«Ανάσα» ρευστότητας αναζητούν στην πλειοψηφία τους οι επιχειρήσεις, άλλες για να ξεπεράσουν τον κίνδυνο λουκέτου και άλλες για να τα βγάλουν πέρα με τις μικρότερες δυνατές απώλειες, ελπίζοντας ότι η σφοδρότερη ύφεση στη σύγχρονη ιστορία θα είναι σύντομη. Η ανάγκη που έχει σήμερα η πραγματική οικονομία, μετά από το δίμηνο lockdown και την τρομακτική καθίζηση της οικονομικής δραστηριότητας, καταγράφηκε με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο και μάλιστα μέσα σε λίγες μόλις ημέρες.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι συνολικές αιτήσεις των ελληνικών επιχειρήσεων για χορήγηση δανείων μέσω του Ταμείου Επιχειρηματικότητας ΙΙ και του Ταμείου Εγγυοδοσίας της Αναπτυξιακής Τράπεζας ανήλθαν σε 28 δισ. ευρώ. Το ύψος των αιτήσεων προκαλεί ίλιγγο καθώς τα δάνεια που ζήτησαν δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις αντιστοιχούν στο 41% των επιχειρηματικών δανείων και το 20% των συνολικών δανείων που έχουν χορηγήσει οι ελληνικές τράπεζες και «τρέχουν» στην αγορά. Με άλλα λόγια, σε λίγες ημέρες η αγορά ζήτησε χρηματοδότηση ίση με το 1/5 όλων των δανείων που υπάρχουν σήμερα στο σύστημα.
Κατά τις ίδιες πληροφορίες οι αιτήσεις ξεπέρασαν τις 170.000 όμως δεν αφορούν σε ανάλογο αριθμό επιχειρήσεων γιατί πολλές επιχειρήσεις υπέβαλαν περισσότερες από μία αιτήσεις, με διαφορετικά αιτούμενα ποσά, με στόχο να αυξήσουν τις πιθανότητες έγκρισης και κατ’ επέκταση χρηματοδότησης.
Οι αιτήσεις που υποβλήθηκαν για το ΤΕΠΙΧ ΙΙ ξεπέρασαν τις 98 χιλ. και το συνολικό ποσό που ζητήθηκε ξεπέρασε τα 10 δισ. ευρώ. Εγκρίθηκαν τελικά 10.150 αιτήσεις για δάνεια ύψους 1,3 δισ. ευρώ. Το ενδιαφέρον είναι ακόμη μεγαλύτερο για το «μπαζούκα» των δανείων, το Ταμείο Εγγυοδοσίας που προβλέπει την εγγύηση μεγάλου μέρους του δανείου από το δημόσιο. Κοντά στα 18 δισ. ευρώ έφτασε η ζήτηση και μόνο η Τρ. Πειραιώς δέχθηκε αιτήσεις για δάνεια ύψους 5 δισ. ευρώ. Από την ανάλυση των αιτήσεων προκύπτει ότι κάποιες επιχειρήσεις προσπάθησαν να πάρουν χρήματα από το ένα εργαλείο και να τα χρησιμοποιήσουν ως εγγύηση για να εξασφαλίσουν μεγαλύτερη χρηματοδότηση με την εγγύηση του δημοσίου.
Τα χρηματοδοτικά εργαλεία είναι πάρα πολύ σημαντικά για την επόμενη ημέρα στην οικονομία. Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο χαρακτήρισε σε χθεσινή του έκθεση «κομβικής σημασίας» τις εγγυήσεις ύψους 2 δισ. ευρώ που θα δοθούν μέσω του Ταμείου Εγγυοδοσίας της Αναπτυξιακής Τράπεζας και ζήτησε την έγκαιρη και αποτελεσματική εφαρμογή τους. Χαρακτήρισε, επίσης, «υπεραισιόδοξη» την εκτίμηση του υπουργείου Οικονομικών ότι οι εγγυήσεις αυτές θα κινητοποιήσουν συνολικούς πόρους 7 δισ. ευρώ.
Χτύπησε όμως και ένα πολύ ηχηρό «καμπανάκι» για το που θα κατευθυνθούν τα δάνεια αυτά. Είναι πιθανό, ανέφερε το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, να μην αποτελέσουν νέους πρόσθετους χρηματοδοτικούς πόρους που θα αυξάνουν τη συνολική χρηματοδότηση της οικονομίας, αλλά απλή ανακατεύθυνση υφιστάμενων κεφαλαίων που θα είχαν διατεθεί ούτως ή άλλως στην αγορά από τις τράπεζες, αλλά σε άλλους δανειολήπτες. Αν γίνει κάτι τέτοιο, υπάρχει κίνδυνος η κρατική παρέμβαση να προκαλέσει στρέβλωση και να μην χρηματοδοτηθούν αποδοτικά επενδυτικά σχέδια, οδηγώντας στο χειρότερο δυνατό σενάριο που είναι η δημιουργία μιας νέας γενιάς «κόκκινων» δανείων που θα έχει πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος.
Οι τεράστιες ανάγκες ρευστότητας δεν αφορούν μόνο την Ελλάδα αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη. Στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η ΕΚΤ δείχνουν ότι τα συνολικά κεφάλαια που ζήτησαν και πήραν οι τράπεζες της Ευρωζώνης στο πλαίσιο της τελευταίας πράξης παροχής φθηνών δανείων (επιτόκιο έως -1%), των γνωστών TLTRO, διαμορφώθηκαν στα 1,3 τρισ. ευρώ. Ήταν μία πολύ μεγαλύτερη από τις προηγούμενες «ένεση» ρευστότητας ενώ ακόμη και αν δεν υπολογιστούν τα δάνεια που αποπληρώθηκαν, το καθαρό ποσό ήταν 548 δις. ευρώ και αυξάνει τα συνολικά κεφάλαια που έχουν δανειστεί οι τράπεζες της Ευρωζώνης σε ιστορικό υψηλό.