Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διατήρησε την πολιτική της αμετάβλητη την Πέμπτη, όπως αναμενόταν, σταθερή στην πορεία της να προσφέρει σημαντική τόνωση στην οικονομία φέτος παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ, υπερβαίνοντας τον στόχο του 2% αλλά και τις ίδιες τις προβλέψεις της. Έχοντας επεκτείνει τα μέτρα στήριξης μόλις τον Δεκέμβριο, αλλαγή πλεύσης δεν ήταν ποτέ στο ραντάρ. Ωστόσο, ο επίμονος πληθωρισμός που έφτασε στο 5,1% τον Ιανουάριο θα εντείνει την πίεση στους αξιωματούχους τους επόμενους μήνες να περιορίσουν την τόνωση. Η ΕΚΤ έκανε μόνο μια μικρή αλλαγή, απέσυρε πρόταση που αναφερόταν στην επόμενη κίνηση της η οποία θα μπορούσε να είναι και προς τις δύο κατευθύνσεις.
«Το Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα εργαλεία του, όπως απαιτείται, για να διασφαλίσει πως ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα», ανέφερε η ΕΚΤ, επισημαίνοντας ότι τα επιτόκια θα μπορούσαν και να μειωθούν αν κριθεί αναγκαίο. Οι αγορές περιμένουν τη συνέντευξη τύπου της προέδρου Christine Lagarde για ενδείξεις των διαθέσεων της ΕΚΤ.
Η επικεφαλής της ΕΚΤ δεν αναμένεται να εγκαταλείψει τη σταθερή θέση της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό αλλά θα μπορούσε να παραδεχτεί ότι οι κίνδυνοι αυξάνονται και απαιτούν την προσοχή της νομισματικής αρχής. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα των 19 χωρών του ευρώ έχει επιμείνει εδώ και καιρό πως ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει χωρίς την παρέμβαση της και θα πέσει κάτω από τον στόχο του 2% μέχρι το τέλος του 2022. Συνεπώς το να αποσύρει την τονωτική της πολιτική τώρα θα ήταν αντιπαραγωγική κίνηση.
Οι αγορές όμως έχουν αρχίσει να αμφισβητούν το αφήγημα αυτό, ιδιαίτερα καθώς η ΕΚΤ υποεκτίμησε την κορύφωση του πληθωρισμού πρόσφατα, εξέλιξη που την ανάγκασε να αναθεωρήσει τις προβλέψεις της επανειλημμένα. Οι αγορές ήδη τιμολογούν αύξηση 28 μονάδων βάσης στα επιτόκια φέτος με την πρώτη κίνηση να έρχεται τον Ιούλιο, παρά την επιμονή της ΕΚΤ ότι μια κίνηση στο μέτωπο των επιτοκίων δεν είναι πιθανή φέτος.
Αν η Lagarde παραδεχτεί ότι η ΕΚΤ υποεκτίμησε τις πληθωριστικές πιέσεις, οι αγορές θα φέρουν τις προσδοκίες τους για άνοδο των επιτοκίων πιο μπροστά, αυξάνοντας το κόστος δανεισμού για κυβερνήσεις και επιχειρήσεις σε μια περίοδο που η ΕΚΤ θέλει να το κρατήσει κοντά σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ σκοπεύει να επανεπενδύει τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του PEPP κατά τη λήξη τους τουλάχιστον μέχρι το τέλος του 2024. Σε κάθε περίπτωση, η μελλοντική σταδιακή μείωση (roll-off) του χαρτοφυλακίου PEPP θα ρυθμιστεί κατά τρόπο ώστε να αποφευχθούν παρεμβολές στην ενδεδειγμένη κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής.
Η πανδημία έδειξε ότι, υπό συνθήκες πίεσης, η ευελιξία ως προς τον σχεδιασμό και τη διενέργεια των αγορών στοιχείων ενεργητικού έχει βοηθήσει στην αντιμετώπιση των δυσλειτουργιών του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής και έχει καταστήσει πιο αποτελεσματικές τις προσπάθειες του Διοικητικού Συμβουλίου για επίτευξη του στόχου του. Εντός των ορίων της εντολής του Διοικητικού Συμβουλίου, υπό συνθήκες πίεσης, η ευελιξία θα συνεχίσει να αποτελεί στοιχείο της νομισματικής πολιτικής όποτε παράγοντες που απειλούν τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής διακυβεύουν την επίτευξη της σταθερότητας των τιμών.
