Γνωρίζω την Πάρο 60 χρόνια. Πρωτοπήγα εκεί όταν το πλοίο της γραμμής έμμενε αρόδο κι έπρεπε να κατεβούμε από την πλευρική σκάλα, να μπούμε στις βάρκες που θα μας έβγαζαν στη μικρή προκυμαία.
Το αγροτόσπιτο που μέναμε βρισκόταν στο νότιο τμήμα του νησιού χωρίς ρεύμα και τρεχούμενο νερό και κάναμε μια ώρα για να πάμε από ένα κακοτράχαλο χωματόδρομο.
Έζησα τη μετάβαση από τη λάμπα πετρελαίου στη λάμπα λουξ κι από εκει στην ηλεκτροδότηση από τη ΔΕΗ. Το ίδιο έγινε και με το τηλέφωνο που ήταν με μανιβέλα στο κοντινό χωριό και έπρεπε να σε ειδοποιήσουν να περιμένεις ένα τηλεφώνημα.
Τα παιδιά ξερακιανά, περπατούσαν ξυπόλυτα κι όταν μεγάλωναν λίγο και έπρεπε να δουλέψουν φορούσαν παπούτσια από σκληρό δέρμα ραμμένα με σκληρό σπάγκο.
Εξήντα χρόνια μετά στον αντίποδα όλων αυτών στα πλαίσια ενός μαθήματος περιβαλλοντικής αγωγής σε ένα οργανικό κτήμα τα παιδιά του σχολείου της περιοχής όλα με ένα τάμπλετ στο χέρι ήθελαν να δουν πως ήταν να βγάζεις νερό από το πηγάδι και να πλένεσαι με το γνωστό ημικυλινδρικό βρυσάκι… Η δε περιγραφή της παιδικής ηλικίας του 1960 ήταν μια πετυχημένη αφηγηματική δράση στα πλαίσια των διήμερων πολιτιστικών εκδηλώσεων του Δημοτικού Σχολείου.
Η Πάρος από μια προβιομηχανική αγροτική οικονομία και κοινωνία έγινε μια ανοικτή οικονομία κατανάλωσης και υπηρεσιών. Και όλο αυτό χάρις τον Τουρισμό. Ο Τουρισμός αναμφίβολα ωφέλησε.
Όμως τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα μετά τον περιορισμό των lockdown λόγω του κορονοϊού ο τουρισμός ιδιαίτερα στην Πάρο εκτινάχτηκε σαν συμπιεσμένο ελατήριο. Το ένα ρεκόρ διαδέχεται το άλλο.
Εκτός από τα δόξα τω Θεώ άρχισαν να ακούγονται και παράπονα. Στην αρχή ήσαν ψίθυροι, σιγά - σιγά έγιναν κανονικές φωνές διαμαρτυρίας. Και οι φωνές αυτές δεν αφορούν μόνο τις δράσεις για αποκατάσταση της νομιμότητας στις παραλίες του νησιού από την Κίνηση Πολιτών Πάρου που για πενήντα χρόνια δρα στο νησί και καμέα σχέση δεν έχει με κατ' επάγγελμα επαναστάτες.
Αφορούν και τις συνέπειες από την ακρίβεια (κάποιοι λένε αισχροκέρδεια) που φέρνει ο υπερτουρισμός. Κι αυτό γιατί ο τουρίστας δεν σκέφτεται με όρους καθημερινής διαβίωσης, ξέρει ότι έχει έρθει να διασκεδάσει σε ένα περιζήτητο τουριστικό, ο μόνιμος κάτοικος όμως βιώνει το πρόβλημα όλη την περίοδο.
Αφορούν επίσης την αποξένωση των ντόπιων από ένα γνώριμο ρυθμό ζωής. Η ηχορύπανση λόγου χάριν από πολλές τουριστικές επιχειρήσεις δεν αντισταθμίζεσαι με την επίκληση των εσόδων, ιδίως αν αυτά αφορούν κάποιον άλλον.
