Ο πληθωρισμός τείνει να γίνει η καραμέλα της οικονομικής ειδησιογραφίας ανά τον κόσμο. Η Fed άλλαξε τους όρους του παιχνιδιού μεταφέροντας την πιθανότητα για αύξηση επιτοκίων από το 2024 στο 2023. Η G7 κατέληξε σε συμφωνία για τη φορολογία των επιχειρήσεων αλλά απέτυχε να καταλήξει σε μια έμπρακτη απόφαση για προτεραιότητα στον εμβολιασμό του αναπτυσσόμενου κόσμου. Τζόνσον και Ντράγκι αναβάλλουν την πλήρη άρση των μέτρων. Όλα αυτά εν μέσω ιστορικών υψηλών για τις περισσότερες αγορές.
Χθες η Fed μονοπώλησε το ενδιαφέρον και δικαίως, μιας και παρά τις αναμενόμενες αποφάσεις για αμετάβλητα επιτόκια στο εύρος του 0% - 0,25%, οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό και η ορολογία που χρησιμοποιήθηκε στη συνέντευξη Τύπου αλλάζουν τους όρους του παιχνιδιού στον κόσμο των αγορών.
Η Fed «βλέπει» πλέον άνοδο του πληθωρισμού στο 3,4%, ήτοι μια ποσοστιαία μονάδα πάνω από τις εκτιμήσεις της τον Μάρτιο του 2021, ενώ αναθεώρησε προς τα πάνω και την πρόβλεψή της για τον δομικό πληθωρισμό - δεν περιλαμβάνει τιμές για τρόφιμα και ενέργεια- ο οποίος πλέον αναμένεται ότι θα ανέλθει στο 3% το τρέχον έτος, από 2,2% που προέβλεπε τον Μάρτιο.
Τα στοιχεία αυτά ανάγκασαν τον Πάουελ να παραδεχτεί στη συνέντευξη Τύπου ότι έχει αυξηθεί η πιθανότητα «ο πληθωρισμός να αποδειχθεί υψηλότερος και πιο επίμονος από ό,τι αναμέναμε».
Η νέα πρόβλεψη της Fed για τον δείκτη τιμών καταναλωτή κινείται σημαντικά υψηλότερα από τον στόχο που έχει θέσει για πληθωρισμό στο επίπεδο του 2%. Μπορεί η Κεντρική Τράπεζα να είχε φροντίσει ήδη να δώσει το στίγμα ότι για ένα εύλογο χρονικό διάστημα μπορεί να «ανεχθεί» αυξημένα επίπεδα πληθωρισμού, αλλά η περίοδος χάριτος υφίσταται σαφείς χρονικούς περιορισμούς.
Κάτω από αυτό το πρίσμα δεν μας κάνει εντύπωση η πληροφορία του Reuters όσον αφορά το γεγονός ότι η πλειοψηφία των μελών της Fed εμφανίστηκε υπέρ του σεναρίου για δύο αυξήσεις επιτοκίων έως τα τέλη του 2023, ήτοι έναν χρόνο νωρίτερα από τις αρχικές προβλέψεις για αύξηση επιτοκίων από το 2024 και μετά.
Μπορεί αυτές οι εκτιμήσεις να αλλάξουν εκ νέου και σε επόμενες συνεδριάσεις η ημερομηνία αύξησης επιτοκίων να έρθει ακόμα πιο κοντά; Η απάντηση είναι θετική.
Παρατηρείστε πόσο «κομψά» άλλαξε τη ρητορική της η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς (FOMC) της Fed: Mέχρι πρότινος και προκειμένου να υποστηρίξει την εξαιρετικά γενναιόδωρη νομισματική πολιτική, έκανε λόγο για «τεράστιες ανθρώπινες και οικονομικές δυσχέρειες στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο λόγω της πανδημίας».
