Πριν ενάμιση περίπου μήνα, ο Κόνορ Σεν, Αμερικανός σχολιογράφος του Bloomberg και στέλεχος επενδυτικών επιχειρήσεων, μας εξέθεσε μία πολύ ενδιαφέρουσα άποψη, με αφορμή την αποδέσμευση μέρους των στρατηγικών αποθεμάτων πετρελαίου των ΗΠΑ στην προσπάθεια αντιμετώπισης της μεγάλης ανόδου της τιμής του. Κοιτώντας λίγο μπροστά, ο Σεν πρότεινε τη δημιουργία ενός αντίστοιχου μηχανισμού για τις πρώτες ύλες που είναι, και θα συνεχίσουν να είναι, απαραίτητες για τη στροφή των ΗΠΑ προς την παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, την εγκατάλειψη των κινητήρων εσωτερικής καύσης και την επικράτηση των ηλεκτροκινούμενων οχημάτων.
Επιγραμματικά αναφέρθηκε στα υλικά που είναι απαραίτητα για την κατασκευή των φωτοβολταϊκών πάνελ και των πυλώνων των αιολικών πάρκων και σε αυτά που χρειάζονται για την κατασκευή των μπαταριών που θα κινούν τα οχήματα. Μιλάμε κυρίως για ορυκτά και μέταλλα, λίθιο, χαλκό, αλουμίνιο, νικέλιο, πολυκρυσταλλικό πυρίτιο και πολλά άλλα, πιο σπάνια και δυσεύρετα. Η θεωρία του Σεν ακούγεται αρκετά λογική, ειδικά καθώς φαίνεται εξαιρετικά πιθανή η συνέχιση της χειροτέρευσης των σχέσεων μεταξύ των μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων.
Η ύπαρξη ικανής ποσότητας αποθεμάτων από όλα τα δομικά υλικά που είναι απαραίτητα για την ομαλή συνέχιση της πορείας προς την οικονομία του «μηδενικού ανθρακικού αποτυπώματος», μπορεί να είναι τελικά μονόδρομος, και για τα δύο μεγάλα γεωπολιτικά μπλοκ που φαίνεται πως διαμορφώνονται, το Αμερικανοκεντρικό και το Κινεζοκεντρικό (με τη συμμετοχή και της Ρωσίας). Η πρόταση του Αμερικανού σχολιογράφου δεν ακούγεται λοιπόν παράλογη, όχι μόνο για τις ΗΠΑ, για τις οποίες την έκανε, αλλά για πολλές ακόμα χώρες.
Υποθέτοντας πως η ιδέα της δημιουργίας μεγάλων αποθεμάτων από στρατηγικά «πράσινα» υλικά θα βρεθεί σύντομα (αν δεν βρίσκεται ήδη) στο μυαλό των ηγεσιών πολλών μεγάλων χωρών, αναρωτιόμαστε ποια θα είναι η θέση των χωρών οι οποίες έχουν στο υπέδαφός τους σημαντικές ποσότητες από αυτά τα πολύτιμα ορυκτά και μεταλλικά υλικά και δεν επιθυμούν να είναι δεμένες στο άρμα ενός εκ των δύο βασικών «στρατοπέδων» που πιθανολογούμε πως δημιουργούνται σταδιακά.
Εννοείται, σε αυτό το σενάριο που εξετάζουμε, πως οποιαδήποτε χώρα δεν διαθέτει στο υπέδαφός της ικανά κοιτάσματα από «πράσινες» πρώτες ύλες θα είναι υποχρεωμένη να συνταχθεί με κάποιο από τα δύο στρατόπεδα. Μέχρι αυτή τη στιγμή, βλέπουμε μία σαφή προσπάθεια ορισμένων χωρών, με χαρακτηριστικότερη όλων αυτήν της Ινδονησίας, να σταματήσουν να είναι απλά γιγάντια ορυχεία που εξορύσσουν μέταλλα και ορυκτά τα οποία πηγαίνουν αλλού προς επεξεργασία.
Η μεγάλη νησιωτική χώρα έχει κινηθεί με παρόμοιο τρόπο και στην περίπτωση του χαλκού, όπου τελικά συμφώνησε με την Freeport Mc MoRan και απέκτησε μεγαλύτερο μερίδιο στην εταιρεία εξόρυξης αλλά και το δικαίωμα να επεξεργάζεται μεγάλο μέρος του χαλκού μέσα στην Ινδονησία, και στην περίπτωση του νικελίου – θυμίζουμε πως είναι με διαφορά η μεγαλύτερη παραγωγός στον κόσμο – όπου έχει ήδη συνάψει μεγάλες συμφωνίες με κινεζικές και νοτιοκορεατικές εταιρείες για τη δημιουργία μεγάλων βιομηχανικών εγκαταστάσεων κατασκευής μπαταριών για ηλεκτρικά αυτοκίνητα (η συνεργασία και με τα δύο γεωπολιτικά μπλοκ μάλλον δεν είναι τυχαία).
