Σε νέα μείωση επιτοκίων κατά 0,25%, για τέταρτη διαδοχική φορά προχώρησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ρίχνοντάς το στο 3%, καθώς η αποκλιμάκωση του πληθωρισμού της ευρωζώνης παρέχει το περιθώριο για περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.
Η κίνηση αυτή της ΕΚΤ είναι σύμφωνη και με το αποτέλεσμα της δημοσκόπησης του Bloomberg που έδειξε ότι όλοι οι αναλυτές εκτός από έναν προέβλεψαν μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης. Μόνο η JP Morgan Chase υποστήριξε ότι η μείωση θα ήταν μεγαλύτερη, κατά 50 μονάδες βάσης, προτάσσοντας ως επιχείρημα ότι τα τελευταία στοιχεία δείχνουν πιο αδύναμη ανάπτυξη και πληθωρισμό. Αντίθετα, οι αναλυτές των Barclays, Capital Economics, Morgan Stanley, Goldman Sachs, Oxford Economics και ING, προέβλεψαν ότι η απόφαση του Δεκεμβρίου θα είναι μείωση επιτοκίων κατά 0,25%.
Η νέα μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ αναμένεται στο να οδηγήσει σε περαιτέρω ελαφρύνσεις για όσους δανειολήπτες είναι σε κυμαινόμενο επιτόκιο σε επιχειρηματικά, καταναλωτικά αλλά και στεγαστικά δάνεια. Μάλιστα, όπως αναφέρουν οι αναλυτές, η περαιτέρω χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής το 2025 - αν δεν υπάρξει αναζωπύρωση των πληθωριστικών πιέσεων - θα δώσει και νέα ανακούφιση στους δανειολήπτες.
Σημαντικό ρόλο στη μείωση των επιτοκίων διαδραμάτισαν και οι νέες προβλέψεις των οικονομολόγων της ΕΚΤ για το 2025, των οποίων ο ρόλος θα είναι καθοριστικός και για τις αποφάσεις των επόμενων συνεδριάσεων. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, βέβαια, παραμένει πάντα ο πληθωρισμός των υπηρεσιών, ο οποίος παραμένει συγκριτικά υψηλός, αλλά και οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη, σε μία συγκυρία που οι οικονομίες της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας, βρίσκονται σε στασιμότητα.
Οι νέες μακροοικονομικές προβλέψεις επεκτείνονται, για πρώτη φορά, έως το 2027. Αυτό δείχνει ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των οικονομολόγων, ο πληθωρισμός θα τεθεί υπό έλεγχο την περίοδο 2025-2027.
Σε ό,τι αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις οι εκτιμήσεις των αναλυτών, όπως αυτές της Citibank δείχνουν ότι , κατά πάσα πιθανότητα, δεν θα γίνει κάποια μεγάλη μείωση, για παράδειγμα των 50 μονάδων βάσης ούτε τον Ιανουάριο, αλλά ούτε και τον Μάρτιο του 2025. Αυτό θα έχει ως συνέπεια, ότι ο κύκλος των μειώσεων δεν θα κλείσει στο α’ εξάμηνο του 2025 αλλά στο τέλος του έτους.
Από την άλλη πλευρά η Oxford Economics διατυπώνει μια διαφορετική εκτίμηση υιοθετώντας ένα πιο επιθετικό σενάριο, καθώς «βλέπει» ότι θα γίνουν 6 διαδοχικές μειώσεις των 25μ.β., που θα οδηγήσουν το επιτόκιο αναφοράς στο 1,75% τον Ιούλιο του 2025.
Το σενάριο αυτό θα μπορούσε να είναι βάσιμο, καθώς οι κίνδυνοι για την Ευρώπη δεν έχουν εξαλειφθεί, όταν μάλιστα, επικρατεί αβεβαιότητα σχετικά με το αν η Ευρώπη μπορεί να καταλήξει σε συμφωνία με τις ΗΠΑ για του δασμούς. Αυτό είναι και το μεγάλο δίλημμα της Λαγκάρντ. Να προχωρήσει δηλαδή σε μεγαλύτερες μειώσεις επιτοκίων προκειμένου να αποφύγει η ευρωπαϊκή οικονομία την ύφεση, καθώς ήδη καταγράφεται αναιμική ανάπτυξη και τα προβλήματα στη ζώνη του ευρώ με τη Γαλλία και τη Γερμανία εντείνονται.
Πάντως, οι εκτιμήσεις των αναλυτών, σε δημοσκόπηση του Reuters, αναφέρουν ότι τα επιτόκια θα μειωθούν, πιθανότατα, κατά 100 μονάδες βάσης μέσα στο 2025, προκειμένου να φτάσει το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων στο 2%, με στόχο την ανάκαμψη της οικονομίας. Αυτό, όμως, που δεν έχει ακόμη αποσαφηνισθεί είναι αν το «ουδέτερο» επιτόκιο βρίσκεται στο 2% ή ακόμα χαμηλότερα στο 1,5%.