Πιο συγκεκριμένα, στην περίπτωση νέου κατακερματισμού στις αγορές που σχετίζεται με την πανδημία, οι επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP μπορούν ανά πάσα στιγμή να προσαρμοστούν με ευελιξία ως προς τον χρόνο, τις κατηγορίες στοιχείων ενεργητικού και τις χώρες. Η ευελιξία αυτή θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει την αγορά ομολόγων που εκδίδει η Ελληνική Δημοκρατία επιπλέον της αξίας των ομολόγων που επανεπενδύεται στη λήξη τους, προκειμένου να αποφευχθεί η διακοπή των αγορών στη συγκεκριμένη χώρα, η οποία θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής προς την ελληνική οικονομία, ενώ αυτή εξακολουθεί να ανακάμπτει από τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Οι καθαρές αγορές στο πλαίσιο του PEPP θα μπορούσαν να ξεκινήσουν εκ νέου, εφόσον κριθεί αναγκαίο, για την αντιμετώπιση αρνητικών διαταραχών που σχετίζονται με την πανδημία.
Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP)
Στο πλαίσιο της σταδιακής μείωσης των αγορών στοιχείων ενεργητικού που αποφασίστηκε τον Δεκέμβριο του 2021 και με σκοπό να διασφαλιστεί ότι η κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής παραμένει συμβατή με τη σταθεροποίηση του πληθωρισμού στον στόχο του Διοικητικού Συμβουλίου μεσοπρόθεσμα, οι καθαρές αγορές στοιχείων ενεργητικού μέσω του προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού (asset purchase programme - APP) θα διενεργούνται με μηνιαίο ρυθμό 40 δισεκ. ευρώ το β΄ τρίμηνο του 2022 και 30 δισεκ. ευρώ το γ΄ τρίμηνο. Από τον Οκτώβριο και μετά, το Διοικητικό Συμβούλιο θα διατηρήσει τη διενέργεια καθαρών αγορών στοιχείων ενεργητικού στο πλαίσιο του προγράμματος APP σε μηνιαίο ρυθμό 20 δισεκ. ευρώ για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο για την ενίσχυση της διευκολυντικής επίδρασης των επιτοκίων πολιτικής του. Το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι οι καθαρές αγορές θα λήξουν λίγο πριν αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ.
Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει επίσης να συνεχίσει να επανεπενδύει, πλήρως, τα ποσά από την εξόφληση τίτλων αποκτηθέντων στο πλαίσιο του προγράμματος APP κατά τη λήξη τους για παρατεταμένη χρονική περίοδο μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα αρχίσει να αυξάνει τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ και πάντως για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται αναγκαίο για τη διατήρηση ευνοϊκών συνθηκών ρευστότητας και ενός διευκολυντικού, σε μεγάλο βαθμό, χαρακτήρα της νομισματικής πολιτικής.
Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ
Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 0,00%, 0,25% και -0,50% αντιστοίχως.
Για να στηρίξει τον συμμετρικό στόχο του για πληθωρισμό 2% και σύμφωνα με τη στρατηγική νομισματικής πολιτικής του, το Διοικητικό Συμβούλιο αναμένει ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ θα παραμείνουν στα σημερινά τους ή σε χαμηλότερα επίπεδα έως ότου διαπιστώσει ότι ο πληθωρισμός φθάνει το 2% πολύ πριν από το τέλος του υπό εξέταση χρονικού ορίζοντα προβολής και με διάρκεια κατά το υπόλοιπο του χρονικού ορίζοντα προβολής, και κρίνει ότι η πορεία του υποκείμενου πληθωρισμού έχει σημειώσει επαρκή πρόοδο ούτως ώστε να είναι συμβατή με σταθεροποίηση του πληθωρισμού στο 2% μεσοπρόθεσμα. Αυτό ενδέχεται να συνεπάγεται επίσης μια μεταβατική περίοδο κατά την οποία ο πληθωρισμός διαμορφώνεται μετρίως πάνω από τον στόχο.
Πράξεις αναχρηματοδότησης
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί τις συνθήκες χρηματοδότησης των τραπεζών και να διασφαλίζει ότι η λήξη των πράξεων στο πλαίσιο της τρίτης σειράς στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ) δεν επηρεάζει την ομαλή μετάδοση της νομισματικής πολιτικής του. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί επίσης τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του. Όπως έχει ανακοινωθεί, αναμένει ότι οι ειδικές συνθήκες που εφαρμόζονται στο πλαίσιο των ΣΠΠΜΑ ΙΙΙ θα λήξουν τον Ιούνιο του τρέχοντος έτους. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογήσει επίσης την κατάλληλη βαθμονόμηση του συστήματος δύο βαθμίδων που εφαρμόζει για τον εκτοκισμό των αποθεματικών ούτως ώστε η πολιτική αρνητικών επιτοκίων να μην περιορίζει τη διαμεσολαβητική ικανότητα των τραπεζών σε ένα περιβάλλον άφθονης πλεονάζουσας ρευστότητας.
Σημειώνεται πως η ΕΚΤ είναι έτοιμη να προσαρμόσει καταλλήλως όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα.