Του Γιώργου Φιντικάκη
Τον κίνδυνο εκτροχιασμού της οικονομίας τα αμέσως επόμενα χρόνια από δικαστικές αποφάσεις αναγνώρισης αναδρομικών και παροχές, συνολικού ύψους 9,5 δισ. ευρώ, αναδεικνύει ένα από τα σενάρια που έχει επεξεργαστεί το ΔΝΤ, κάνοντας λόγο ακόμη και για αδυναμία της Ελλάδας να χρηματοδοτήσει το 2021 τις δανειακές της ανάγκες.
Στην πράξη, το Ταμείο, έρχεται μια ημέρα μετά το «όχι» του Eurogroup στην εκταμίευση του 1 δισ. ευρώ, όχι μόνο να απαριθμήσει τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία, αλλά και να προσδιορίσει χρονικά ότι σε δύο χρόνια από σήμερα η Ελλάδα κινδυνεύει να έρθει αντιμέτωπη με έναν ακόμη λογαριασμό.
Στο «μαύρο αυτό σενάριο» η χώρα θα βρεθεί εντός της επόμενης διετίας αντιμέτωπη με αδυναμία εξυπηρέτησης των δανειακών της υποχρεώσεων προς το ΔΝΤ, εξαιτίας μια σειράς λόγων, με πρώτο την υποχρέωση καταβολής αναδρομικών λίγο κάτω των 10 δισ. σε συνταξιούχους και δημοσίους υπαλλήλους για παράνομες περικοπές συντάξεων και δώρων.
Από αυτά, ποσό 6,4 δισ. ευρώ υπολογίζεται ότι θα κοστίσει στον προϋπολογισμό η επιδίκαση αναδρομικών στις προσφυγές επί των συνταξιοδοτικών ρυθμίσεων του 2012, στα οποία προσθέτει επιπλέον 2,4 δισ. ευρώ από αναδρομικά για τα Δώρα στο Δημόσιο, και ακόμη 400 εκατ. ευρώ από διάφορες επιπλέον εκκρεμείς διεκδικήσεις. Αθροίζεται δηλαδή ένας λογαριασμός 9,4 δισ. ευρώ, ήτοι 4,9% του ΑΕΠ, που τινάζει στον αέρα τον προϋπολογισμό, τους στόχους για πρωτογενή πλεονάσματα και και τη δυνατότητα της Ελλάδας να εξυπηρετήσει ομαλά το χρέος της.
Σε μια προσπάθεια να υπολογίσει την ετήσια επίπτωση των παραπάνω στον προϋπολογισμό, το Ταμείο μιλά για δαπάνη γύρω στο 0,2% του ΑΕΠ, αλλά σε συνδυασμό με άλλες διεκδικήσεις, ο λογαριασμός ανεβαίνει στο 0,8% του ΑΕΠ. Μόνο η δαπάνη στον προϋπολογισμό του 2018, εξαιτίας των δικαστικών αποφάσεων για τα ειδικά μισθολόγια και τους ένστολους (εν ενεργεία και συνταξιούχους) ανήλθε σε 0,4% του ΑΕΠ.
Το ακόμη πιο ανησυχητικό είναι η υποσημείωση που περιλαμβάνει η έκθεση στο συγκεκριμένο κεφάλαιο, σύμφωνα με την οποία υπάρχουν πολλές αβεβαιότητες π.χ. ως προς τον αριθμό των δικαιούχων ή των ετών που θα αφορούν τα αναδρομικά. Μάλιστα ο μεγαλύτερος αστερίσκος αφορά στις προσφυγές εναντίον του νόμου Κατρούγκαλου, με την υποσημείωση ότι αν αυτός «πέσει» στο Συμβούλιο της Επικρατείας, τότε το μεσοπρόθεσμο κόστος για την οικονομία εκτιμάται σε 2%-4% του ΑΕΠ.
Στους παράγοντες ενός δημοσιονομικού σοκ, το ΔΝΤ προσθέτει τις εξαγγελίες για μείωση του ΦΠΑ, που θα επιβαρύνει τον Προϋπολογισμό από το 2021 με 0,4% του ΑΕΠ, καθώς και τις καταπτώσεις κρατικών εγγυήσεων 2,1 δισ. ευρώ φέτος και 1 δισ. ευρώ τα επόμενα χρόνια.
Σαν αποτέλεσμα, αυτές οι πιέσεις θα απορροφηθούν εν μέρει μόνο από το ταμειακό απόθεμα και τις περικοπές σε δημόσιες δαπάνες (κατά 1 δισ. ετησίως), πλήττοντας τελικά την εμπιστοσύνη των επενδυτών στην Ελλάδα, περιορίζοντας την πρόσβασή της στις αγορές, και μειώνοντας το περίφημο «μαξιλάρι».
Τα παραπάνω, σύμφωνα με το ΔΝΤ μπορεί να προκαλέσουν μια «χρηματοδοτική τρύπα» 4,7 δισ. ευρώ το 2021, η οποία θα φτάσει στα 15,2 δισ. ευρώ το 2024, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα.
Στο «μαύρο» αλλά υπαρκτό αυτό σενάριο, οι συνέπειες θα είναι σημαντικές στην επίτευξη των πρωτογενών πλεονασμάτων, τα οποία από 3,7% φέτος, θα υποχωρήσουν σε 2,9% το 2020, θα επανέλθουν στο 3,7% το 2021, ωστόσο στη συνέχεια θα κατρακυλήσουν σε 1,5% (2022), 1,6% (2023) και 1,6% (2024)…