Η επιτάχυνση της μετάβασης σε μια πιο «πράσινη οικονομία» θα συνέφερε περισσότερο από την καθυστέρησή της για τις επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις τράπεζες που τα εξυπηρετούν, σύμφωνα με μελέτη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη.
Το δεύτερο «stress test για το κλίμα» της ΕΚΤ χρησιμοποίησε στοιχεία από 2,9 εκατ.εταιρείες και 600 τράπεζες της ευρωζώνης, με συνολικό άνοιγμα σχεδόν 3 τρισεκατ. ευρώ καθιστώντας την μία από τις πιο ολοκληρωμένες μελέτες σχετικά με το οικονομικό κόστος της επίτευξης των στόχων μείωσης των εκπομπών που έχουν τεθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας του Παρισιού.
Όπως αναφέρει η έκθεση, η επίσπευση των πράσινων πολιτικών και των επενδύσεων για τη σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων και την εξοικονόμηση ενέργειας θα οδηγήσει τελικά σε λιγότερες αθετήσεις πληρωμών από νοικοκυριά και επιχειρήσεις και, ως εκ τούτου, σε μικρότερες ζημίες για τις τράπεζες από τώρα έως το 2030.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο «επιταχυνόμενης μετάβασης» οι επιχειρήσεις της ευρωζώνης θα έκαναν επενδύσεις ύψους 2 τρισεκατ. ευρώ έως το 2025 για να μειώσουν τις εκπομπές τους, σε σύγκριση με 500 δισ.ευρώ σύμφωνα με σενάρια στα οποία η μετάβαση καθυστερεί.
Εν τω μεταξύ, το ενεργειακό κόστος θα αυξανόταν κατά 10% για τα νοικοκυριά έως το 2025 προτού σταθεροποιηθεί.
Αντίθετα, στην περίπτωση που το μεγαλύτερο μέρος του κόστους της μετάβασης καθυστερήσει για το 2026 και μετά, οι ετήσιες απώλειες θα ανέβουν σταθερά στα 21 δισ.ευρώ το 2029, σύμφωνα με τη μελέτη.
Σε σωρευτική βάση, οι τράπεζες θα υπέστησαν ζημίες ίσες με το 0,7% των δανείων τους έως το 2030 στο πλαίσιο της επιταχυνόμενης μετάβασης, έναντι 0,9% στο πλαίσιο της «καθυστερημένης ώθησης».
Οι ζημίες αυτές θα συγκεντρωθούν σε λίγες, μεγάλες τράπεζες, με το 2% των δανειστών να αντιπροσωπεύουν το 75% των συνολικών αναμενόμενων ζημιών έως το 2030.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι μεγάλες τράπεζες τείνουν να χορηγούν περισσότερα μη εξασφαλισμένα δάνεια, τα οποία δεν καλύπτονται από εξασφαλίσεις και, ως εκ τούτου, οδηγούν σε μεγαλύτερες ζημίες για την τράπεζα όταν μένουν απλήρωτα.
Μεταξύ των εταιρειών, η αύξηση των αθετήσεων θα ήταν υψηλότερη στους τομείς εξόρυξης και μεταποίησης με μεγάλη ένταση εκπομπών, καθώς και στις εταιρείες ηλεκτρισμού.