Στη χθεσινή ανακοίνωσή της όμως υπερθεμάτισε για την πρόοδο που έχει σημειωθεί στο μέτωπο των εμβολιασμών, σημειώνοντας ότι οι δείκτες της οικονομικής δραστηριότητας και της απασχόλησης έχουν βελτιωθεί και οι τομείς που έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία, παρότι παραμένουν αδύναμοι, εμφανίζουν βελτίωση.
Προφανώς η αλλαγή ρητορικής έχει σαν στόχο να θέσει τις βάσεις μιας νέας οπτικής γωνίας όσον αφορά την αναγκαιότητα ή όχι της διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής.
Σύμμαχος προς αυτή την κατεύθυνση ήταν η ανοδική αναθεώρηση των εκτιμήσεων για το αμερικανικό ΑΕΠ φέτος, στο +7%, έναντι προηγούμενης εκτίμησης για ανάπτυξη 6,5%, με την ανεργία να παραμένει αμετάβλητη στο 4,5%.
Όπως τόνισε άλλωστε και ο Πάουελ στη συνέντευξη Τύπου, ο χρόνος σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής θα εξαρτηθεί από την πρόοδο της οικονομικής ανάκαμψης.
Με ανιούσα τάση στην οικονομική ανάπτυξη λοιπόν και επιμονή των πληθωριστικών πιέσεων, η στιγμή αυτή μπορεί να αποδειχθεί πολύ πιο κοντινή από ότι νομίζουμε. Γι’αυτό άλλωστε οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων πήραν την ανιούσα μετά τις ανακοινώσεις της FED, με το αμερικανικό δεκαετές να ενισχύεται κατά 5 μονάδες βάσεις στο 1,579%, αρκετά κοντά στο πρώτο σημείο «συναγερμού» ήτοι στη ζώνη 1,75%-2%.
Στην ουσία οι επενδυτές προεξοφλούν ήδη ότι οι Κεντρικοί Τραπεζίτες είναι θέμα χρόνου να «συμμορφωθούν» προκειμένου να ελέγξουν τον πληθωρισμό. Και τι σημαίνει συμμόρφωση; Μείωση της ρευστότητας που διοχετεύεται στην οικονομία, αρχικά με τη μείωση του ποσού των αγορών ενεργητικού και λίγο αργότερα με την αύξηση των επιτοκίων.
Αν και μια τέτοια εξέλιξη θα χρειαστεί ένα χρονικό διάστημα κάποιων μηνών για να υλοποιηθεί, θα είναι ισχυρό πλήγμα για επιχειρήσεις με πιστοληπτική ικανότητα εκτός επενδυτικής βαθμίδας, ενώ την ίδια στιγμή θα σηματοδοτήσει την αύξηση του κόστους χρηματοδότησης για όλες.
Ισχυρό πλήγμα θα είναι και για πολλά κράτη που μέχρι και σήμερα καταφέρνουν να δανείζονται με αρκετά χαμηλά επιτόκια, χάρη στη διάθεση των επενδυτών να αναλάβουν μεγαλύτερο ρίσκο προκειμένου να εξασφαλίσουν καλύτερες αποδόσεις σε έναν κόσμο αρνητικών επιτοκίων. Ισχυρό πλήγμα όμως θα είναι και για τις αγορές για τους λόγους που εξηγήσαμε την προηγούμενη Πέμπτη. (σ.σ:περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
Καταιγισμός πληθωριστικών στοιχείων από παντού
Η αλήθεια είναι ότι η αγορά ομολόγων χθες κλήθηκε να «χωνέψει» πολλά!
Στις ανακοινώσεις της ημέρας ήταν και οι τιμές εισαγωγών στις ΗΠΑ, οι οποίες αυξήθηκαν τον Μάιο με ρυθμό που ξεπέρασε τις εκτιμήσεις των αναλυτών, καθώς το κόστος των πετρελαϊκών προϊόντων αυξήθηκε και οι διαταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες διατηρήθηκαν.
