Η έκφραση που χρησιμοποίησε ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας για να περιγράψει τις συζητήσεις που είχε με τις διοικήσεις των συστημικών τραπεζών, έχει αφήσει δυσάρεστες εντυπώσεις στους επενδυτές, στο τραπεζικό οικοσύστημα και στην ευρύτερη επιχειρηματική κοινότητα. Τα «μπινελίκια» αποτέλεσαν το κερασάκι της τούρτας στην πρόσφατη επίθεση του πολιτικού προσωπικού της χώρας απέναντι στο τραπεζικό σύστημα.
Μια επίθεση που είναι εύκολη και ανέξοδη για τους πολιτικούς. Μια επίθεση που ίσως να τους προσφέρει λαϊκίστικα παράσημα εν όψει του προεκλογικού αγώνα που έχει ήδη ξεκινήσει. Και μια επίθεση που όσον αφορά το ύφος, δεν απέχει πολύ από αντίστοιχες συμπεριφορές της κυβέρνησης Τσίπρα – Καμμένου, απέναντι στις τράπεζες. Βέβαια, θυμόμαστε πως τότε οι αντίστοιχοι υπουργοί ονειρεύονταν κρατικοποιήσεις, εναλλακτικά τραπεζικά συστήματα, παράλληλα συστήματα πληρωμών στα πλαίσια του περάσματος στη δραχμή και άλλα επικίνδυνα και γραφικά. Σήμερα τέθηκε μόνο το θέμα της φορολόγησης των δήθεν τραπεζικών «υπερκερδών», η οποία θα οδηγούσε αναπόφευκτα σε νέα ανακεφαλαιοποίηση.
Εκτός από τα «μπινελίκια» που αφορούσαν σύμφωνα με τον υπουργό τις συζητήσεις για το θέμα των επιτοκίων των καταθέσεων και το ύψος των προμηθειών, ο ίδιος δήλωσε ικανοποιημένος από τη στάση των τραπεζών στο θέμα των ευάλωτων νοικοκυριών. Μάλιστα ομιλώντας στους δημοσιογράφους σημείωσε χαρακτηριστικά: «σώζω κάποιους, δεν μπορώ να σώσω παραπάνω».
Βέβαια, όλοι αντιλαμβανόμαστε πως αυτός που σώζει τους ευάλωτους δανειολήπτες δεν είναι ο υπουργός. Αλλά είναι οι μέτοχοι και οι διοικήσεις των τραπεζών. Διότι είναι αυτοί που θα κληθούν να επωμιστούν το βάρος της πρωτοβουλίας αυτής. Είναι οι μέτοχοι που θα δουν τις αποδόσεις των κεφαλαίων τους να μειώνονται και οι διοικήσεις που θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν τα επιχειρηματικά τους σχέδια για το 2023 και να μεταβάλλουν αναδρομικά τις προβλέψεις τους για το τρέχον δωδεκάμηνο.
Εξ ίσου σαθρό είναι και το επιχείρημα που διοχετεύτηκε από πηγές του υπουργείου, περί της υποχρέωσης των τραπεζών να ανταποκριθούν στο κάλεσμα του υπουργού, διότι το κράτος τις είχε διασώσει. Η αλήθεια είναι πως το τραπεζικό σύστημα και η πραγματική οικονομία διασώθηκαν με τη βοήθεια κρατικών αλλά και ιδιωτικών κεφαλαίων και πως στην πορεία των ανακεφαλαιοποιήσεων η περιουσία των παλαιών μετόχων εξαϋλώθηκε. Και δεν θα πρέπει να λησμονούμε πως η πτώχευση των τραπεζών, ήταν αποτέλεσμα της πτώχευσης του Ελληνικού Κράτους, για την οποία ευθύνονται οι πολιτικοί.
