Στην πολιτική επικαιρότητα υπάρχουν ορισμένα ζητήματα που αναδεικνύονται δυσανάλογα με την σημασία τους, ενώ άλλα που αντικειμενικά είναι μεγαλύτερης εμβέλειας και βαρύτητας περνούν «στα ψιλά γράμματα». Ένα τέτοιο ζήτημα είναι οι Μουφτείες στη χώρα μας, για τις οποίες την προηγούμενη εβδομάδα η εθνική αντιπροσωπεία υπερψήφισε νομοθετικές ρυθμίσεις που αποσκοπούν στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό τους. Επειδή επί των ημερών μου ως υπουργού Παιδείας έγινε η πρώτη μεγάλη μεταρρύθμιση για την εκπαίδευση της μουσουλμανικής μειονότητας και γενικά για τις θρησκευτικές ελευθερίας (Ν.4310/2014), αλλά κυρίως επειδή οι νέες ρυθμίσεις αποτελούν μεγάλη θεσμική μεταρρύθμιση, θεωρώ υποχρέωσή μου να εντάξω την υπόθεση των Μουφτειών στο δημόσιο διάλογο.
Ορισμένα διευκρινιστικά στοιχεία που θα βοηθήσουν στην κατανόηση αλλά και αξιολόγηση των θέσεών μου: οι Μουφτείες οργανώνονται θεσμικά και διασφαλίζεται η οικονομική τους ανεξαρτησία. Μέχρι τώρα όλα όσα αφορούσαν τις Μουφτείες ήταν σε μια γκρίζα ζώνη. Η κύρια ευθύνη για την επιλογή Μουφτή περνά στους μουσουλμάνους θρησκευτικούς λειτουργούς μέσω ενός σώματος που αποτελείται από 33 μέλη (τα 27 εκ των οποίων αναδεικνύονται μέσω δημόσιας κλήρωσης) το οποίο αποφασίζει ποιος ή ποιοι από τους υποψηφίους είναι επαρκείς. Στη συνέχεια ο υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων επιλέγει έναν από αυτούς που προτείνει η Επιτροπή και τον διορίζει Μουφτή.
Αντιλαμβάνεται λοιπόν κανείς τη σημασία του ζητήματος αλλά και την ανάγκη για πολιτική συναίνεση και συνεννόηση. Προφανώς και δεν προσφέρονται όλα τα θέματα για πολιτική αντιπαράθεση και αντιπολίτευση. Σε ό,τι με αφορά η θέση μου είναι εμπράκτως πάγια: πρώτα η πατρίδα. Τι έγινε, λοιπόν, στην προχθεσινή σχετική κοινοβουλευτική συζήτηση; Ο τρόπος που ψήφισαν τα κόμματα εκτιμώ ότι είναι αποκαλυπτικός. Όλα τα κόμματα στήριξαν την μεταρρύθμιση είτε ψηφίζοντας ΝΑΙ είτε μιλώντας για θετική κατεύθυνση στη μεταρρύθμιση αλλά για λόγους ιδεολογικούς ψήφισαν ΠΑΡΩΝ. Διευκρινίζω ότι η παράταξη που έχω την τιμή να ανήκω, το ΠΑΣΟΚ, ψήφισε ΝΑΙ. Εκτός από την Ελληνική Λύση εξαίρεση αποτέλεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αρχικά είχε εκφράσει ένα μεγαλοπρεπές ΟΧΙ αλλά στη συνέχεια, υπό την απειλή της δημόσιας κατακραυγής και με εκπεφρασμένη τη γενικότερη πολιτική συμφωνία όλων των υπόλοιπων κομμάτων, καθώς και το ότι αντιμετώπισε εσωτερικό πρόβλημα, διαφώνησε με τη συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ζητώντας να μπουν περισσότεροι Ιμάμηδες εκτός του Μητρώου Θρησκευτικών Λειτουργών του ΥΠΑΙΘ.
Το Μητρώο αυτό δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το 2014 με τον νόμο που προανέφερα, για τον οποίο είμαι πολύ υπερήφανος και ο οποίος, κατά γενικότερη ομολογία αποτελεί τη μεγαλύτερη μεταρρύθμιση στη θρησκευτική πολιτική της χώρας μετά το 1945 γιατί χάρη σε αυτόν τον νόμο (Ν.4310/2014) σε όλες τις παγκόσμιες εκθέσεις για τη θρησκευτική ελευθερία εκείνης της εποχής, η Ελλάδα πρώτευσε. Επισημαίνω ότι σε μια από αυτές τις εκθέσεις αναφέρεται ότι ενώ ανέμεναν την υποχώρηση σε θέματα θρησκευτικών ελευθεριών, όπως συμβαίνει συνήθως σε εποχής οξύτατης οικονομικής κρίσης και κοινωνικών συγκρούσεων, η Ελλάδα έλυσε ένα πρόβλημα που δεν έλυνε επί δεκαετίες. Το Μητρώο αυτό χρησιμεύει στα Ληξιαρχεία ώστε να ξέρουν αν ο θρησκευτικός λειτουργός είναι νόμιμος ώστε να εγγράψουν τον γάμο που έχει τελέσει.
Επισημαίνω, επίσης, ότι το 2018 ο ΣΥΡΙΖΑ, σωστά, επέκτεινε το Μητρώο και στους Κληρικούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας, τους Ιμάμηδες της Θράκης και τους ραβίνους. Υπεύθυνος για την εγγραφή ενός Ιμάμη στο Μητρώο είναι ο νόμιμος Μουφτής. Οι Ιμάμηδες που ελέγχονται από το Προξενείο δεν πηγαίνουν στον Μουφτή για να εγγραφούν στο Μητρώο ώστε να μην θεωρηθεί ότι τον αναγνωρίζουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε οι Ιμάμηδες αυτοί να μπορούν να μπουν στην Συμβουλευτική Επιτροπή που αποφασίζει για το Μουφτή χωρίς να χρειάζεται να εγγραφούν στο Μητρώο. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ζήτησε το Ελληνικό Κράτος να ακυρώσει τον Μουφτή που το ίδιο αναγνωρίζει. Είναι προφανές ότι αυτό εξυπηρετεί τους σχεδιασμούς του τουρκικού προξενείου. Το γιατί το έκανε, πρέπει να μας το πει ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ενώπιον της εθνικής αντιπροσωπείας έγινε, τολμώ να πω, και μια ιστορική ομιλία από τον Ιλχάν Αχμέτ, βουλευτή του ΠΑΣΟΚ. Κι αυτό γιατί πρόκειται για τον πρώτο μουσουλμάνο Βουλευτή που είπε καθαρά ότι η ανάδειξη Μουφτή μέσω εκλογών είναι ένα λάθος που θα επιφέρει δεινά και προβλήματα. Ποτέ κανείς από τη μουσουλμανική κοινότητα δεν είχε τολμήσει να πει κάτι τέτοιο στο παρελθόν γιατί όλοι φοβούνταν το Προξενείο.
Πριν ολοκληρώσω αυτές τις σκέψεις θέλω να υπογραμμίσω επίσης ότι κάθε φορά που ενισχύεται ο ρόλος των μουσουλμάνων της Θράκης, αποδυναμώνεται και ευτυχώς ο σκοτεινός ρόλος του τουρκικού Προξενείου. Έμπρακτη απόδειξη αυτής της άποψης είναι ο θεσμός των Ιεροδιδασκάλων που καθιερώθηκε επίσης επί υπουργίας μου το 2014. Τότε η αντίσταση και η εναντίωση σε αυτή την πρωτοβουλία τόσο από το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ όσο και από το τουρκικό Προξενείο ήταν πολύ ισχυρή. Τα ευεργετικά όμως αποτελέσματα οδήγησαν στην υπαναχώρηση για το ζήτημα από τον πρώτο. Προφανέστατα το τουρκικό Προξενείο που διαπιστώνει ότι τέτοιου είδους ενέργειες έχουν αρνητικό αντίκτυπο στις επιδιώξεις του συνεχίζει την αντίθεση.
Επιλογικά: το ΠΑΣΟΚ, με εισηγήτρια Χαρά Κεφαλίδου και τους εξαιρετικούς χειρισμούς της, στήριξε τις αλλαγές που πρότεινε η Κυβέρνηση και επιπροσθέτως βελτίωσε το νόμο με συγκεκριμένες παρεμβάσεις που έγιναν όλες δεκτές από την Υπουργό. Κριτήριο των αποφάσεων μας ήταν, είναι και θα είναι η εθνική και δημοκρατική ενότητα. Η έκφραση της «δημοκρατικής ενότητας» δεν χρησιμοποιείται ούτε κατ’ ευφημισμό ούτε τυχαία διότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο τουρκικός αναθεωρητισμός αλλά το πάντρεμα του τουρκικού αναθεωρητισμού με το πολιτικό Ισλάμ που είναι εχθροί της δημοκρατίας καθώς υποστηρίζουν ένα θεοκρατικό καθεστώς.