Της Μαίρης Βενέτη
Αλλάζει το τοπίο στη φαρμακοβιομηχανία, καθώς τα μέτρα περιορισμού του κόστους της ιατροφαρμακευτικής περίλθαψης και οι απώλειες αποκλειστικότητας των πατεντών επηρεάζουν αρνητικά τους ρυθμούς ανάπτυξης.
Σύμφωνα με στοιχεία της μελέτης GlobalOncologyTrends2019 που διεξήγαγε το ινστιτούτο IQVIA, η παγκόσμια φαρμακευτική αγορά θα ξεπεράσει τα 1,5 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2023 και θα εμφανίσει ετήσιο ρυθμό μεγέθυνσης 3%-6% τα επόμενα πέντε χρόνια.
Ικανοποιητικός μεν, μικρότερος από τα προηγούμενα έτη δε.
Οι βασικοί παράγοντες ανάπτυξης θα εξακολουθήσουν να είναι οι αγορές των Ηνωμένων Πολιτειών και των αναπτυσσόμενων αγορών με ετήσια αύξηση 4-7% και 5-8% αντίστοιχα.
Στην Ευρώπη, τα μέτρα περιορισμού του κόστους και η μικρότερη ανάπτυξη από νέα προϊόντα συμβάλλουν στην επιβράδυνση της ανάπτυξης κατά 1-4% σε σύγκριση με την ετήσια αύξηση 4,7% που παρατηρήθηκε τα τελευταία πέντε χρόνια.
Στην Κίνα το 2018 η φαρμακευτική δαπάνη έφτασε τα 137 δισ. δολάρια, αποτελώντας τη δεύτερη ισχυρή συνιστώσα μετά τις ΗΠΑ, ενώ ως το 2023 αναμένεται να φτάσει τα 140-170 δισ. δολάρια, με ανάπτυξη πέριξ του 3-6% από το 8% την περίοδο 2013-2018.
Η δυναμική του κλάδου σε ορίζοντα 5ετίας
Τα νέα προϊόντα και οι απώλειες αποκλειστικότητας θα εμφανίσουν παρεμφερή δυναμική σε όλες τις ανεπτυγμένες αγορές, ενώ το μίγμα των προϊόντων θα συνεχίσει να μετατοπίζεται σε προϊόντα ειδικού τύπου.
Κατά τα επόμενα πέντε χρόνια είναι εντυπωσιακό ότι αναμένεται να κυκλοφορήσουν 54 νέες εκδόσεις δραστικών ουσιών ετησίως, ενώ τα 2/3 θα αφορούν ειδικά προϊόντα τα οποία θα προσεγγίσουν το 50% της δαπάνης έως το 2023 στις περισσότερες ανεπτυγμένες αγορές.
Ταυτόχρονα οι φαρμακευτικές εταιρείες έχουν να αντιμετωπίσουν απώλειες αποκλειστικότητας πέριξ των 121 δισεκατομμυρίων δολαρίων μεταξύ του 2019-2023, με το 80% των απωλειών αυτών να αφορά τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Επιπλέον, ο ανταγωνισμός των βιοισομετρικών φαρμάκων στην βιοτεχνολογική βιομηχανία θα είναι σχεδόν τριπλάσιος απ’ότι σήμερα.
Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα περίπου 160 δισ. δολάρια σε χαμηλότερες δαπάνες κατά τα πέντε επόμενα χρόνια.
Πώς μεταφράζονται τα στοιχεία της IQVIA για τις φαρμακευτικές και βιοτεχνολογικές εταιρείες;
Ότι εισερχόμαστε σε μια περίοδο μικρής επιβράδυνσης και αυξημένου ανταγωνισμού που αναπόφευκτα θα προκαλέσει αλλαγή ισορροπιών και μετατοπίσεις στις τάσεις της αγοράς που παρουσιάζουν αυξητικούς ρυθμούς τα επόμενα χρόνια.
Το κέντρο βάρους μετατοπίζεται στην ογκολογία
Ποιές είναι όμως οι νέες καινοτόμες και στοχευμένες θεραπείες που βρίσκονται στο επίκεντρο της αγοράς;
Για να βρούμε την απάντηση θα πρέπει να αναζητήσουμε την ταχύτερα αυξανόμενη συνιστώσα των ιατροφαρμακευτικών δαπανών.
Και αυτή δεν είναι άλλη από το κόστος της περίθαλψης κατά του καρκίνου, το οποίο μόνο στις ΗΠΑ αναμένεται να αυξηθεί από τα 125 δισ. δολ το 2010 στα 158 δισ. δολ. το 2020.
Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, το 2018 ο εκτιμώμενος αριθμός νέων περιστατικών καρκίνου ανέρχεται στα 18.078,857, ενώ το αντίστοιχο νούμερο για το 2012 ήταν 14.000.000. (σ.σ τα στοιχεία του 2019 αναμένονται τον Φεβρουάριο).
Οι δαπάνες μόνο για τα φάρμακα που χρησιμοποιήθηκαν για τη θεραπεία ασθενών με καρκίνο ανήλθαν διεθνώς το 2018 στα 150 δισ. δολάρια, αυξημένα κατά 12,9% και σηματοδοτώντας την πέμπτη συνεχή χρονιά διψήφιου ρυθμού αύξησης.
Κατά τη διάρκεια των επόμενων πέντε ετών, οι συγκεκριμμένες δαπάνες θεραπείας αναμένεται να αυξηθούν κατά 11-14%, φέρνοντας τη συνολική αγορά πέριξ των 200-230 δισ. δολαρίων.
Είναι λοιπόν κατανοητό γιατί οι 14 μεγαλύτερες φαρμακευτικές εταιρείες έχουν επικεντρώσει το 35%-40% των προσπαθειών του συνολικού pipeline φαρμάκων τους στην ογκολογία, ενώ περίπου 700 μικρότερες εταιρείες με χρηματοδότηση από επενδυτικά σχήματα διαθέτουν στο υπό ανάπτυξη χαρτοφυλάκιο τους ένα ή και περισσότερα φάρμακα για νέες θεραπείες κατά του καρκίνου.
Οι πιο καινοτόμες από αυτές τις μικρότερες εταιρείες έχουν ήδη εξαγοραστεί από τους φαρμακευτικούς κολοσσούς, οι οποίοι φρόντισαν να εντάξουν στη φαρέτρα τους τα μεγάλα διαμάντια του βιοτεχνολογικού κλάδου.
Από τις πιο σημαντικές και κομβικές εξαγορές όσον αφορά τον τομέα της ογκολογίας ήταν εκείνη της Kite Pharma από την Gilead Sciences, μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες φαρμακο-βιοτεχνολογίας, τον Οκτώβριο του 2017.
H Kite Pharma είναι μια πρωτοπόρος εταιρεία στον κλάδο της ογκολογίας με έμφαση στην τεχνολογία CAR-T , ό,τι πιο υποσχόμενο στον αναδυόμενο και ανταγωνιστικό τομέα της κυτταροθεραπείας.
Ο δεύτερος κύκλος σημαντικών εξαγορών συνεχίστηκε το 2018, όταν η Celgene, ο ηγέτης της αιματολογίας, εξαγόρασε την Juno Therapeutics, τη βασική ανταγωνίστρια της Kite, έναντι 9 δισ. δολαρίων, ενώ το 2019 η Bristol-Myers Squibb Co, εξαγόρασε την Celgene Corp καταβάλλοντας το ποσό των 74 δισ. δολαρίων σε μετρητά και μετοχές, σε μια από τις μεγαλύτερες συγχωνεύσεις στην ιστορία του φαρμακευτικού κλάδου.
Στόχος του deal είναι η δημιουργία ενός φαρμακευτικού κολοσσού, με ετήσιες πωλήσεις άνω του 1 δισ. δολαρίων, που θα παράγει συνολικά 9 προϊόντα για την καταπολέμηση του καρκίνου, με έμφαση την τεχνολογία των αναστολέων σημείων ελέγχου, στην οποία θα επικεντρωθούμε στο επόμενο μας άρθρο.
Tι είναι η θεραπεία με CAR- T κύτταρα
Οι CAR-T θεραπείες ξεκίνησαν για τη θεραπεία των καρκίνων του αίματος όπως η λευχαιμία, αλλά χρησιμοποιούνται μέχρι στιγμής και για τη θεραπεία σπάνιων και πολύ ειδικών τύπων καρκίνου, ενώ πραγματοποιούνται κλινικές δοκιμές για ένα πλήθος άλλων ιατρικών ενδείξεων.
Παρόμοιες πρωτοποριακές θεραπείες έχουν αντιστρέψει τις επικρατούσες τάσεις και στο μελάνωμα
Η θεραπεία του «ζωντανού φαρμάκου» όπως τις αποκαλούν, έχει δώσει υψηλά ποσοστά ανταπόκρισης σε ασθενείς με πολύ περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές, όπως για παράδειγμα τη συνηθέστερη μορφή μη Hodgkin λεμφώματος DLBCL με διάμεση επιβίωση μόνο έξι μήνες.
