Τι είπε στην ουσία ο υφυπουργός Πάνος Τσακλόγλου, που δέχθηκε επίθεση από όλους τους δικηγορικούς συλλόγους; Ότι η αγορά εργασίας είναι εκείνη που προσδιορίζει τον μισθό. Ότι ο μισθός είναι ζήτημα προσφοράς και ζήτησης. Και ότι ο εργαζόμενος συνεκτιμά στις αποφάσεις του, τις σπουδές του, το βιοτικό επίπεδο του, τις συνθήκες εργασίας του και τις αμοιβές του. Με δυο λόγια ο Πάνος Τσακλόγλου, είπε όσα, λίγο - πολύ γνωρίζουμε και συζητούμε στις καθημερινές μας επαφές. Μήπως όμως συμβαίνει κάτι διαφορετικό με τους δικηγόρους ή με άλλες επαγγελματικές ομάδες;
Στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται περισσότεροι μηχανικοί, ιατροί και δικηγόροι από όσους μπορεί να φιλοξενήσει η οικονομική, επιχειρηματική και κοινωνική δραστηριότητα, καθώς και η δημογραφική πραγματικότητα. Εκατοντάδες αποφοίτων Πανεπιστημιακών και Πολυτεχνικών σχολών, υποαπασχολούνται ή ετεροαπασχολούνται, αφού δεν είναι λίγες οι ειδικότητες που έχουν χαμηλότατο δείκτη απορρόφησης από την πραγματική οικονομία.
Εκατοντάδες απόφοιτοι σχολών Θετικών επιστημών, Πολιτικών επιστημών, Φιλολογικών σχολών και Οικονομικών σχολών απασχολούνται σε τομείς εντελώς διαφορετικούς, σε σχέση με τις σπουδές τους.
Ο αριθμοί είναι αμείλικτοι. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, το 2022 δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα 47.169 δικηγόροι. Σε αυτόν τον αριθμό σύντομα θα πρέπει να προστεθεί και ο αριθμός των ασκούμενων δικηγόρων που σύμφωνα με τους συλλόγους τους, είχε υπερβεί τους 1.000, μόνο για την α’ εξεταστική περίοδο του 2023.
Το 2010 οι δικηγόροι στη χώρα μας ήταν 39.328, ενώ το 2000 ήταν 27.046. Και ο αριθμός θα συνεχίζει να αυξάνεται, αφού οι τρεις νομικές σχολές, δηλαδή η Νομική Αθηνών (ΕΚΠΑ), η Νομική Θεσσαλονίκης (Αριστοτέλειο) και η Νομική Κομοτηνής (Δημοκρίτειο) υποδέχονται ετησίως περισσότερους από 1250 φοιτητές.
Ο αριθμός των δικηγόρων στη χώρα μας είναι από μόνος του προβληματικός. Οι 47.169 δικηγόροι αντιστοιχούν σε 10.482.487 κατοίκους, που σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ είναι ο πληθυσμός της Ελλάδας με βάση την απογραφή του 2021. Δηλαδή αντιστοιχούν 449 δικηγόροι ανά 100.000 κατοίκους. Τι σημαίνει αυτή η αντιστοιχία; Ότι σε κάθε δικηγόρο αντιστοιχούν 223 δυνητικοί πελάτες.
Πόσοι από αυτούς τους 223 δυνητικούς πελάτες έχουν οικονομική ή επιχειρηματική δραστηριότητα που να απαιτεί τη χρήση δικηγόρων; Πόσοι από αυτούς τους 223 δυνητικούς πελάτες έχουν κοινωνική δραστηριότητα που να απαιτεί τη χρήση δικηγόρων; Πόσοι από αυτούς τους 223 δυνητικούς πελάτες είναι σε ηλικία που να χρειάζονται δικηγόρο; Υπάρχει άραγε τόσο μεγάλη «δικηγορική ύλη» για να προσφέρει ικανή και προσοδοφόρα απασχόληση στους 47.169 δικηγόρους της Ελλάδας; Μάλλον όχι. Ίσως αυτή η πραγματικότητα να οδηγεί στην υπέρμετρη και πολλές φορές αναίτια προσφυγή των Ελλήνων στα δικαστήρια, για να προκύψει η απαιτούμενη «δικηγορική ύλη».
Άλλωστε τα υπάρχοντα δεδομένα σχετικά με τα εισοδήματα των δικηγόρων δεν είναι ενθαρρυντικά. Από τους δικηγόρους που είναι εγγεγραμμένοι στους συλλόγους μόνο οι 39.519 φαίνεται να ασκούν δικηγορική δραστηριότητα σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ. Από αυτούς, το 68% εμφανίζει κέρδη, το 4% μηδενικά αποτελέσματα και το 28% ζημίες. Τα μέσα ακαθάριστα έσοδα ήταν για το 2021 στα 26.731 ευρώ και τα καθαρά έσοδα στα 14.405 ευρώ, με τον μέσο φόρο να βρίσκεται στα 4.531 ευρώ.
Βλέποντας αυτά τα μεγέθη αντιλαμβανόμαστε για ποιον λόγο αρκετοί δικηγόροι άλλαξαν επάγγελμα στην πορεία, στελεχώνοντας τμήματα κανονιστικής συμμόρφωσης εταιρειών, τμήματα διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, τμήματα ESG (Περιβάλλοντος, Κοινωνικής Ευθύνης και Εταιρικής Διακυβέρνησης) επιχειρήσεων, τμήματα τραπεζών και ασφαλιστικών εταιρειών, διαφημιστικών εταιρειών, εταιρειών επικοινωνίας και δημοσίων σχέσεων ή ψηφιακών εταιρειών στον τομέα της πνευματικής ιδιοκτησίας.
Οι δικηγόροι λοιπόν, όπως και πολλές εκατοντάδες μαθηματικών, φιλολόγων, οικονομολόγων, μηχανικών, πολιτικών επιστημόνων και άλλων επιστημονικών πεδίων, αναγκάζονται να απασχοληθούν σε τομείς εντελώς διαφορετικούς, σε σχέση με την εμπειρία τους και τις σπουδές τους. Και αυτό το κάνουν, σίγουρα με βαριά καρδιά. Αφήνοντας πολλές φορές πίσω τα όνειρά τους και τις προοπτικές στις οποίες πίστεψαν, διότι τα τρέχοντα εισοδήματα τους δεν επαρκούν, ούτε για να καλύψουν τις βασικές υποχρεώσεις τους.
Και ναι, υπάρχουν αρκετοί επαγγελματίες που αναγκαστικά απασχολούνται σε προσωρινές εργασίες ή σε μόνιμες δουλειές που δεν διαθέτουν το «prestige» του δικηγόρου ή του μηχανικού. Σε δουλειές ωστόσο που τους επιτρέπουν να βιοπορίζονται, τη στιγμή που αν παρέμεναν για παράδειγμα στο δικηγορικό επάγγελμα, πιθανότατα να ήταν ο ένας από τους τρεις που δεν θα μπορούσε να ζήσει ούτε οριακά, σύμφωνα με τις φορολογικές δηλώσεις εισοδήματος που υποβάλουν οι δικηγόροι και επεξεργάζεται η ΑΑΔΕ.