Την επενδυτική βαθμίδα έδωσε στην Ελλάδα ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody's, όπως έγινε γνωστό το βράδυ της Παρασκευής, αναβαθμίζοντας το αξιόχρεό της σε Baa3 με σταθερές προοπτικές από Ba1 με θετικές προοπτικές.
«Η αναβάθμιση αντανακλά την άποψή μας ότι το πιστωτικό προφίλ του ελληνικού κράτους έχει πλέον μεγαλύτερη ανθεκτικότητα σε ενδεχόμενα μελλοντικά σοκ», σημείωσε ο οίκος, προσθέτοντας:
«Τα δημόσια οικονομικά έχουν βελτιωθεί ταχύτερα από ό,τι περιμέναμε. Με βάση τη στάση πολιτικής της κυβέρνησης, τις θεσμικές βελτιώσεις που αποδίδουν καρπούς και το σταθερό πολιτικό περιβάλλον, αναμένουμε ότι η Ελλάδα θα συνεχίσει να εμφανίζει σημαντικά πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία θα μειώνουν σταθερά το υψηλό βάρος του χρέους της.
Επιπλέον, η υγεία του τραπεζικού τομέα συνεχίζει να βελτιώνεται, γεγονός που περιορίζει τον κίνδυνο ενός πιστωτικού γεγονότος που σχετίζεται με τον τραπεζικό τομέα και θα μπορούσε να έχει αρνητικό αντίκτυπο στο πιστωτικό προφίλ του δημοσίου».
Οι σταθερές προοπτικές αντικατοπτρίζουν μια ισορροπία μεταξύ του ότι ορισμένες από τις κύριες πιστωτικές προκλήσεις της Ελλάδας θα βελτιωθούν αργά και των θετικών προοπτικών που σχετίζονται με τη σταθερότητα των θεσμών και τη στάση πολιτικής που προαναφέρθηκε.
«Όσον αφορά τις προκλήσεις, η ολοκλήρωση των θεσμικών και οικονομικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανάπτυξη θα πάρει χρόνο. Αν και το χρέος προς το ΑΕΠ μειώθηκε γρήγορα τα τελευταία χρόνια, θα παραμείνει ένα από τα υψηλότερα μεταξύ αυτών που αξιολογούμε. Ωστόσο, οι ελληνικές αρχές χρησιμοποιούν τη θετική δυναμική που δημιουργήθηκε από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) για να εφαρμόσουν σθεναρά πολιτικές που υποστηρίζουν την πιστοληπτική ικανότητα».
Μείωση του χρέους
«Επί σειρά ετών, τα ελληνικά δημόσια οικονομικά έχουν ξεπεράσει τις βασικές μας προσδοκίες, γεγονός που αυξάνει την πεποίθησή μας ότι το ελληνικό χρέος θα παραμείνει σε σταθερή καθοδική πορεία», σημειώνει ο οίκος.
Οι βελτιώσεις αυτές οφείλονται τόσο στη συνεχιζόμενη συγκράτηση των δαπανών όσο και στα φορολογικά έσοδα που αυξάνονται γρήγορα λόγω των συνεχιζόμενων θεσμικών βελτιώσεων στη φορολογική συμμόρφωση και είσπραξη.
Το 2024, η Ελλάδα είχε πρόσθετα φορολογικά έσοδα ύψους 2 δισεκ. ευρώ μέσω των προσπαθειών της για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης του κενού στον ΦΠΑ. Αυτό το πέτυχε εν μέρει μέσω μιας στρατηγικής ψηφιοποίησης μεγάλης κλίμακας που υποστηρίζει επίσης τη φορολογική συμμόρφωση, αναφέρει ο Moody's.
Η προσπάθεια εκσυγχρονισμού της φορολογικής διοίκησης συνεχίζεται, «γεγονός που στηρίζει την προσδοκία μας ότι η αύξηση των φορολογικών εσόδων θα παραμείνει ισχυρή μεσοπρόθεσμα».
