Η χθεσινή χρηματιστηριακή συνεδρίαση στην Wall Street σημαδεύτηκε από την κατάρρευση των μετοχών των εταιρειών λιανικού εμπορίου. Η ψυχρολουσία που επιφύλαξαν στους επενδυτές τα αποτελέσματα της Target (TGT NYSE), σε συνδυασμό με μία αντίστοιχη αρνητική έκπληξη από την Walmart (WMT NYSE) προχθές Τρίτη, έδειξαν στην αγορά πως τα προβλήματα που αντιμετωπίζει το ηλεκτρονικό εμπόριο έχουν αρχίσει να απλώνονται και σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις που πουλάνε προϊόντα στους καταναλωτές μέσα στα καταστήματά τους.
Μέχρι τώρα, οι περισσότεροι επενδυτές πίστευαν πως η σταδιακή επιστροφή της οικονομίας από την περιπέτεια της πανδημίας άρχισε να στρέφει τους καταναλωτές στα φυσικά από τα ηλεκτρονικά καταστήματα. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν η Target, η Walmart και πολλές άλλες έχει να κάνει κυρίως με την μείωση των περιθωρίων κέρδους.
Σύμφωνα με ότι είπαν οι διοικήσεις, η κερδοφορία έχει αρχίσει – και θα συνεχίσει – να πλήττεται από διάφορους παράγοντες λίγο πολύ συνδεδεμένοι με τον πληθωρισμό: την αύξηση του μεταφορικού κόστους, τις δυσκολίες στις εφοδιαστικές αλυσίδες διαφόρων τομέων της οικονομίας, τις αυξημένες τιμές των πρώτων υλών, την αύξηση των εξόδων μισθοδοσίας. Συνδεδεμένη με τον πληθωρισμό είναι και η αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς.
Μεγάλο μέρος του καταναλωτικού κοινού ξόδεψε μεγαλύτερο ποσοστό των χρημάτων του για πράγματα τα οποία έχει ανάγκη, δηλαδή κυρίως τρόφιμα. Αυτό σημαίνει πως μειώθηκε η ζήτηση, και οι πωλήσεις, για τα προϊόντα που αγοράζουμε από επιλογή, όπως τα είδη ρουχισμού και υπόδησης.
Η στροφή αυτή δεν βοηθά τις επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου, καθώς τα είδη πρώτης ανάγκης τους δίνουν χαμηλότερα κέρδη απ’ ότι τα υπόλοιπα προϊόντα. Κοιτάζοντας τα αποτελέσματα και τις δηλώσεις των διοικήσεων της Walmart, της Target αλλά και της Home Depot (HD NASDAQ) γίνεται φανερό πως οι αυξήσεις στους μισθούς του μέσου Αμερικανού εργαζομένου έχουν ήδη πέσει θύμα του πληθωρισμού, αναγκάζοντάς τον να αρχίσει τον περιορισμό των δαπανών για αγορές μη απαραίτητων προϊόντων.
Συνοψίζοντας, μπορούμε να πούμε πως τα χθεσινά και προχθεσινά νέα από τις μεγάλες εταιρείες λιανικού εμπορίου έδειξαν στους επενδυτές πως ο πληθωρισμός έχει ήδη αρχίσει να αλλάζει τις καταναλωτικές συνήθειες και να πλήττει την κερδοφορία των εταιρειών παρά την αύξηση του κύκλου εργασιών τους.
Η αντίδραση των επενδυτών ήταν αρκετά βίαιη, αφού η μετοχή της Walmart έπεσε την Τρίτη κατά σχεδόν 12%, ενώ χθες Τετάρτη έχανε περισσότερο από 6% λίγο πριν το τέλος της χρηματιστηριακής συνεδρίασης, ενώ αυτή της Target, πάλι λίγο πριν το τέλος της χθεσινής συνεδρίασης, έπεφτε κατά 27%.
Δεν χρειάζεται να πούμε πως τα πολύ κακά νέα που ήρθαν από το λιανικό εμπόριο έπληξαν καίρια όλο το αμερικανικό χρηματιστήριο, οδηγώντας τον δείκτη Nasdaq σε απώλειες που πλησίασαν το 5%, ενώ ο S&P 500 και ο Dow Jones δεν πήγαν και πολύ καλύτερα.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί είχαμε αυτή την πτώση. Πολλοί επενδυτές αιφνιδιάστηκαν από τα κακά νέα του λιανικού εμπορίου, καθώς θεωρούσαν πως η σταδιακή επιστροφή της οικονομίας σε φυσιολογικούς ρυθμούς λειτουργίας θα ευνοούσε τις μεγάλες εταιρείες με φυσικά καταστήματα. Επίσης, η σημαντική μείωση των περιθωρίων κέρδους είναι κάτι που δεν αρέσει, ούτε πρόκειται ποτέ να αρέσει, στους επενδυτές.