Μέτρα για ευάλωτους δανειολήπτες
Οι διοικήσεις των τραπεζών πρότειναν την αναδρομική επιδότηση του μέρους της αύξησης των τοκοχρεολυτικών δόσεων εξυπηρέτησης των στεγαστικών δανείων από τον Ιούνιο του 2022 μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2023. Η επιδότηση θα αφορά από 30 έως 32 χιλιάδες ευάλωτους δανειολήπτες, με εισόδημα τα 21.000 ευρώ που θα ανεβαίνει σταδιακά, με υποθήκη στην πρώτη κατοικία τους και θα καλύπτει το 50% της αύξησης των τόκων για το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. To σύνολο των δανείων που θα ενταχθούν σε αυτό το πρόγραμμα επιδότησης θα αγγίξει τα 2 δισ. ευρώ. Και είναι γεγονός πως ο αντίκτυπος από την επιδότηση των τόκων των στεγαστικών δανείων θα είναι χαμηλός κάτι που σημειώνουν στις αναλύσεις τους για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα και η Morgan Stanley, η HSBC και η Axia Research.
Αλλαγές στα επιτόκια καταθέσεων
Οι τράπεζες σκοπεύουν να αυξήσουν τα επιτόκια των καταθέσεων. Θα δούμε επιτόκια της τάξεως του 0,7%, του 1% ακόμα και του 1,8%, ανάλογα με το ποσό της κατάθεσης και τη χρονική διάρκεια δέσμευσης της κατάθεσης. Και όποιος ρίξει μια σύντομη ματιά θα δει πως οι τράπεζες δεν ασκούν μια κοινή επιτοκιακή πολιτική. Διότι αν ασκούσαν μια εναρμονισμένη πρακτική τότε θα έπρεπε να είχε επιληφθεί η Επιτροπή Ανταγωνισμού που είναι αρμόδια και όχι ο υπουργός.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), η κατηγορία λογαριασμών, κάτω των 5.000 ευρώ, αντιπροσωπεύει το 9-10% του συνόλου των καταθέσεων των φυσικών προσώπων, η κατηγορία υπολοίπου 5.000-50.000 ευρώ, κυμαίνεται σε ποσοστό γύρω στο 41%-42%, από τις συνολικές καταθέσεις, η κατηγορία 50.000-100.000 ευρώ με 19%-20%, η κατηγορία που αφορά τους λογαριασμούς ύψους 100.000-500.000 ευρώ, με ποσοστό που κυμαίνεται γύρω στο 23-24%, και η κατηγορία άνω των 500.000 ευρώ αντιπροσωπεύουν γύρω στο 6% του συνόλου.
Αλλαγές στις προμήθειες των τραπεζών
Όσον αφορά τις προμήθειες που χρεώνονται στις μεταφορές κεφαλαίων, στις πληρωμές λογαριασμών κλπ, οι τράπεζες ήδη προσφέρουν υπηρεσίες χαμηλού ως μηδενικού κόστους για κινήσεις χρημάτων μέσω του συστήματος IRIS και μέσω των debit cards, ενώ ταυτόχρονα δέχονται σημαντικές πιέσεις από τον ανταγωνισμό των εναλλακτικών δικτύων των neobanks, των wallets και των money transfer services. Και θα πρέπει να σημειώσουμε πως σύμφωνα με τα στοιχεία του SSM, στην Ελλάδα, τα έσοδα από πάσης φύσεως τραπεζικές προμήθειες είναι περίπου 31% σε σχέση με τα έσοδα από τόκους, όταν στη Γερμανία είναι 79%, στη Γαλλία 78%, στην Ιταλία 84%, στην Κύπρο 47%, στην Πορτογαλία 47% και στην Ισπανία 38%.
Οι τιμολογήσεις των επιτοκίων και των προμηθειών, καθώς και οι πολιτικές ελάφρυνσης κάποιων κατηγοριών δανείων είναι δουλειά των τραπεζών και όχι της κυβέρνησης. Και αν κάπου η κυβέρνηση θέλει να προωθήσει τις πολιτικές της, αυτό πρέπει να γίνεται με διάλογο, διαπραγμάτευση και συναίνεση και όχι με «μαγκιές» και «μπινελίκια».
Η επίγευση των δηλώσεων του υπουργού Οικονομικών, είναι πικρή και ο ήχος παράφωνος. Και είναι κρίμα να στιγματίζεται με αυτόν τον τρόπο η φιλοεπενδυτική πολιτική της κυβέρνησης. Αν η οικονομία εκινείτο με «μπινελίκια» και «τσαμπουκάδες», τότε θα υπήρχε σωρεία υποψηφίων από το κόμμα του Σύριζα, για να αναλάβουν τη θέση του υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.