Τις τελευταίες ημέρες μάθαμε και για τη συστηματική προσπάθεια του προέδρου της χώρας, Τζόκο Βιντόντο, ο οποίος πολιορκεί αδιάκοπα τον Έλον Μασκ προκειμένου να πείσει και αυτόν να ανεγείρει εργοστάσια στην Ινδονησία. Η ίδια χώρα εφαρμόζει ήδη σχέδιο για τη δημιουργία μεγάλης βιομηχανίας κατασκευής πολυκρυσταλλικού πυριτίου, το οποίο είναι η πρώτη ύλη των φωτοβολταϊκών πάνελ, και μέχρι τώρα κατασκευάζεται μονοπωλιακά από την Κίνα.
Η αναφορά μας στην Ινδονησία δεν είναι τυχαία, όχι μόνο γιατί φαίνεται πως κινείται με σύστημα προκειμένου να ενισχύσει την οικονομική της ωφέλεια από τις πρώτες ύλες και να αναβαθμίσει τον διαπραγματευτικό της ρόλο απέναντι στις μεγάλες παγκόσμιες δυνάμεις αλλά και γιατί η Ινδονησία, θυμίζουμε, ήταν μία από τις πρώτες χώρες που εντάχθηκαν στον ΟΠΕΚ, το καρτέλ - όπως το χαρακτηρίζουμε τώρα - της παγκόσμιας πετρελαϊκής αγοράς, σχεδόν αμέσως μετά τα πέντε ιδρυτικά μέλη.
Μπορεί να μην είναι πλέον μέλος της οργάνωσης, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν μπορεί να αντιληφθεί τη χρησιμότητα της δημιουργίας μίας νέας υπερεθνικής οργάνωσης στην οποία θα ενταχθούν κράτη που είναι πλούσια σε ορυκτά και μέταλλα απαραίτητα για την «πράσινη μετάβαση». Η υπόθεση που κάνουμε μπορεί να ακούγεται αρκετά απίθανη με ροπή προς το «παλαβό», και δεν αποκλείεται καθόλου να είναι, αλλά εμείς θα τολμήσουμε να φανταστούμε τον «Πράσινο ΟΠΕΚ».
Ο Πράσινος ΟΠΕΚ που έχουμε στο μυαλό μας είναι ένας συνδυασμός του παλαιού κινήματος των Αδεσμεύτων με τον πετρελαϊκό ΟΠΕΚ και τη στροφή του πλανήτη μακριά από τα ορυκτά καύσιμα. Σε αυτόν θα μπορούσαν να συμμετέχουν χώρες που διαθέτουν πλούσια κοιτάσματα σε χαλκό, λίθιο, νικέλιο, και όλα τα μέταλλα, είτε είναι δυσεύρετα είτε βρίσκονται σε αφθονία στον κόσμο, τα οποία προβλέπεται να παίξουν σημαντικό ρόλο στην περαιτέρω ανάπτυξη της πράσινης οικονομίας. Αυτές οι χώρες δεν θα ανήκουν σαφώς σε έναν από τους δύο γεωπολιτικούς πόλους που αναφέραμε παραπάνω, δεν θα είναι δηλαδή απόλυτα προσκολλημένες στο δυτικό άρμα (με αρχηγό τις ΗΠΑ), ή το κινεζικό άρμα.
Ο λόγος ύπαρξης μίας τέτοιας οργάνωσης θα είναι η επιθυμία αυτών των κρατών να ενισχύσουν την ανεξαρτησία τους απέναντι στους δύο πόλους. Ο τρόπος με τον οποίον θα ενισχύσουν αυτή την ανεξαρτησία θα είναι η χρήση του ορυκτού τους πλούτου ως ενός είδους διαπραγματευτικού χαρτιού. Θεωρητικά, αυτό θα μπορούσε να γίνει σχετικά εύκολα αφού σε πολλές περιπτώσεις δύο ή τρεις χώρες παράγουν πάνω από το 50% διαφόρων ορυκτών και μετάλλων. Στον χαλκό π.χ. η Χιλή και το Περού μαζί με το Μεξικό, την Ινδονησία, τη Ζάμπια και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό ελέγχουν αρκετά πάνω από το 50% της ετήσιας παραγωγής.