Βέβαια υπάρχουν και τα ρίσκα, αφού σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να προκληθεί το σύνδρομο αποδέσμευσης κυτοκινών, που είναι απειλητικό για τη ζωή του ασθενή. Η παρενέργεια αυτή μπορεί ωστόσο να ελεγχθεί με την χορήγηση των κατάλληλων φαρμάκων.
Πώς λειτουργεί όμως αυτή η θεραπεία;
Τα ανοσοκύτταρα (T- κύτταρα) εξάγονται από τους ασθενείς μετά από αιμοληψία, επαναπρογραμματίζονται στο εργαστήριο(!) και εν συνεχεία γίνεται εκ νέου έγχυση στον ασθενή. Τα Τ κύτταρα μετά τη διαδικασία αυτή είναι πλέον ικανά να αναγνωρίζουν ένα συγκεκριμένο επιφανειακό αντιγόνο στα καρκινικά κύτταρα, αρχίζουν να διεγείρονται, εν συνεχεία να αντιγράφονται και στο τέλος επιτίθενται στα καρκινικά κύτταρα.
Επί της ουσίας πρόκειται για μια εξατομικευμένη θεραπεία, ενώ το μεγάλο στοίχημα των εταιρειών βιοτεχνολογίας είναι ότι στο μέλλον τα λεγόμενα κύτταρα CAR-T, θα έχουν την ικανότητα να καταπολεμήσουν κάθε είδους καρκίνο.
Οι πρόσφατες εξελίξεις στην έρευνα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ, με επικεφαλής τον καθηγητή Αντριου Σιούελ, δημιουργούν πράγματι βάσιμες ελπίδες ότι ίσως το στοίχημα της βιοτεχνολογίας να είναι πολύ κοντά στην εκπλήρωση του.
Η συγκεκριμένη ερευνητική ομάδα εντόπισε ένα νέο Τ-κύτταρο που διαθέτει ένα άγνωστο έως τώρα είδος υποδοχέα (TCR), που του επιτρέπει να αναγνωρίζει και να στρέφεται εναντίον των καρκινικών κυττάρων, εγείροντας την προοπτική μιας καθολικής θεραπείας για τον καρκίνο, μιας και ένα μοναδικό Τ-κύτταρο θα είναι ικανό να καταστρέφει πολλούς διαφορετικούς τύπους καρκίνου στον πληθυσμό.
Οι μέχρι στιγμής ηγέτες
Η ανακάλυψη αυτή μπορεί να αλλάξει τις υπάρχουσες ισορροπίες στον κλάδο, καθώς ήδη έχουμε δύο φάρμακα που έχουν εγκριθεί πάνω στην τεχνολογία των CAR- T κυττάρων.
Πρόκειται για το Kymriah (tisagenlecleucel) της Novartis-το οποίο ήταν και το πρώτο που έλαβε την έγκριση από την FDA- και το Yescarta (axicabtagene ciloleucel) της Gilead Sciences.
Τον Αύγουστο του 2018, οι δύο θεραπείες CAR-T έλαβαν άδεια κυκλοφορίας και στην Ευρώπη.
H Novartis έχει ηγετική θέση στη θεραπεία μέσω CAR-T κυττάρων και μάλιστα είναι η μόνη εταιρεία μέχρι στιγμής με εγκεκριμένη θεραπεία στις ΗΠΑ και ΕΕ για παιδιατρικό r/r B cell ALL.
Ειδικότερα, τo Kymriah πήρε έγκριση με ένδειξη την οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία-είναι ο συνηθέστερος καρκίνος κατά την παιδική ηλικία- σε ασθενείς έως 25 ετών και για τη θεραπεία ενήλικων ασθενών με διάσπαρτο ή ανθεκτικό λέμφωμα από μεγάλα Β-κύτταρα ( DLBCL).
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Kymriah εγκρίθηκε με μια τιμή καταλόγου των 475.000 δολαρίων ανά ασθενή για την πρώτη ένδειξη, οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία.
Στην τιμή προστέθηκε και μια σύμβαση βασισμένη στο αποτέλεσμα, που προβλέπει την πληρωμή μόνο εφόσον ο ασθενής ανταποκριθεί στη θεραπεία μέχρι το τέλος του πρώτου μήνα. Για τη δεύτερη ένδειξη που αφορά το λέμφωμα, η θεραπεία κυκλοφόρησε στη αγορά στην τιμή των 373.000 δολαρίων χωρίς ανάλογες προϋποθέσεις που να λαμβάνουν υπόψη το αποτέλεσμα
Η τιμή μπορεί να δικαιολογείται από το 83% των επιτυχημένων κλινικών δοκιμών, αλλά λόγω του υψηλού κόστους χορηγείται σε άτομα με συγκεκριμένα είδη καρκίνου του αίματος που έχουν εξαντλήσει όλες τις άλλες θεραπευτικές επιλογές.