Οι τιμές εισαγωγών αυξήθηκαν κατά 1,1% τον προηγούμενο μήνα συμπληρώνοντας επτά συνεχείς μήνες ανόδου. Σε ετήσια βάση, οι τιμές σκαρφάλωσαν 11,3%, εμφανίζοντας τη μεγαλύτερη άνοδο από το Σεπτέμβριο του 2011.
Αλλά και οι τιμές εξαγωγών αυξήθηκαν 2,2% τον Μάιο, ενώ σε ετήσια βάση οι τιμές εκτινάχθηκαν κατά 17,4% που αποτελεί το μεγαλύτερο νούμερο στην ιστορία της έρευνας που ξεκίνησε το 1983. Οι τιμές δε των αγροτικών εξαγωγών σημείωσαν άλμα 6,1% εμφανίζοντας τη μεγαλύτερη άνοδο από το Νοέμβριο του 2010.
Και όλα αυτά μετά τις ανακοινώσεις της προηγούμενης εβδομάδας ότι ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε τον Μάιο σε υψηλό 13 ετών στο 5% σε ετήσια βάση.
Μπορεί λοιπόν η Fed να εμφανίστηκε για άλλη μια φορά καθησυχαστική για τον πληθωρισμό, επικαλούμενη έκτακτους και παροδικούς παράγοντες όπως οι διαταραχές στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες λόγω της πανδημίας, όμως ταυτόχρονα φρόντισε να ξεκινήσει «γλυκά» την προεργασία για αλλαγή πλεύσης σε περίπτωση που αποδειχθεί επικίνδυνα επίμονος.
Μια αλλαγή πλεύσης που μπορεί να χρειαστεί να κάνουν και άλλες Κεντρικές Τράπεζες μιας και ο πληθωρισμός παρελαύνει πλέον στις περισσότερες οικονομίες. Ο πληθωρισμός για παράδειγμα στην Ευρωζώνη διαμορφώθηκε στο 2% τον Μάιο από το 1,6% του Απριλίου, κυρίως εξαιτίας του υψηλότερου ενεργειακού κόστους, στο υψηλότερο επίπεδο από τα τέλη του 2018 και υψηλότερα από τον στόχο της ΕΚΤ για «χαμηλότερα αλλά κοντά στο 2%».
Στη μεγαλύτερη δε οικονομία της Ευρωζώνης τη Γερμανία, ο πληθωρισμός κινείται πλέον σε ετήσια βάση πέριξ του 2,4%, με τη Βundesbank αρκετά απαισιόδοξη να εκτιμά επίπεδα ακόμα και πέριξ του 4% το 2021.
Τα «προβληματικά» νέα όμως για τη Γερμανία δεν σταματούν εδώ. Το Ινστιτούτο Οικονομικής Ερευνας (Ifo) αναθεώρησε πτωτικά κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες την εκτίμησή του για την ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του λοιπόν, η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία θα πρέπει να φτάσει στα προ πανδημίας επίπεδα το τρίτο τρίμηνο της τρέχουσας χρονιάς. Το ποσοστό ανεργίας θα φτάσει στο 5,8% φέτος και θα πέσει στο 5,2% το 2022, ενώ ο πληθωρισμός θα αγγίζει το 2,6% φέτος. Τουλάχιστον σε αντίθεση με τη Βundesbank εκτιμά ότι θα μειωθεί στο 1,9% το επόμενο έτος.
Στο ίδιο μήκος κύματος και τα στοιχεία από τη Μεγάλη Βρετανία όπου ο πληθωρισμός κινείται με ρυθμό 2,1% , ενώ υπόψιν ότι τα πρόσφατα στοιχεία από την Κίνα μας προετοιμάζουν για τη συνέχεια του σίριαλ.
