Δυο στατιστικά στοιχεία και ένα σετ εκτιμήσεων για ένα τρίτο, όλα σημαντικά, είχαμε χθες. Εργασία (και ανεργία), πληθωρισμός (προσωρινή εκτίμηση) και εθνικό προϊόν (προβλέψεις). Ακολουθούν κάποιες πρώτες σκέψεις.
Η αύξηση των απασχολουμένων στο νέο ικανοποιητικό επίπεδο των 4 εκατομμυρίων 300 χιλιάδων ατόμων και η ακόμη καλύτερη συγκράτηση των μη ενεργών πολιτών στο επίπεδο των 3 εκατομμυρίων, είναι καλά νέα. Θα μπορούσαν όμως να είναι καλύτερα. Πρώτον, αυτοί που δεν εργάζονται είναι πάρα πολλοί, ακόμη. Ιδίως επειδή μεταξύ τους είναι πάμπολλοι άνθρωποι που δεν είναι συνταξιούχοι, που αριθμούν περίπου 2,5 εκατομμύρια. Δεύτερον, αυτοί που εργάζονται και δεν το δηλώνουν είναι επίσης πολλοί, ειδικά μεταξύ παράνομων μεταναστών και νέων ανθρώπων. Τρίτον, γιατί ενώ αρκεί να δουλέψει κανείς για μερικές μόνον ημέρες για να μη λογίζεται άνεργος, οι πραγματικές ώρες απασχόλησης, που αποκρύπτονται ως μαύρη εργασία, είναι πολλές περισσότερες από όσο δείχνει το επιτέλους κάτω από το 10% επίπεδο της ανεργίας που ανακοίνωσε για τον Οκτώβριο η Στατιστική, στο 8,7% χωρίς την εποχική προσαρμογή.
Στην πράξη, όλες οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες εξεύρεσης κατάλληλου προσωπικού. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα μένει πίσω σε παραγωγικότητα, ακόμη και στους τομείς εκείνους που το επενδεδυμένο κεφάλαιο είναι επαρκές. Είναι κυριολεκτικώς κρίμα, γιατί χάνουμε πολύτιμο προϊόν και άρα πολλά χρήματα σε μισθούς, κέρδη, κατανάλωση και κέρδη. Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς πρέπει να δεχτούμε ότι μια αρτιότερη μέτρηση θα έδειχνε ότι το ποσοστό της ανεργίας είναι σε ιστορικό χαμηλό, αφού μεταδικτατορικά η Ελλάδα έδειξε ότι μια αναλογία ανέργων γύρω στο 8% δείχνει ότι η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε κατάσταση πλήρους απασχόλησης.
Αυτό είναι σημαντικό επειδή συνδέεται με τον πληθωρισμό, το άλλο μέγεθος που ήρθε χθες στη δημοσιότητα. Σύμφωνα με τη χθεσινή εκτίμηση της eurostat, ο ελληνικός ετήσιος τιμάριθμος θα είναι στο 3% τον μήνα που μόλις πέρασε, σχεδόν 6 ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το περυσινό επίπεδο. Εξίσου ενθαρρυντικές είναι οι εκτιμήσεις για τις μεγάλες οικονομίες: Γερμανία (2,3%), Ιταλία (0,7%), Ολλανδία (1,4%), Γαλλία (3,8%) χώρες από τις οποίες πραγματοποιούμε το μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών εισαγωγών μας. Ήδη, άλλωστε, οι τιμές παραγωγού έχουν καταγράψει σημαντική συγκράτηση. Η σύνδεση μεταξύ ανεργίας και πληθωρισμού είναι κεντρικό ζήτημα στη λειτουργία της οικονομίας επειδή, εφόσον η καταναλωτική ζήτηση παραμένει υψηλή, όπως συμβαίνει στην περίπτωσή μας, οι μισθοί θα αυξηθούν (και αυτό είναι και δικαιολογημένο και καλό) αλλά ταυτόχρονα θα συντηρηθούν οι πληθωριστικές πιέσεις.
Τα δύο προηγούμενα μεγέθη συνδέονται επίσης, όπως πάντα στο οικονομικό κύκλωμα, με το ύψος του εθνικού εισοδήματος (προϊόντος). Αν περισσότεροι άνθρωποι συμμετέχουν στην παραγωγή και αν οι τιμές φουσκώνουν, τότε, το ονομαστικό προϊόν θα αυξάνεται ταχύτερα. Υπ’ αυτή την έννοια, η αναθεώρηση των εκτιμήσεων από την Τράπεζα της Ελλάδος και τον ΟΟΣΑ για το ΑΕΠ του 2024, που δείχνουν ότι η ανάκαμψη θα …στραβώσει (γύρω στο 2% αντί πλησίον του 3%, που είναι η εκτίμηση του προϋπολογισμού) είναι απαισιόδοξη. Κυρίως γιατί η ελληνική οικονομία παραμένει ακόμη σε θερμή φάση. Μόνον αν αυτό αλλάξει, όπως θα μπορούσε να συμβεί από μια καθίζηση του τουρισμού, οι νέες «συγκρατημένες» προβλέψεις θα μπορούσαν να επιβεβαιωθούν. Αυτό όμως που δικαιολογεί τις νέες εκτιμήσεις των δύο αυτών οργανισμών είναι η δυσκολία των επιχειρήσεων να αυξήσουν την παραγωγή τους επειδή δεν βρίσκουν αρκετά «χέρια» (και μυαλά προφανώς…).
Το σημείωνα και πριν κάποιες εβδομάδες εδώ: το κράτος έχει την υποχρέωση να ξαναδεί σύντομα το σύστημα διαχείρισης των συμπολιτών που αναζητούν εργασία. Αν αυτό συμβεί, τότε περισσότεροι σημερινοί «άνεργοι» θα βρουν δουλειές, η προσφορά προϊόντων θα αυξηθεί και, σε κάποιο μέτρο, οι πληθωριστικές πιέσεις θα περιοριστούν. Το 2024 θα είναι έτος επιστροφής σε ελεγχόμενο πληθωρισμό. Είναι απαραίτητο να γίνει και έτος σταθεροποίησης της ανεργίας κάτω από το διψήφιο επίπεδο, εξέλιξη που θα ανοίξει το δρόμο για την επαναφορά των τριετιών στη μισθωτή εργασία, εξέλιξη που θα οδηγήσει σε μεγάλο άλμα του διαθέσιμου εισοδήματος, το οποίο, όπως όλοι γνωρίζουμε, αποτελεί το μοναδικό πραγματικό «γιατρικό» στην ακρίβεια.