Δεν είναι εύκολο να διαπιστωθεί αν τα παράπονα ευσταθούν. Μην ξεχνάμε όμως πως υπάρχει ένα σημείο πέρα από το οποίο οι τοπικές κοινωνίες μέσα από υπόγειες διεργασίες αντιδρούν τυφλά ακόμα και σε κάτι που ίσως τις ωφελεί.
Υπάρχουν εκείνοι που με ευκολία λένε ότι οι 15000 κάτοικοι ωφελούνται από τους υπερδεκαπλάσιους τουρίστες. Η λατρεία των αριθμών δεν είναι έσφαλες κριτήριο αξιολόγησης
Παραβλέποντας τις κατηγορίες και τις δίκες προθέσεων ένθεν κακείθεν θα ήταν χρήσιμο να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να προσπαθήσουμε να αντιληφθούμε τι συμβαίνει.
Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα τουριστικό τσουνάμι. Κι όπως τα τσουνάμι δημιουργούνται κατά την απότομη μετατόπιση μεγάλων ποσοτήτων νερού, σε ένα σχηματισμό, όπως ωκεανός ή θάλασσα ή λίμνη έτσι κι εδώ έχουμε απότομη αύξηση του αριθμού των επισκεπτών στον περιορισμένε χώρο ενός νησιού και σε καθορισμένο χρόνο.
Η διοχέτευση του κόσμου σε άλλους κοντινούς προορισμούς και η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου έχουν πέσει στο τραπέζι σαν λύσεις. Αυτό όμως θα γίνει από μόνο του;
Η αίσθηση που υπάρχει είναι πως τα γεγονότα ξεπέρασαν τους Οργανισμούς της Αυτοδιοίκησης αλλά και το κεντρικό κράτος το οποίο ωστόσο έχει κάθε λόγο να τρίβει τα χέρια του εξαιτίας των αυξημένων εσόδων από ΦΠΑ, φόρους και ασφαλιστικές εισφορές.
Όμως εκτός από το Υπουργείο Οικονομικών υπάρχει και υπουργείο Τουρισμού και λογικά θα περιμέναμε να νοιάζεται για τη διαχείριση των αντιδράσεων υπερβολικών ή μη. Έχουν γίνει μελέτες για τον κίνδυνο του υπερτουρισμού; Πώς θα προστατευθεί το τουριστικό προϊόν από τις υπερβολές;
Στην Πάρο κάποιοι χάρηκαν με την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας που μπλοκάροντας μια τουριστική επένδυση μαμούθ επαναλαμβάνει την ανάγκη συνυπολογισμού της φέρουσας ικανότητας του κάθε νησιού, σημειώνοντας ότι αυτό πρέπει να γίνεται αυτοτελώς από το Δημόσιο και όχι κατά περίπτωση. Αυτό όμως δεν απαντά στις πιέσεις του τσουνάμι. Ούτε είναι δουλειά της δικαιοσύνης να χαράζει στρατηγική.
Δυστυχώς, όλα αυτά δίνουν την αίσθηση ότι αντιμετωπίζουμε τον τουρισμό χωρίς ουσιαστικό εθνικό σχεδιασμό βάζοντας σε κίνδυνο μια δράση που θα έπρεπε να χαρακτηρίζεται από λογική αειφορίας παραμένοντας δέσμιοι της λατρείας των αριθμών.
Μακάρι να κάνω λάθος. Η υπουργός πριν λίγες ημέρες έκανε κάποιες χλιαρές δηλώσεις για διαδικασία αλλαγής φιλοσοφίας προκρίνοντας το μέτρο και την ισορροπία «έναντι των ρεκόρ και μιας ξεπερασμένης φρενίτιδας προηγούμενων χρόνων». Ωραίο και αρχαιοελληνικό μου ακούγεται. Το δια ταύτα δεν ακούσαμε. Εμείς θα περιμένουμε. Τα προβλήματα δεν ξέρω αν θα περιμένουν…