Ευτυχία Γιαννάκη «Η νόσος του μικρού Θεού», εκδ. Ίκαρος, σελ. 483
«Είναι η έμφυτη τάση του καθενός να τακτοποιεί το χάος και τον φόβο του με λέξεις. Επιτυγχάνει έτσι μια ψευδαίσθηση ισορροπίας. Οι λέξεις φτιάχτηκαν για να μπαίνουν στη σειρά η μία μετά την άλλη και να βάζουν τα πράγματα σε τάξη. Γι’ αυτό υπακούν σε συγκεκριμένους κανόνες, οι λέξεις είναι υπάκουες ακόμη και στην ποίηση, όμως σπανίως καταφέρνουν να περιγράψουν την πραγματικότητα. Είναι μια άσκηση υποταγής τελικά, η δουλειά με τις λέξεις είναι μια απόπειρα να υποτάξει και να υποταχθεί κανείς στο χάος, στην πολυπλοκότητα κι αυτό που επιπόλαια βαφτίζεται πραγματικότητα».
Θα μπορούσε να είναι απόσπασμα από δοκίμιο που αναφέρεται στη γλώσσα ή από υπαρξιακό μυθιστόρημα. Είναι απόσπασμα από αστυνομικό μυθιστόρημα και αποτελεί και την ειδοποιό διαφορά της Ευτυχίας Γιαννάκη από τους άλλους συγγραφείς αστυνομικών.
Την γνωρίσαμε με την Τριλογία της Αθήνας [Στο πίσω κάθισμα, Αλκυονίδες μέρες, Πόλη στο Φως] κι αμέσως την ξεχωρίσαμε: για την καθαρή λογοτεχνία μέσα στο αστυνομικό μυθιστόρημα, για τον τρόπο που ζωντάνευε την αθηναϊκή πραγματικότητα, για τον επιθεωρητή Χάρη Κόκκινο που αποκτούσε σάρκα και αίμα και βιωμένη ιστορία και βάσανα και τραύματα μαζί με τους υπόλοιπους ήρωες από βιβλίο σε βιβλίο, για την οξυδέρκεια, τις κριτικές παρατηρήσεις, για το χιούμορ και για τον αυτοσαρκασμό.
Βέβαια, είχε προηγηθεί πριν από χρόνια το βιβλίο της «Χάρντκορ» με ψευδώνυμο (Αλέκα Λάσκου), αποκαλύφθηκε όταν μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο.
«Η νόσος του μικρού Θεού» (κυκλοφόρησε από τον Ίκαρο όπως και όλα της τα βιβλία) εγκαινιάζει την «Τριλογία του Βυθού».
Μετά την αυτοκτονία του γιού του, ο αστυνόμος Χάρης Κόκκινος, αποσύρεται με άδεια άνευ αποδοχών για τρία χρόνια στο πατρικό του σε ένα χωριό της Νάξου. Ωστόσο παντού σε βρίσκει στο έγκλημα, ειδικά όταν έχει ρίζες και προϊστορία. Κι έτσι, εν μέσω καλοκαιρινής ραστώνης, κι ενώ περιμένει από την Αθήνα την παράξενη φίλη του, τραβεστί Τζέλα, τέως σούπερ λογιστή, μια γυναίκα εντοπίζεται νεκρή στο σκάφος της στο νότιο άκρο της Πάρου. Η Πέτρα Λαγγούση, μια πάμπλουτη ελβετίδα, σύζυγος του Αλέκου Λαγγούση, μεγαλοσυλλέκτη έργων τέχνης που ζει στην Ζυρίχη αλλά είναι από την Παροικιά, με τον θάνατό της θα αναστατώσει όχι μόνο την ντόπια κοινωνία αλλά και το παρελθόν. Εγκλήματα μεταξύ φίλων θα έρθουν στο φως, η αρχαιοκαπηλία που μαίνεται στο νησί θα δείξει τα δόντια της και ένα ολόκληρο δίκτυο ντόπιων και ξένων θα βρεθεί στη δίνη των γεγονότων. Ουδείς άμοιρος ευθυνών.
Το μυθιστόρημα ξεκινά με μια ατμοσφαιρική περιπέτεια στο βυθό που σου παγώνει το αίμα. Δυο φίλοι στήνουν καρτέρι ο ένας στον άλλον και το αντίκτυπο της πράξης τους θα το βρίσκουμε συνεχώς.
Η συγγραφέας κατορθώνει να ενορχηστρώσει μια ολόκληρη τοπική κοινωνία, με τα κουτσομπολιά της, την περιέργεια και τα μυστικά της, να θέσει σε κίνηση ένα τεράστιο δίκτυο αρχαιοκαπηλίας, να μας γνωρίσει την καινούργια ζωή του Χάρη Κόκκινου στο νησί, να μας συστήσει τον παλιό αστυνόμο και την κόρη του, τον Πανταζόπουλο που χάθηκε πριν από χρόνια από προσώπου γης, να σκαλίσει το παρελθόν τον ηρώων και να μας χαρίσει απίστευτες στιγμές γέλιου με την υπέροχη Τζέλα που σχεδιάζει να γίνει η πρώτη τραβεστί λογίστρια του νησιού.
Και έτσι θα συνεχίσει ως το τέλος: με σπαρταριστή ζωή και εξαιρετικά προσεγμένη αστυνομική πλοκή. Με περιγραφές τόπου, με αναδύσεις σε παρελθόν, με την αμείλικτη στενόκαρδη ηθική της μικρής κοινωνίας που μοναχά στο χρήμα δείχνει σημάδια αμνησίας και κάπως υποχωρεί.
Ο μικρός Θεός είναι το άγαλμα ενός έρωτα. Ο κάτοχός του και δολοφόνος το στέλνει κατακερματισμένο στους πρωταγωνιστές μιας βεντέτας που δεν μπορεί κανείς να υποπτευθεί: αλλού το κεφάλι, αλλού τα χέρια και στα δικά του, για να τα παραδώσει ο ίδιος στον υπαίτιο του δράματος, το τελευταίο κομμάτι του αγάλματος.
Μια ιστορία η οποία είναι ταυτοχρόνως αστυνομική, υπαρξιακή, ηθογραφική, αναδεικνύει τραύματα που σημαδεύουν από γενιά σε γενιά τους ανθρώπους, φωτίζει την απληστία, την αχαριστία και την ανάγκη για εκδίκηση, ανατέμνει την πολυπλοκότητα της πραγματικότητας και το απύθμενο της ανθρώπινης ψυχής. Όντας ταυτόχρονα και μια λαχταριστή φέτα ζωής.
Όσο για τον αστυνόμο Χάρη Κόκκινο, ήρθε και θα μείνει, δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς: βαδίζει πλάι μας, αναπνέει μαζί μας, σηκώνει, όπως όλοι μας, κι εκείνος τον δικό του σταυρό.
Και για να μη το ξεχάσουμε: φροντίζει να νικά η αγάπη και να θριαμβεύει το Καλό. Δεν είναι λίγο όλο αυτό.