Σε κρίσιμο σταυροδρόμι βρίσκονται οι παγκόσμιες αγορές καθώς από τη μία ο πλανήτης πλησιάζει ολοένα περισσότερο στο να ελέγξει την πανδημία με αποτέλεσμα η ανάπτυξη να κερδίζει έδαφος, όμως από την άλλη εκφράζονται σχεδόν καθημερινά ανησυχίες για τις υψηλές αποτιμήσεις των μετοχών και κατ’ επέκταση για την πιθανότητα σημαντικής διόρθωσης.
Πολλοί μάλιστα έσπευσαν να πουν ότι η πτώση της περασμένης εβδομάδας είναι η αρχή της εν λόγω διόρθωσης.
Σύμφωνα με την Morgan Stanley, πριν κοιτάξουν οι επενδυτές στη γυάλινη σφαίρα τους για να «νικήσουν» τους χρηματιστηριακούς δείκτες τους επόμενους μήνες, καλό θα είναι να ρίξουν μια ματιά σε όσα συνέβησαν στις αγορές το… 2004.
Αν πιστέψουμε την αμερικανική τράπεζα, οι δύο χρονιές έχουν μέχρι στιγμής πολλά κοινά χαρακτηριστικά, που σημαίνει ότι στο σύνολό του το 2021 ενδέχεται να είναι έτος με πολλά σκαμπανεβάσματα που στο τέλος του οι μεγαλύτεροι δείκτες του κόσμου δεν θα απέχουν πολύ από τα σημερινά επίπεδα.
Επενδυτές, δέστε τις ζώνες σας και προσέξτε πολύ τη μεταβλητότητας, είναι το μήνυμα που στέλνει ο οίκος.
Το… μακρινό, λοιπόν, 2004, που για την Ελλάδα έχει μείνει στην ιστορία ως η χρονιά των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας και της κατάκτησης του Euro της Πορτογαλίας, οι αγορές σημείωσαν μεγάλα σκαμπανεβάσματα, με τον S&P 500 να κλείνει το έτος με κέρδη 9%.
Ακολούθησε ο Nasdaq με ελαφρώς χαμηλότερη επίδοση, ενώ ο Dow Jones ενισχύθηκε κατά 3%. Ήταν επίσης έτος ανόδου για τις ευρωπαϊκές αγορές (Λονδίνο, Φρανκφούρτη, Παρίσι) και τον ιαπωνικό Nikkei. Όλοι οι δείκτες σημείωσαν κέρδη κοντά στο 7% με 8%.
Ο δείκτης που ξεχώρισε ήταν μεγάλη έκπληξη. Ο Russell 2000, ο δείκτης των εταιρειών χαμηλής κεφαλαιοποίησης της Wall, κατέγραψε άνοδο 17%, σε μία χρονιά που η ανάπτυξη και ο πληθωρισμός κινήθηκαν υψηλότερα και ο τόνος στις αγορές άλλαξε μετά από μία δύσκολη τριετία.
Ενέργεια, υπηρεσίες κοινής ωφέλειας, βιομηχανικά προϊόντα και βασικά καταναλωτικά αγαθά είναι οι κλάδοι των οποίων οι μετοχές πρωταγωνίστησαν το 2004, ενώ τις χειρότερες επιδόσεις εμφάνισαν οι υπηρεσίες επικοινωνιών, υπηρεσίες υγείας, και ο τεχνολογικός κλάδος. Το 2004 ήταν επίσης μία χρονιά κατά την οποία οι αγορές ξεπέρασαν την κρίση dot.com που οδήγησε σε πτώση 44% τον S&P 500 σε διάστημα περίπου 16 μηνών.
Βέβαια, η αμερικανική τράπεζα επισημαίνει ότι οι ιστορικές συγκρίσεις πολλές φορές δεν βοηθούν αφού οι συνθήκες αλλάζουν και ποτέ μία χρονιά δεν μπορεί να έχει ακριβώς τα ίδια χαρακτηριστικά με μία άλλη. Όμως εξετάζοντας το 2004, οι επενδυτές μπορούν να «κλέψουν» πολύ χρήσιμα στοιχεία για να τοποθετηθούν στο υπόλοιπο του τρέχοντος έτους.
Φέτος, ο S&P 500 ενισχύεται μέχρι σήμερα κατά περίπου 12%, ο FTSE 100 στο Λονδίνο κερδίζει 9%, ο DAX στη Φρανκφούρτη ενισχύεται κατά 13,7% ενώ ο ιαπωνικός Nikkei υστερεί με κέρδη 2%.
Πριν 17 χρόνια, οι εκτός ΗΠΑ μετοχές υπεραπέδωσαν και το να πουλήσει κανείς μεταβλητότητα ήταν προτιμότερο από το να αναλάβει άλλα είδη ρίσκου, κάτι που συστήνει και σήμερα η Morgan Stanley.
Μία ομοιότητα με το 2014 είναι οι αποτιμήσεις, αν και οι τρέχουσες συνθήκες είναι πραγματικά μοναδικές. Ο δείκτης P/Eτων παγκόσμιων μετοχών ήταν στο 17x το 2014, έναντι 20x σήμερα, ενώ το εκτιμώμενο επίπεδο πληθωρισμού με βάση το αμερικανικό 10ετές ομόλογο ήταν 2,30% έναντι 2,26% σήμερα.
Ο δείκτης μεταβλητότητας VIX βρισκόταν στις 15 μονάδες ενώ σήμερα είναι στις 18 και ο δείκτης δολαρίου ήταν στις 90 μονάδες τέτοια εποχή το 2014 και σήμερα είναι στις 92 μονάδες.
Να θυμίζουμε εδώ ότι η αμερικανική οικονομία είχε βγει από την ύφεση το 2001 και πέρασε μία δύσκολη διετία με τη Wall να φτάνει σε χαμηλά και την ανεργία να κορυφώνεται το 2003. Στις διαφορές μεταξύ του 2004 και του 2021 είναι ότι η Fed ξεκίνησε να αυξάνει τα επιτόκια το 2004 ενώ σήμερα το βλέπει για το 2023.
Επίσης, το 2004 ήταν χρόνια προεδρικών εκλογών, ενώ φυσικά η ρευστότητα που διοχέτευαν οι κεντρικές τράπεζες δεν έχει καμία σχέση με το σήμερα.
Τι μέλλει γενέσθαι λοιπόν; Η Morgan Stanley τονίζει ότι το πιθανότερο σενάριο είναι ότι μπαίνουμε σε φάση «παύσης» στις μετοχές, όμως μέσα σε μία εν ενεργεία bull market, με ήπια ενισχυμένο το δολάριο, μεγαλύτερα spreads και πιο μεικτή εικόνα όσον αφορά τους κλάδους που θα κυριαρχήσουν.