Πίσω από κάθε αστοχία του κράτους κρύβεται μια επιχειρησιακή ανεπάρκεια. Μια μακρά αλυσίδα από δυσλειτουργίες και παραλήψεις, από ελλείψεις, καθυστερήσεις και αγκυλώσεις. Και εκεί είναι που εμφανίζονται και οι πολιτικές ευθύνες. Διότι η εύρυθμη και αποδοτική λειτουργία του κράτους αποτελεί ευθύνη της κυβέρνησης που έχει ορίσει τις δομές και τους άξονες και έχει προβεί στις επιλογές κορυφής.
Ο πήχυς δεν μπήκε από μόνος του ψηλά. Τον έβαλε ψηλά ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη διάρκεια της επιτυχούς πρώτης τετραετίας. Τον τοποθέτησαν όμως ψηλά και οι ψηφοφόροι στις διπλές εκλογές. Διότι στις εκλογές μπορεί οι πολίτες να γύρισαν την πλάτη στην τοξικότητα, στην εχθρότητα και στον παραλογισμό που τους είχε ποτίσει η αντιπολίτευση κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, μπορεί να επικρότησαν το έργο και τα πεπραγμένα της κυβέρνησης από το 2019 και μετά, μπορεί να εμπιστεύτηκαν το κόμμα με την πλουσιότερη ατζέντα και τις πιο ρεαλιστικές προτάσεις για το μέλλον, αλλά κυρίως απαίτησαν να γίνει η Ελλάδα μια κανονική χώρα.
Επομένως, η κυβέρνηση σήμερα, δεν είναι μια κυβέρνηση χαμηλών προσδοκιών. Ειδικά σε ένα πολιτικό περιβάλλον, στο οποίο η αντιπολίτευση είναι απούσα. Η αντιπολίτευση αναμασά και μηρυκάζει ανερμάτιστες θεωρίες και έωλες υποσχέσεις, ασκώντας ένα αντιπολιτευτικό έργο που δεν της επιτρέπει να ξεφύγει από τον στείρο αρνητισμό, από τις θεωρίες συνομωσίας και από τον καθημερινό καταγγελτικό λόγο που είναι μονότονος και κουραστικός.
Έτσι η κυβέρνηση έχει αυτό που λέμε, «λυμένα χέρια», για να προχωρήσει στην υλοποίηση του αφηγήματος του «αύριο», που ανέπτυξε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου. Η επιτυχημένη αντιμετώπιση της υβριδικής επίθεσης στον Έβρο το 2020, η επιτυχημένη μάχη κατά της πανδημίας, η πλήρης και άνευ όρων ταύτιση της Ελλάδας στο πλευρό της Ουκρανίας απέναντι στη ρωσική εισβολή, η στήριξη της κοινωνίας και της οικονομίας απέναντι στην υγειονομική και ενεργειακή κρίση και το κύμα ακρίβειας, η πρωτοφανής αύξηση των επενδύσεων και οι διαρκείς αναβαθμίσεις της χώρας, αποτελούν ένα ισχυρό σημείο αναφοράς.
Όμως είναι το «χθες». Και είναι ένα «χθες», που αμφισβητείται εύκολα μέσα από κάθε πισωγύρισμα που καταλήγει στο συμπέρασμα πως «τίποτα δεν αλλάζει, σε αυτήν τη χώρα», πως «παραμένουμε μια ψωροκώσταινα», πως «τίποτα δεν δουλεύει κανονικά» και πως «ποτέ δεν θα γίνουμε μια κανονική χώρα».
Οι πολίτες στις κάλπες εναπόθεσαν τις ελπίδες για το μέλλον τους πάνω στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τη Νέα Δημοκρατία. Για να υπάρξει συνέχεια στη βελτίωση της ζωής τους, στην αύξηση της απασχόλησης, στην ενίσχυση των εισοδημάτων τους, στην εδραίωση της αμυντικής θωράκισης της χώρας, στη διεύρυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού και σε άλλα.
Τα μεγάλα ποσοστά που συγκέντρωσε η Νέα Δημοκρατία και ο Κυριάκος Μητσοτάκης, δεν αποτελούν μια λευκή επιταγή για τη νέα κυβέρνηση. Ίσα – ίσα, αποτελούν μια συμπληρωμένη βαριά επιταγή, γεμάτη από τις προσδοκίες και τις απαιτήσεις των πολιτών. Ο πήχης έχει ανέβει ψηλά. Τα θετικά δείγματα γραφής της κυβέρνησης μέχρι τώρα δεν προσφέρονται ούτε προς εφησυχασμό, ούτε προς ανάπαυση πάνω στις δάφνες της εκλογικής νίκης. Προσφέρονται σαν ένα γόνιμο και δοκιμασμένο υλικό υποδομής πάνω στο οποίο θα ξετυλιχτεί το πρόγραμμα της τρέχουσας κυβερνητικής τετραετίας.
Τα μεγάλα ποσοστά που κέρδισε η Νέα Δημοκρατία, δείχνουν πως η κοινωνία είναι πιο μπροστά παρά ποτέ. Βαρέθηκε τα λόγια και εστίασε στις πράξεις. Άφησε πίσω της το θυμικό και υιοθέτησε τον ορθό λόγο. Παράτησε τις ατελέσφορες αναζητήσεις της ιδεολογικής καθαρότητας και του ιδεοληπτικού οράματος. Και ζητά πράξεις και λύσεις. Σε θέματα που έχουν να κάνουν με την καθημερινότητα και την κανονικότητα. Το κράτος, σε επιχειρησιακό επίπεδο και η πολιτική ηγεσία σε θεσμικό επίπεδο, πρέπει να επιδείξουν αποτελεσματικότητα, σε κάθε πτυχή της προστασίας της ζωής, της ασφάλειας και της ευημερίας των πολιτών.
Η μάχη της «υψηλής» πολιτικής έχει τελειώσει. Η κυβέρνηση καλείται να σκύψει πάνω σε θέματα και προβλήματα που αναδεικνύονται μέσα από την αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού. Απαιτούνται ριζικές αλλαγές. Στις οποίες πρέπει να προχωρήσει με ταχύτατους ρυθμούς αυτή η κυβέρνηση, διότι αφενός διαθέτει τη δυναμική και αφετέρου δεν έχει απέναντι της μια σοβαρή αντιπολίτευση, με συγκρότηση και θέσεις. Αντίθετα, έχει απέναντι της μια αντιπολίτευση που ομφαλοσκοπεί ξεκομμένη από την κοινωνία.
Η κυβέρνηση πρέπει να θέσει σε προτεραιότητα το συμφέρον των πολιτών και να διαρρήξει ριζικά τα παγιωμένα σαν τις αράχνες, συμφέροντα των συντεχνιών και τα συμφέροντα των μηχανισμών που καρκινοβατούν και να κλονίσει το ίδιο το τέρας του κρατισμού. Αυτό είναι το στοίχημα της τρέχουσας τετραετίας. Να φτιαχτεί ένα κράτος που να εξυπηρετεί τούς πολίτες και όχι ένα κράτος που να λειτουργεί για τον εαυτό του, εμφανίζοντας τραγικές ολιγωρίες και υστερήσεις.
Αν χαθεί αυτή η κρίσιμη τετραετία και η χώρα δεν γίνει κανονική, τότε όπως έλεγε και ο ποιητής στο ποίημα «Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον», «… αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει…» και «… κι αποχαιρέτα την Αλεξάνδρεια που χάνεις…»