Στο νικέλιο η Ινδονησία με τις Φιλιππίνες και τη Βραζιλία πετυχαίνουν άνετα κάτι αντίστοιχο. Στο δε λίθιο, που είναι τόσο πολύτιμο για τις μπαταρίες των αυτοκινήτων, η Χιλή έχει τεράστια κοιτάσματα στο υπέδαφος (ή και στο έδαφος) της. Για να μην πολυλογούμε, ο συνδυασμός κρατών της Λατινικής Αμερικής με κάποια της υποσαχάριας Αφρικής και άλλα της νοτιοανατολικής (κυρίως νησιωτικής) Ασίας, θα μπορούσε πολύ άνετα να ελέγξει την παγκόσμια αγορά σε πολλά μέταλλα και ορυκτά που ο κόσμος χρειάζεται πολύ, και σύντομα θα χρειάζεται ακόμα περισσότερο.
Αν, με κάποιον τρόπο, κατάφερναν να συντονιστούν μεταξύ τους, θα μπορούσαν να βρεθούν σε πολύ πλεονεκτική θέση απέναντι στους δύο μεγάλους γεωπολιτικούς πόλους. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο ΟΠΕΚ δημιουργήθηκε για να εξασφαλίσει στις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες την πιο δίκαιη μοιρασιά των εσόδων που έφερνε το υπέδαφός τους. Μπορεί να μην ενθουσιαζόμαστε από την επιτυχία αυτού του μονοπωλιακού μηχανισμού αλλά πρέπει να παραδεχθούμε πως, για τις περισσότερες από τις χώρες μέλη του, από την δημιουργία του ΟΠΕΚ και μετά, τα κρατικά ταμεία και εμμέσως και οι πολίτες τους ωφελήθηκαν πάρα πολύ.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ένα τέτοιο εγχείρημα θα είναι, στη σχετικά απίθανη περίπτωση που θα επιχειρηθεί, πολύ πιο δύσκολο απ’ όσο ήταν η δημιουργία του ΟΠΕΚ, δεδομένου πως μιλάμε για πολλά, και διαφορετικά μεταξύ τους προϊόντα και πολλές ετερόκλητες χώρες. Ίσως όμως και να μην είναι τόσο δύσκολο, αν τα κράτη που πληρούν τις «προδιαγραφές» που προαναφέραμε εκτιμήσουν πως κάποια στιγμή στο μέλλον θα κινδυνέψουν να συνθλιβούν ανάμεσα από τους δύο πολύ ισχυρούς γεωπολιτικούς πόλους και θεωρήσουν πως η θέση τους θα μπορούσε να γίνει πολύ καλύτερη αν συνεργαστούν με κάποια άλλα κράτη που βρίσκονται σε παρόμοια θέση.
Δύσκολο να πει κανείς ποιος θα μπορούσε να πάρει μία τέτοια πρωτοβουλία. Στο μυαλό μας έρχεται βέβαια αμέσως η Ινδονησία, δεδομένων των πρωτοβουλιών που έχει ήδη αναπτύξει, όπως και μερικές χώρες της Λατινικής Αμερικής, με πρώτη την Χιλή, οι πολίτες των οποίων έχουν κάνει πρόσφατα κάποιες επιλογές, μέσω των εκλογών, που αυξάνουν την πιθανότητα να αλλάξει ο τρόπος με τον οποίον αντιμετωπίζουν τον ορυκτό τους πλούτο.
Όπως είπαμε νωρίτερα, το σημερινό μας σημείωμα έχει αρκετά στοιχεία υπερβολής. Ακόμα και αν εκδηλωθεί μία τέτοια πρωτοβουλία, οι μεγάλες δυνάμεις του κόσμου δεν θα καθίσουν με σταυρωμένα χέρια, καθώς το τελευταίο που θα ήθελαν είναι να βρουν απέναντί τους πιο οργανωμένους τους παραγωγούς όλων των πολύ απαραίτητων υλικών στην προσπάθειά τους να σωρεύσουν τον χαλκό, το λίθιο, το νικέλιο και τα υπόλοιπα «πράσινα μέταλλα».
Αν όμως αυτό το ελαχίστων πιθανοτήτων σενάριο γίνει κάποια στιγμή πραγματικότητα, σίγουρα θα κάνει την κατάσταση πολύ πιο ενδιαφέρουσα και ίσως αναγκάσει τις μεγάλες οικονομικές δυνάμεις του κόσμου που έχουν συνηθίσει να θεωρούν δικό τους τον πλούτο όλου του πλανήτη να λάβουν υπόψη τους και κάποιους άλλους όταν ετοιμάζουν τους οικονομικούς και ενεργειακούς σχεδιασμούς τους. Επαναλαμβάνουμε πως το σενάριό μας συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες πραγματοποίησης, υπενθυμίζουμε όμως πως αυτό δεν σημαίνει πως είναι αδύνατον να γίνει.