Υπενθυμίζουμε ότι στις 9 Ιουνίου, oι εργοστασιακές τιμές στην Κίνα αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 9% τον Μάιο, το υψηλότερο ποσοστό εδώ και μία δεκαετία. Αυτό, μαζί με την αύξηση στα έξοδα μεταφορών - ο δείκτης Drewry World Container Index κινείται 485% υψηλότερα από πέρσι- και με ένα ισχυρότερο γουάν, πιθανότατα θα αυξήσει τις τιμές των προϊόντων της Κίνας, δημιουργώντας νέα ωστικά κύματα σε όλο τον κόσμο.
Η πανδημία είναι ακόμα εδώ
Μετά τις ανακοινώσεις του Βρετανού Πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον για την αναβολή της πλήρης κατάργησης των περιορισμών κατά του κορονοϊού και την μεταφορά της περιβόητης «Ημέρας Ελευθερίας» στις 19 Ιουλίου- ήτοι 4 εβδομάδες αργότερα- λόγω της ευρείας διασποράς της μετάλλαξης Δέλτα και η κυβέρνηση του Μάριο Ντράγκι στην Ιταλία προσανατολίζεται προς την παράταση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης λόγω του κορονοϊού. Σύμφωνα με τις La Repubblica και Ιl Messaggero, η κατάσταση έκτακτης ανάγκης πιθανότατα να μη λήξει στις 31 Ιουλίου όπως αναμένεται, καθώς ο Ιταλός πρωθυπουργός φέρεται να θέλει να την διατηρήσει, ίσως και μέχρι τα τέλη του χρόνου.
Τη στιγμή που κορυφώνεται η ανησυχία στη Μεγάλη Βρετανία και την Ιταλία λόγω των μεταλλάξεων, η ομάδα των Επτά (G7) απέτυχε να καταρτίσει ένα σχέδιο για τον εμβολιασμό του αναπτυσσόμενου κόσμου.
Οι δόσεις της τάξης του 1 δισεκατομμυρίου που ανακοινώθηκαν ως δωρεά για τον εμβολιασμό των φτωχώτερων χωρών είναι ένα πολύ «μικρό βήμα» και σίγουρα ανεπαρκές. Όπως χαρακτηριστικά σημείωσε ο αναπληρωτής γενικός γραμματέας του ΟΗΕ για τις ανθρωπιστικές υποθέσεις Μαρκ Λόουκοκ: «Αυτές οι σποραδικές, μικρής κλίμακας, φιλανθρωπικές δωρεές από πλούσιες χώρες σε φτωχές χώρες δεν αποτελούν ένα σοβαρό σχέδιο και δεν θα οδηγήσουν στο τέλος της πανδημίας. Αυτό που χρειαζόταν ο κόσμος από την G7 ήταν ένα σχέδιο να εμβολιάσει τον κόσμο. Και αυτό που πήραμε ήταν ένα σχέδιο για να εμβολιαστεί περίπου το 10% του πληθυσμού χωρών χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, ίσως σε έναν χρόνο από τώρα ή το δεύτερο εξάμηνο του ερχόμενου έτους».
Όμως όπως διεξοδικά εξηγήσαμε τη Δευτέρα στην «καίρια παρένθεση» αν οι αναπτυσσόμενες χώρες δεν εμβολιαστούν γρήγορα, ο ιός θα συνεχίσει να μεταλλάσσεται και θα μπορούσε να γίνει ανθεκτικός στην ανοσοποίηση.
Ο εμβολιασμός πληθυσμών σε γεωγραφικές περιοχές που δίνουν «ιδιαίτερο χώρο» στον Sars Cov 2 να μεταλλαχθεί ή ακόμα χειρότερα να ανασυνδυαστεί με άλλους ιούς, θα πρέπει να γίνει η μέγιστη προτεραιότητα όλων των χωρών τη δεδομένη χρονική στιγμή αν θέλουμε να αποφύγουμε τα χειρότερα. Και αυτός είναι ο μεγαλύτερος μαύρος κύκνος για το 2021.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δε δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.