Οι επενδυτές πέραν της προσοχής τους στη συζήτηση για το πλαφόν του αμερικανικού χρέους, μιας συζήτησης που εκτίναξε χθες τις αποδόσεις του αμερικανικού 10ετούς και όχι μόνο-προσπαθούν να ζυγίσουν τα στοιχεία για τις καταναλωτικές δαπάνες σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα των κολοσσών του λιανεμπορίου.
Bλέπετε, οι καταναλωτικές δαπάνες είναι ένα από τα μεγάλα κεφάλαια για την αμερικανική οικονομία δεδομένου ότι αντιπροσωπεύουν τα 2/3 της οικονομικής δραστηριότητας των ΗΠΑ και ως εκ τούτου αποτελούν ένα από τα πιο σημαντικά μακροοικονομικά στοιχεία που παρακολουθούν οι αναλυτές.
Σύμφωνα με τις χθεσινές ανακοινώσεις του Υπουργείου Εμπορίου, οι λιανικές πωλήσεις αυξήθηκαν κατά 0,4% τον περασμένο μήνα, αρκετά χαμηλότερα από τις εκτιμήσεις των αναλυτών σύμφωνα με τις οποίες αναμενόταν μια ανάκαμψη πέριξ του 0,8%. Όμως είναι μια πρόοδος σε σχέση με τα στοιχεία του Μαρτίου, τα οποία μετά την ελαφρώς χαμηλότερη αναθεώρηση έδειξαν πτώση των πωλήσεων κατά 0,7%.
Σε δομικό επίπεδο, οι λεγόμενες βασικές λιανικές πωλήσεις- ήτοι οι πωλήσεις εξαιρουμένων των αυτοκινήτων, της βενζίνης, των οικοδομικών υλικών και των υπηρεσιών τροφίμων- ανέκαμψαν κατά 0,7% τον περασμένο μήνα. Τα στοιχεία για τον Μάρτιο αναθεωρήθηκαν ελαφρώς προς τα κάτω και έδειξαν υποχώρηση κατά 0,4% αντί για 0,3% που είχε αναφερθεί προηγουμένως.
Η έστω μικρότερη άνοδος των λιανικών πωλήσεων υποδεικνύει μια αναζωογόνηση της δραστηριότητας σε σχέση με τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο.
Όμως, οι οικονομικοί αναλυτές εντοπίζουν στην μικρότερη της αναμενόμενης ανόδου, τις επιπτώσεις από την ταχύτατη αύξηση των επιτοκίων, που έχουν αρχίσει σιγά σιγά να επιδρούν στην οικονομία και σε συνδυασμό με την αυστηροποίηση των προτύπων δανεισμού από τις αμερικανικές τράπεζες δεν είναι λίγοι οι καταναλωτές που σιγά σιγά αρχίζουν να μην έχουν πρόσβαση στην πίστωση.
Επιπλέον, ο φόβος για μια πιθανή ύφεση ωθεί ολοένα και περισσότερα νοικοκυριά να προσαρμόσουν τις συνήθειες δαπανών τους.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Βank of America και της Deloitte, οι Αμερικανοί έχουν μειώσει ιδιαίτερα τις αγορές διακριτικής ευχέρειας, προκειμένου να κάνουν μια σχετική αποταμίευση. Μάλιστα το 71% των Αμερικανών είναι πιθανό να προσπαθήσει να « κρατήσει μετρητά», σύμφωνα με έναν νέο δείκτη Country Financial Security.
Για παράδειγμα, για να εξοικονομίσουν χρήματα οι μισοί περίπου ενήλικες τρώνε έξω λιγότερο συχνά, το 42% έχει αλλάξει τον τρόπο που ψωνίζει για φαγητό, ενώ πολλοί καταναλωτές οδηγούν λιγότερο προκειμένου να εξοικονομήσουν φυσικό αέριο, σύμφωνα με έκθεση του Country Financial, την οποία παρουσίασε αποκλειστικά χθες το CNBC.
Δεν θα έπρεπε βέβαια να μας εκπλήσσουν τέτοια στοιχεία. Ο αυξημένος πληθωρισμός από τη μια και τα αυξημένα επιτόκια από την άλλη ευνοούν τους αποταμιευτές έναντι των καταναλωτών. Οι τάσεις αυτές είναι θέμα χρόνου να επεκταθούν και σε άλλες οικονομίες και ας μη ξεχνάμε ότι ως ένα σημείο, είναι και το ζητούμενο της πολιτικής των Κεντρικών Τραπεζών.
H ψυχρολουσία από τα αποτελέσματα της Ηome Depot
Η Home Depot είναι ένας κολοσσός λιανικής ειδών σπιτιού και οι οικονομικές της επιδόσεις αποτελούν πάντα ένα σημαντικό βαρόμετρο για την πορεία του κλάδου.
Ως εκ τούτου, τα κατώτερα των προσδοκιών αποτελέσματα πρώτου τριμήνου σε συνδυασμό με την καθοδική αναθεώρηση των εσόδων για όλο το έτος λειτούργησαν σαν βαρίδι για τη Wall Street.
Η εταιρεία δήλωσε ότι ο ψυχρότερος καιρός και η πτώση των τιμών ξυλείας έπληξαν τις πωλήσεις της οι οποίες ανήλθαν στα 37,26 δισ. δολάρια έναντι εκτιμήσεων για 38,28 δις δολάρια.
Παρά το γεγονός ότι οι καταναλωτές αγόρασαν το πρώτο τρίμηνο λιγότερα «ακριβά είδη» όπως σετ βεράντας ή ψησταριές, η εταιρεία κατάφερε να ανακοινώσει κέρδη που ήταν οριακά καλύτερα του αναμενομένου, καθώς ανήλθαν σε 3,82 δολάρια/μετοχή έναντι πρόβλεψης για κέρδη 3,80 ευρώ/μετοχή.
