Τι θα συμβεί αν οι αυστηροί για τα σημερινά δεδομένα δημοσιονομικοί κανόνες της Ευρώπης επιστρέψουν μετά το 2022 και αρκετές χώρες (εκτιμάται περίπου 6-7 χώρες όπως οι Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία κ.ά), εμφανίζουν έλλειμμα υψηλότερο του 3% και υπερβολικό δημόσιο χρέος; Θα εισέλθουμε σε μία περίοδο έστω ήπιων «μνημονίων»;
Θα πυροβολήσουμε δηλαδή τα πόδια μας εμποδίζοντας την ανάπτυξη σε μία εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή, μεγαλώνοντας ακόμη περισσότερο το χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου; Την ώρα μάλιστα που η Αμερική έχει ήδη καλύψει το χαμένο ΑΕΠ της πανδημίας;
Πηγές με πλήρη γνώση των διεργασιών στις Βρυξέλλες αναφέρουν πως οι περισσότεροι σήμερα στις τάξεις της Ένωσης συμφωνούν ότι είναι αναγκαία μια πιο συμμετρική σύγκλιση των οικονομιών μετά την πανδημία και για να γίνει αυτό θα πρέπει να δημιουργηθούν νέα δημοσιονομικά εργαλεία. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, μνημόνια, πόσω μάλλον με τη μορφή που τα βίωσε η Ελλάδα, δεν θα υπάρξουν, ξεκαθαρίζουν.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι δεν χάνει ευκαιρία να επισημάνει την ανάγκη αλλαγής του δημοσιονομικού συμφώνου τονίζοντας ότι το θέμα δεν είναι αν θα αλλάξουν αλλά πως και πότε.
«Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι κανόνες πρέπει να αλλάξουν και στόχος πρέπει να είναι η εφαρμογή ενός συστήματος που θα βοηθά την ανάπτυξη και θα είναι ευνοϊκό για τον ψηφιακό και πράσινο μετασχηματισμό της Ευρώπης», δήλωσε πρόσφατα από το βήμα της ιταλικής Βουλής.
Μέσα στις επόμενες εβδομάδες και έως τα μέσα Ιουλίου, το Ευρωπαϊκό Δημοσιονομικό Συμβούλιο και η Κομισιόν αναμένεται να καταθέσουν προτάσεις και σκέψεις για το πως πρέπει να γίνει η απόσυρση των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης.
Ανοίγει έτσι και επίσημα η συζήτηση για τη μετά την πανδημία εποχή, αφού θεωρείται δεδομένο ότι για να συμφωνηθεί η διαδικασία απόσυρσης των μέτρων θα πρέπει πρώτα να έχει βρεθεί κοινό έδαφος σε ό,τι αφορά τους κανόνες που θα ισχύσουν αμέσως μετά.
Η Κομισιόν εκτιμά ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ευρωζώνης εκτινάχθηκε στο 7,2% του ΑΕΠ το 2020 από τα ιστορικά χαμηλά επίπεδα του 0,5%-0,6% το 2018-19.
Στη συνέχεια προβλέπει ότι το έλλειμμα θα ανέβει κι άλλο, στο 8% το 2021, εξαιτίας των μέτρων που εφαρμόζονται από την αρχή του έτους, για να μειωθεί στο 3,8% το 2022.
Αυτό σημαίνει ότι αρκετές χώρες θα βρίσκονται πάνω από το όριο και άρα θα πρέπει να εφαρμοστεί για αυτές η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος (EDP), όταν επανέλθουν οι κανόνες. Μία ήπια μορφή μνημονίου δηλαδή…
Επειδή θα είναι αυτοκτονία να φτάσουμε εκεί, στις Βρυξέλλες έχουν ξεκινήσει οι διεργασίες για να βρεθεί η χρυσή τομή.
Μία λύση, για παράδειγμα, θα ήταν η εξαίρεση των έκτακτων δαπανών για την αντιμετώπιση της πανδημίας κατά τον υπολογισμό του διαρθρωτικού ισοζυγίου, κάτι που σήμερα δεν επιτρέπει η Eurostat. Με αυτή τη μικρή και πολιτικά «ακίνδυνη» για τις χώρες του πυρήνα προσαρμογή, ο υπολογισμός των ελλειμμάτων θα άλλαζε δραστικά, διευκολύνοντας την ανάκαμψη.
Είναι παράλογο να «τιμωρηθεί» μία χώρα για την αύξηση των ελλειμμάτων εν καιρώ πανδημίας και είναι κάτι παραπάνω από ορατός ο κίνδυνος να κληθούν αρκετές χώρες να σφίξουν το ζωνάρι όταν θα χρειάζονται ακριβώς το αντίθετο. Η… καμπάνα χτυπάει φυσικά για τις χώρες του Νότου.
Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία και Γαλλία τάσσονται υπέρ της αναθεώρησης του Δημοσιονομικού Συμφώνου - το οποίο άλλαξε τελευταία φορά κατά την κρίση χρέους, προβλέποντας αυστηρότερη δημοσιονομική πειθαρχία.
Υποστηρίζουν πως αυτό που προέχει στα χρόνια μετά την πανδημία είναι πρωτίστως η ομαλή έξοδος από την κρίση και η επίτευξη ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης και δευτερευόντως η αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία.
Εξάλλου, τα ελλείμματα έχουν «ξεχειλώσει» πέρσι και φέτος εξαιτίας των πρωτοφανών μέτρων στήριξης της οικονομίας ενώ τα κρατικά χρέη πολλών χωρών (με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα την Ελλάδα και την Ιταλία) αποκλείεται να υποχωρήσουν σύντομα στα επίπεδα που προβλέπουν οι υφιστάμενοι ευρωπαϊκοί κανόνες.
Σήμερα ισχύει η «ρήτρα γενικής διαφυγής», ήτοι η αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων, που αποφασίστηκε τον Μάρτιο του 2020. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν συζητά την παράταση της ρήτρας πέραν του 2022, εκτός και αν υπάρξει κάποια απρόβλεπτα αρνητική τροπή στην εξέλιξη της πανδημίας.
«Ίσα ίσα που αυτή τη στιγμή θεωρείται ότι η ευρωπαϊκή οικονομία έχει ήδη εισέλθει σε φάση επιταχυνόμενης ανάπτυξης και επομένως πρέπει να αρχίσουμε να συζητάμε για το «μάζεμα» των μέτρων», προσθέτουν.
Με τη Γερμανία να αποχαιρετά τη Μέρκελ φέτος και τη Γαλλία να οδεύει σε εκλογές, η αλλαγή του Συμφώνου μοιάζει μια πολύ δύσκολη εξίσωση, αν και επιβεβλημένη.
Η Ευρώπη δεν μας έχει συνηθίσει σε γρήγορες αποφάσεις πόσω μάλλον για ένα τόσο σημαντικό και δύσκολο σε επίπεδο πολιτικής διαχείρισης ζήτημα. Το χειρότερο σενάριο είναι να υπάρξει κάποια προσωρινή λύση που θα έχει διάρκεια ενός ή δύο ετών και να οδηγηθούμε σε αέναες διαπραγματεύσεις κλωτσώντας για πολλοστή φορά… το τενεκεδάκι πιο πέρα.