Την τεράστια δυναμική του φυσικού αερίου, ως του καυσίμου που θα στηρίξει την μετάβαση του παλαιού, λόγω λιγνίτη, ενεργειακού συστήματος, στην νέα εποχή της κλιματικής ουδετερότητας, αναδεικνύουν τα στοιχεία για τις περυσινές καταναλώσεις από νοικοκυριά, επιχειρήσεις και βιομηχανίες.
Σε μια χρονιά που σημαδεύτηκε από την έκρηξη της πανδημίας, τα lockdowns και ύφεση 8,2% στην οικονομία, εντούτοις η κατανάλωση φυσικού αερίου έκανε ρεκόρ, υποκαθιστώντας τον ανενεργό πλέον λιγνίτη, όπως δείχνουν τα τελευταία στοιχεία του ΔΕΣΦΑ. Καταδεικνύεται μάλιστα, εκτός της ανταγωνιστικότητας στις τιμές, στην οποία συνέβαλε ως ένα βαθμό η βουτιά σε όλα τα ενεργειακά προϊόντα ως απόρροια της ύφεσης, και η «πολυτέλεια» πλέον που διαθέτει η Ελλάδα να διαθέτει τέσσερα διαφορετικά σημεία εισόδου, γεγονός που αφενός επιτρέπει χαμηλότερες τιμές, αφετέρου αναβαθμίζει τον περιφερειακό ρόλο της χώρας.
Τα στοιχεία προσφέρονται για πολλά συμπεράσματα, αφενός γιατί αναδεικνύουν την σημασία του Τερματικού Σταθμού Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) του ΔΕΣΦΑ στη Ρεβυθούσα, από όπου και εισήχθησαν οι περισσότερες ποσότητες αφετέρου γιατί καταγράφηκε άνοδος στις ποσότητες φυσικού αερίου που εξήχθησαν στη Βουλγαρία μέσω του Σιδηροκάστρου (7,3 εκ. MWh) κι όλα αυτά ενώ η εμπορική λειτουργία του TAP αλλάζει τα εμπορικά δεδομένα, κάτι που πρόκειται να αποτυπωθεί στα στατιστικά για πρώτη φορά φέτος.
Στην εγχώρια κατανάλωση και παρ' ότι η χρονιά σημαδεύτηκε από την πανδημική κρίση, αυτή διαμορφώθηκε στα 63,1 εκατ. μεγαβατώρες ή στα 5,48 δισ. κυβικά μέτρα. Σε μια χρονιά δηλαδή όπου θα περίμενε κανείς λόγω της ύφεσης, μικρότερη κατανάλωση, εντούτοις αυτή αυξήθηκε κατά 9,5% έναντι εκείνης του 2019. Πρόπερυσι, οι πωλήσεις είχαν διαμορφωθεί στα επίπεδα των 57,4 εκατ. MWh.
Τις μεγαλύτερες ποσότητες κατανάλωσαν οι ηλεκτροπαραγωγοί, οι οποίοι κάλυψαν το 65% της ζήτησης. Ακολούθησαν οι οικιακοί καταναλωτές και οι επιχειρήσεις μέσω των δικτύων διανομής, με κατανάλωση 19%, ενώ το 16% απορροφήθηκε από τις εγχώριες βιομηχανίες, που συνδέονται απευθείας στο σύστημα υψηλής πίεσης του ΔΕΣΦΑ.
Σε συνέχεια των αλλαγών που συντελούνται στην παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου είναι ότι το 46% της ποσότητας που καταναλώθηκε προήλθε από εισαγωγές φορτίων LNG με 49 δεξαμενόπλοια να ξεφορτώνουν συνολικά στις δεξαμενές της Ρεβυθούσας, όπου οι ποσότητες που αεριοποιήθηκαν προκειμένου αυτές να διοχετευθούν στο σύστημα, δείχνουν... 5πλασιασμό σε σχέση με το 2014.
Άλλωστε την περασμένη χρονιά το LNG, λόγω και των χαμηλότερων τιμών σε σχέση με το αέριο των αγωγών, το υγροποιημένο αέριο κυριάρχησε στις εισαγωγές. Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν, τα δεξαμενόπλοια που αφίχθησαν στη Ρεβυθούσα μετέφεραν φορτία από 8 διαφορετικές χώρες προέλευσης.
Ανατροπές είχαμε και στις χώρες προέλευσης. Παρ' ότι το 2019 η Αλγερία διατηρούσε κυρίαρχη θέση στις ποσότητες LNG που εισήχθησαν στη χώρα με ποσοστό 20%, εντούτοις το 2020 στην πρώτη θέση πέρασαν οι ΗΠΑ με 48%. Διψήφιο νούμερο κατέγραψε επίσης το Κατάρ (22%), ενώ ακολούθησαν Νιγηρία και Αλγερία με 9% και οι Νορβηγία, Αίγυπτος, Γαλλία και Ολλανδία με 3%. Αξιοσημείωτες ήταν επίσης οι εξαγωγές μέσω της διασύνδεσης στο Σιδηρόκαστρο, οι οποίες έφτασαν στα 7,3 εκατ. μεγαβατώρες ή στα 649 εκατ. κυβικά μέτρα.
Σημειώνεται ότι μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2020, η Ελλάδα διέθετε τρία σημεία εισόδου φυσικού αερίου: ένα στα ελληνοτουρκικά σύνορα στους Κήπους, ένα στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα κοντά στο Σιδηρόκαστρο κι ένα στον τερματικό σταθμό LNG της Ρεβυθούσας. Η εισαγωγή του φυσικού αερίου στα συγκεκριμένα σημεία μοιράστηκε ως εξής: Το 53,82% του φυσικού αερίου εισήχθη από τη Βουλγαρία (31,9 εκατ. MWh) και από την Τουρκία (6,1 εκατ. MWh), ενώ το 46,18% εισήχθη μέσω του τερματικού σταθμού LNG της Ρεβυθούσας (32,6 εκατ. MWh).
Η εικόνα άλλαξε από τα τέλη Δεκεμβρίου, οπότε και τέθηκε σε εμπορική λειτουργία το σημείο εισόδου στην Νέα Μεσημβρία, που συνδέει το Εθνικό Σύστημα Φυσικού Αερίου (ΕΣΦΑ) με τον αγωγό TAP, και από το οποίο εισήχθησαν έως και τα τέλη της περασμένης χρονιάς, ποσότητες 650 MWh.
Καθώς το εθνικό σύστημα φυσικού αερίου συνδέεται πλέον μέσω του TAP, με μία από τις μεγαλύτερες αγορές φυσικού αερίου στην Ευρώπη, αυτή της Ιταλίας, η οποία με τη σειρά της συνδέεται με τη Βόρεια Ευρώπη μέσω Ελβετίας και Γερμανίας, είναι προφανές ότι τα φετινά δεδομένα θα δείξουν ακόμη μεγαλύτερη κινητικότητα σε σχέση με την περυσινή χρονιά, ενισχύοντας την διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας και την ασφάλεια εφοδιασμού.
Η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και του καθεστώτος πρόσβασης τρίτων (Third Party Access TPA), βάσει του οποίου λειτουργεί ο ΔΕΣΦΑ, ενισχύει επίσης τον ανταγωνισμό τιμών. Η πρόσβαση τρίτων (TPA) διέπεται από τις διατάξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της εθνικής νομοθεσίας, διασφαλίζοντας ανοιχτή πρόσβαση σε οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο μέρος.