Αυτά όμως μπορούμε να τα δούμε περισσότερο σαν αφορμή της χθεσινής πτώσης. Η αιτία βρίσκεται στην δραστική αλλαγή του τοπίου για τις χρηματιστηριακές αγορές. Σταδιακά βλέπουμε πως σχεδόν τα πάντα που είχαμε συνηθίσει να θεωρούμε φυσιολογικά τα τελευταία χρόνια παύουν να ισχύουν, το ένα μετά το άλλο.
Σχεδόν μία φορά κάθε εβδομάδα συμβαίνει κάτι που μας υπενθυμίζει πως τα πράγματα έχουν αλλάξει, και αυτό προκαλεί τις πιο πολλές φορές σημαντική πτώση στις αγορές. Δεν είναι μόνο οι μικρές τεχνολογικές εταιρείες που διαπραγματεύονταν σε εξωπραγματικές αποτιμήσεις όσο οι κεντρικές τράπεζες έκοβαν αφειδώς χρήμα και οι οποίες βρέθηκαν ξαφνικά σε κενό αέρος. Είναι και οι μεγάλες εταιρείες που πιστεύαμε πως είναι άτρωτες, όπως η Netflix και η Amazon, οι οποίες τιμωρήθηκαν αυστηρά από τους επενδυτές όταν παραδέχτηκαν πως δεν μπορούν να συνεχίσουν τους ίδιους ρυθμούς ανάπτυξης.
Όπως είχαμε δει προ ημερών (Ο κύβος ερρίφθη: Cash flow UBER alles | Liberal Markets), οι επενδυτές έχουν αρχίσει να προσγειώνονται στην πραγματικότητα και να απαιτούν πλέον από τις επιχειρήσεις την επίτευξη κερδοφορίας και θετικών ταμειακών ροών. Οι σκιές πάνω από τα χρηματιστήρια δεν είναι βέβαια μόνο αυτές.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, πέρα από τις άλλες συνέπειες, έχει προκαλέσει ενεργειακή, και πιθανώς και επισιτιστική κρίση, που δεν ξέρουμε πόσο θα κρατήσουν. Επίσης, η διαφαινόμενη επιστροφή σε ένα είδος ψυχρού πολέμου κάνει τις αγορές να αισθάνονται ακόμα μεγαλύτερη ανασφάλεια. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, είναι μάλλον αναμενόμενο να έχουμε πολύ συχνά επεισόδια σαν το χθεσινό που οδηγούν τις χρηματιστηριακές αγορές ακόμα πιο χαμηλά, παίρνοντας κάθε φορά σαν αφορμή διαφορετικού τύπου ειδήσεις και εξελίξεις.
Όσο η πλειοψηφία των επενδυτών νοιώθει ανασφάλεια και αβεβαιότητα, δεν θα είναι καθόλου εύκολο να ξεφύγουμε από αυτό το αρνητικό κλίμα, πολύ απλά γιατί το μοναδικό δοκιμασμένο φάρμακο κατά της αβεβαιότητας και της ανασφάλειας δεν θα είναι διαθέσιμο για αρκετούς μήνες ακόμα. Το φάρμακο είναι βέβαια τα χαμηλά επιτόκια και η χαλαρή νομισματική πολιτική, όπως έχει γίνει φανερό τις τελευταίες δεκαετίες.
Για όσο διάστημα ακόμα ο γιατρός, στην περίπτωση μας ο Τζέι Πάουελ, ο διοικητής της κεντρικής αμερικανικής τράπεζας, κρίνει πως το φάρμακο πρέπει να είναι εκτός κυκλοφορίας, οι αγορές θα σπεύδουν να αντιδρούν αρνητικά σε κάθε εξέλιξη που δείχνει πως ο πληθωρισμός είναι ακόμα ανεξέλεγκτος, συνεχίζοντας την ανώμαλη προσγείωση μετά από μία παρατεταμένη περίοδο ευφορίας. Δυστυχώς, δεν είναι καθόλου εύκολο να προβλέψουμε πότε το φάρμακο θα ξανακυκλοφορήσει. Ίσως να το πάρουμε είδηση κατόπιν εορτής, αφού πρώτα ξεκινήσει μία (φαινομενικά) ανεξήγητη ανοδική κίνηση των αγορών. Δεν θα είναι άλλωστε η πρώτη φορά.