Πριν καν στεγνώσει το μελάνι της δημόσιας διαβούλευσης, πριν καλά καλά μπει το νομοσχέδιο με τα κίνητρα των συγχωνεύσεων στη Βουλή με στόχο να γίνει νόμος του κράτους και η… πολεμική έχει αρχίσει. «Μας ωθείτε σε υποχρεωτικές συγχωνεύσεις», η κριτική που ασκείται ήδη στην κυβέρνηση και το υπουργείο οικονομικών. Ως γνωστόν, του επαγγελματία ο τράχηλος, συνεργασία δεν υπομένει και το νομοσχέδιο θα δοκιμαστεί στην πράξη. Τι δείχνουν τα στοιχεία;
Ότι η Ελλάδα, έχει τη μεγαλύτερη αναλογία αυτοαπασχολούμενων ως προς τον συνολικό αριθμό των απασχολούμενων. Και αντίστοιχα, έχει την μικρότερη αναλογία μισθωτών σε ολόκληρη την Ευρώπη και μια από τις χαμηλότερες διεθνώς. Γιατί; Διότι ο Έλληνας δεν θέλει αφεντικό πάνω από το κεφάλι του. Και πιθανότατα δεν θέλει ούτε συνέταιρο ούτε συνεργάτη. Υπάρχει και ένας άλλος λόγος. Το μικρό μέγεθος διευκολύνει στο να λειτουργεί κανείς κάτω από το… ραντάρ της εφορίας. Πώς να προλάβει ο ελεγκτής να ελέγξει πάνω από ένα εκατομμύριο επαγγελματικούς ΑΦΜ διότι τόσοι υπάρχουν στην Ελλάδα.
Το προωθούμενο νομοσχέδιο από την κυβέρνηση υπακούει σε συγκεκριμένη λογική. Οι εποχές έχουν αλλάξει. Η τραπεζική επίσης. Δεν είναι εύκολο για τον διευθυντή της τράπεζας να υπογράψει δάνειο σε έναν αυτοαπασχολούμενο που δηλώνει κέρδη 4000-5000 ευρώ. Και όταν ο αυτοαπασχολούμενος θα εισπράξει την αρνητική απάντηση, θα καταγγείλει το κράτος για αποκλεισμό από τις ευκαιρίες και τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος για τον οποίο προωθούνται φορολογικά και άλλα κίνητρα: για να συγκροτηθούν μεγαλύτερες οντότητες οι οποίες θα έχουν μεγαλύτερο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στα χρόνια που έρχονται.
Η προσπάθεια να επιτύχει η συγκεκριμένη πολιτική, θα περάσει από τη σύγκρουση με τα στερεότυπα. Δεν είναι εύκολο να καλλιεργηθεί κουλτούρα συνεργασίας πόσο μάλλον με φορολογικά κίνητρα. Γιατί να τραβήξει την προσοχή κάποιου η μείωση του φόρου κατά 30% όταν ο φόρος που επιβάλλεται μετριέται σε εκατοντάδες ευρώ, ούτε καν σε χιλιάδες; Εκτός από την ψήφιση του νόμου, θα απαιτηθεί εκστρατεία ενημέρωσης ώστε να πειστεί ο επαγγελματίας για την αναγκαιότητα να αποκτήσει «μέγεθος».