Προσέξτε όμως. Τα κέρδη ήταν οριακά καλύτερα των εκτιμήσεων καθώς η διοίκηση είχε ήδη φροντίσει να βάλει τον πήχη χαμηλά. Αν γυρίσουμε έναν χρόνο πριν, τότε θα δούμε ότι τα κέρδη μειώθηκαν, καθώς το 2022 ανήλθαν στα 4,09 δολάρια/μετοχή.
Αυτό που προβλημάτισε περισσότερο όμως ήταν οι προσδοκίες της διοίκησης για το σύνολο του έτους. Η εταιρεία ανακοίνωσε πως πλέον αναμένει οι πωλήσεις να μειωθούν μεταξύ 2% και 5% για το σύνολο του 2023 , έναντι της προηγούμενης πιο αισιόδοξης πρόβλεψης της για αμετάβλητες πωλήσεις.
Το λειτουργικό περιθώριο κέρδους αναμένεται επίσης να είναι μειωμένο στο έτος, μεταξύ του 14% και 14,3% , έναντι προηγούμενης πρόβλεψης για περιθώριο πέριξ του 14,5%.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του οικονομικού διευθυντή της εταιρείας, Richard McPhail το 2023 θα είναι ένα « έτος εγκράτειας», μετά την περίοδο της πανδημίας που οι Αμερικανοί έδειξαν τεράστια διάθεση για να αναβαθμίσουν και να ανακαινίσουν τις οικίες τους. Όμως σημαντικό ρόλο στη μείωση των πωλήσεων έχει παίξει και η αύξηση των επιτοκίων, καθώς και η τάση για στροφή των καταναλωτών προς τις δαπάνες για υπηρεσίες.
Αυξάνονται οι πτωχεύσεις εταιρειών λιανικής
Τα προβλήματα αυτά δεν είναι αποκλειστικότητα της Ηome Depot. Χαρακτηρίζουν όλον τον κλάδο και αποτελούν δυστυχώς «χαριστική βολή» για τους αδύναμους εκπροσώπους του.
Οι σφιχτές συνθήκες πίστωσης από τη μια και κατανάλωσης από την άλλη πιθανότατα να φέρουν το πλήρωμα του χρόνου όπως παρατηρεί και η Lauren Debter στο Forbes, για τους αδύναμους κρίκους του κλάδου του λιανεμπορίου.
Ήδη τους τελευταίους 11 μήνες έχουν ανακοινωθεί αρκετές πτωχεύσεις εταιρειών λιανικής, σαφώς περισσότερες από το 2020. Η Bed Bath & Beyond, η Tuesday Morning, Party City και David’s Bridal είναι μερικά μόνο από τα ονόματα που κατέθεσαν αίτηση για υπαγωγή στο Κεφάλαιο 11.
Οι πτωχεύσεις αυτές ως ένα σημείο είναι απόρροια όσων αναφέραμε παραπάνω ως κύριες συνισταμένες της μείωσης των λιανικών πωλήσεων. Οι Αμερικανοί έχουν περιορίσει τις διακριτικές τους δαπάνες και έχουν αρχίσει να αποταμιεύουν περισσότερα χρήματα, λόγω του πληθωρισμού, της αύξησης των επιτοκίων, των απολύσεων από τις μεγάλες εταιρείες καθώς και των φόβων για ύφεση.
Όμως για να καταρρεύσει μια εταιρεία λιανικής συνήθως συνεπικουρούν και άλλοι βαθύτεροι λόγοι, όπως η υπερβολική μόχλευση, η αδιάφορη διαδικτυακή παρουσία, οι κακές επιδόσεις των φυσικών καταστημάτων κ.ο.κ.
Ειδικά οι εταιρείες με υψηλά επίπεδα χρέους τα οποία θα πρέπει να αναχρηματοδοτήσουν φέτος, βρίσκονται επί της ουσίας στην ακρογιαλιά λίγο πριν του τσουνάμι.
Οι εταιρείες λιανικής με πολύ υψηλό χρέος μπορεί να κέρδισαν χρόνο με την πανδημία, καθώς οι καταναλωτές ξόδευαν ασύστολα έχοντας στη διάθεση τους μετρητά από τα επιδόματα στήριξης, ενώ την ίδια στιγμή τα χαμηλά επιτόκια τους επέτρεπαν φθηνή αναχρηματοδότηση του χρέους τους.
Όπως γράφει όμως χαρακτηριστικά η Debter, η πανδημία πλέον τελείωσε και οι εταιρείες λιανικής έρχονται αντιμέτωπες σιγά σιγά με τα ατοπήματα του παρελθόντος:πολλά καταστήματα, πολλά χρέη και λίγοι πελάτες.
Σύμφωνα με το συγκεκριμένο ρεπορτάζ, το 12% των εμπόρων λιανικής αξιολογούνται με CCC από την S&P Global, αξιολόγηση που υποδηλώνει ότι οι πιθανότητες αθέτησης των δανειακών υποχρεώσεων είναι 50-50, ήτοι ποσοστό διπλάσιο από πέρυσι και τριπλάσιο από πρόπερσι. Ας ετοιμαστούμε λοιπόν να ακούσουμε και άλλα ηχηρά ονόματα πτωχεύσεων καθώς η πολιτική των Κεντρικών Τραπεζών έχει αρχίσει πλέον να αντικατοπτρίζεται στην αληθινή οικονομία.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά,συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.