα, τόσο πέρυσι όσο και φέτος, επομένως η άσκηση πρέπει να εξαιρέσει όσες εταιρίες επηρεάστηκαν σημαντικά από μη επαναλαμβανόμενους παράγοντες. 

Το αποτέλεσμα που προκύπτει είναι ότι υπάρχουν 35 κερδοφόρες εταιρίες που διαπραγματεύονται σε μονοψήφια ΡΕ, ενώ ο μέσος όρος του δείκτη EV/EBITDA είναι κοντά στις 6 φορές. Κρατάμε ακόμα το δεδομένο ότι 10 από τις εταιρίες με χαμηλούς δείκτες αποτίμησης ανήκουν στον δείκτη FTSE-25 με ότι αυτό συνεπάγεται για τα περιθώρια βελτίωσης των αποτιμήσεων του Γενικού Δείκτη.

Και οι τέσσερις τράπεζες διαπραγματεύονται με ΡΕ από 4 έως 6 φορές και αυτό έχει τη σημασία του γιατί φέτος η κερδοφορία δεν διαμορφώνεται από τη συνδρομή εκτάκτων παραγόντων ο δε ρυθμός αύξησης των κερδών θα υπερβεί τα απόλυτα νούμερα που είδαμε στο περυσινό β’ εξάμηνο. Παράλληλα στις τράπεζες η κεφαλαιοποίηση υπολείπεται της ενσώματης καθαρής θέσης από 30 έως 52%. 

Στις μη τραπεζικές εταιρίες ένας άλλος εξίσου σημαντικός παράγοντας συνδυαστικά με τους χαμηλούς δείκτες αποτίμησης για την αξιολόγηση της ελκυστικότητας των επενδύσεων είναι η δυνατότητα διανομής των μερισμάτων. Σε μια οικονομία που οι αποδόσεις των ομολόγων ή των εντόκων γραμματίων κινούνται με άνεση κοντά στο 4% το μέρισμα θα εξασφαλίσει μέρος ή το σύνολο από το κόστος ευκαιρίας του κεφαλαίου. Δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι οι εταιρίες θα μοιράσουν το ίδιο μέρισμα που μοίρασαν το 2022 αλλά από μια καλή κερδοφόρα χρήση οι πιθανότητες είναι ο μέτοχος να λάβει και την ανάλογη ανταμοιβή. 

   

Πηγή: Beta Χρηματιστηριακή