Το Yescarta της Gilead επίσης έλαβε έγκριση για το λέμφωμα DLBCL, αλλά και το πρωτοπαθές λέμφωμα του μεσοθωρακίου PMBCL.
Αλλά και στο στρατόπεδο του καρκίνου του πνεύμονα, έχει αρχίσει να συντελείται πρόοδος.
Κυκλοφόρησε στην αγορά στην τιμή των 373.000 δολαρίων για την ίδια ένδειξη χωρίς προϋποθέσεις που να συμπεριλαμβάνουν τα αποτελέσματα, όπως στο Kymriah.
Στην Ευρώπη, οι τιμές κυμαίνονται μεταξύ 320.000 και 350.000 ευρώ ανά ασθενή. (σ.σ: Στην Ελλάδα το φάρμακο κυκλοφορεί με την ίδια εμπορική ονομασία και το κόστος του ανέρχεται στα 374.364,48 ευρώ).
Τροχοπέδη το υψηλό κόστος
Αυτές οι γονιδιακές θεραπείες έδωσαν και δίνουν σημαντική ελπίδα στους καρκινοπαθείς και στις οικογένειές τους.
Ειδικά για ασθενείς με ιδιαίτερου τύπου λεμφώματα, τα οποία είναι απειλητικά για τη ζωή, οι διαθέσιμες κλινικές μελέτες δείχνουν πως τα εκτιμώμενα ποσοστά επιβίωσης είναι 40% για το Kymriah και 60% για το Yescarta.
Όμως η τιμή της ελπίδας και της εξαιρετικά εξατομικευμένης προσέγγισης που προσφέρεται από αυτή την πρωτοποριακή ιατρική τεχνολογία, καθίσταται υπερβολική για τα συστήματα ιατροφαρμακευτικής περίλθαψης.
Γι’αυτό και οι μέχρι στιγμής οι πωλήσεις των δύο θεραπειών ήταν απογοητευτικές σε σχέση με το κόστος απόκτησης τους, αν και αυξανόμενες από τρίμηνο σε τρίμηνο.
Η Gilead δαπάνησε πέριξ των 12 δισ. δολαρίων για να αποκτήσει το franchise της Car-T θεραπείας, με τις πωλήσεις του Yescarta το τρίτο τρίμηνο του 2019 να κυμαίνονται στα 118 εκατομμύρια δολάρια από 75 εκατομμύρια βέβαια το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018.
Για τη Novartis τα νούμερα του ίδιου τριμήνου κυμάνθηκαν στα 79 εκατ. δολάρια, αλλά υπόψιν ότι το συγκεκριμμένο φάρμακο είναι ένα εξαιρετικά μικρό μέρος του συνολικού της χαρτοφυλακίου, καθώς οι καθαρές πωλήσεις για την εταιρεία στο τρίτο τρίμηνο ήταν στα 12,2 δισ. δολάρια με πρωταγωνιστή το φάρμακο για την ψωρίαση Consetyx , που είχε πωλήσεις 937 εκατ. δολαρίων.
Όμως το 2020 τα νούμερα θα μπορούσαν να αλλάξουν και για τις πωλήσεις των θεραπειών CAR-T, αν τα Κέντρα Medicare και Medicaid Services (CMS) υιοθετήσουν την λεγόμενη extra παροχή πληρωμής τεχνολογίας.
Παρόλο που η κουβέντα στις ΗΠΑ είναι ακόμα σε εξέλιξη, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να υιοθετηθεί μια νέα πολιτική βάση της οποίας θα παρέχουν μια πρόσθετη πληρωμή/κάλυψη για θεραπείες CAR- T με μια μόνο χορήγηση.
Προφανώς και θα πρέπει να «σφυρηλατηθεί» μια νέα φόρμουλα για τον υπολογισμό των νοσοκομειακών πληρωμών για τα CAR- T, αλλά σίγουρα αυτό θα είναι ένα βήμα προς τα εμπρός ώστε τα συστήματα υγείας να υιοθετήσουν αυτή τη θεραπευτική προσέγγιση ευρύτερα, χωρίς να διακυβευτεί η οικονομική τους βιωσιμότητα.
Αποποίηση Ευθύνης: Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή, ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων.
Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται, βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.