Αυτή η υπεραπόδοση των εσόδων δεν γίνεται με αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης (της διαφοράς μεταξύ των μισθών προ και μετά φόρων), κάτι που είναι σημαντικό για τη διατήρηση της οικονομικής ανταγωνιστικότητας.
Στην πραγματικότητα, η φορολογική επιβάρυνση στην εργασία έχει μειωθεί κατά περίπου 4,5 ποσοστιαίες μονάδες από το 2019 και οι Αρχές εξακολουθούν να δίνουν προτεραιότητα σε συγκρατημένες φορολογικές μειώσεις, όπως η μείωση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, που επιτρέπουν στους πολίτες να αισθανθούν τους καρπούς των προσπαθειών καταπολέμησης της φοροδιαφυγής.
Πρωτογενή πλεονάσματα και στο μέλλον
Όσον αφορά στο μέλλον, η Ελλάδα αναμένεται να συνεχίσει να έχει μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα και αναμένουμε ότι αυτά θα παραμείνουν στο 2 έως 2,5% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα. Αυτό θα επιτευχθεί μέσω ενός συνδυασμού συγκράτησης των δαπανών και σταθερής δημιουργίας εσόδων.
Η τρέχουσα κατάσταση αυξημένου γεωπολιτικού κινδύνου στην Ευρώπη έχει μικρότερο αντίκτυπο στην Ελλάδα από ό,τι σε άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης. «Η Ελλάδα έχει επιτύχει ή υπερβεί τον στόχο του ΝΑΤΟ για αμυντικές δαπάνες 2% του ΑΕΠ εδώ και πολλά χρόνια και δεν έχει απόθεμα μη υλοποιημένων επενδύσεων στην άμυνα, όπως βλέπουμε σε άλλες χώρες της ΕΕ».
Συνολικά, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της Ελλάδας έχει μειωθεί κατά περίπου 50 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του το 2020 και είναι μειωμένος κατά περίπου 27 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τα προ κορονοϊού επίπεδα.
«Εκτιμούμε ότι στο τέλος του 2024 βρισκόταν στο 156,1% του ΑΕΠ και προβλέπουμε ότι θα μειωθεί στο 148,3% και στο 140,6% το 2025 και το 2026, αντίστοιχα. Η διάρθρωση του χρέους της χώρας παραμένει ευνοϊκή, με μέση διάρκεια μέχρι τη λήξη 18,8 έτη, με το σύνολο του χρέους να είναι σταθερού επιτοκίου».
Βελτίωση των τραπεζών
Η ποιότητα του ενεργητικού του τραπεζικού συστήματος συνέχισε να βελτιώνεται και θα συγκλίνει στα επίπεδα της ΕΕ, αν και τα επίπεδα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) παραμένουν από τα υψηλότερα στην ΕΕ.
Το μεγαλύτερο μέρος της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων προήλθε από πωλήσεις χαρτοφυλακίων και τιτλοποιήσεις, μειώνοντας τον δείκτη των μη εξυπηρετούμενων δανείων σε περίπου 2,9% τον Δεκέμβριο του 2024 σε σύγκριση με έναν μέσο όρο περίπου 2% για τις τράπεζες της ΕΕ.
Η κυβέρνηση έχει επεκτείνει το Ελληνικό Σύστημα Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (γνωστό ως «Ηρακλής»), το οποίο αποτέλεσε βασική πηγή μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων μέσω τιτλοποιήσεων. Η επέκταση του Ηρακλής (γνωστού και ως Ηρακλής III) θα προωθήσει περαιτέρω τιτλοποιήσεις, κυρίως για την Attica Bank και μικρότερα υπόλοιπα για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες.
«Αξίζει να σημειωθεί, ωστόσο, ότι επειδή η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων προήλθε μέσω της μεταβίβασης στοιχείων ενεργητικού, αυτά παραμένουν στην οικονομία στα χέρια των πιστωτικών φορέων, ακόμη και αν βρίσκονται εκτός τραπεζικού τομέα. Η παραμονή αυτών των μη εξυπηρετούμενων δανείων αποτελεί τροχοπέδη στην οικονομική ανάπτυξη, καθώς και πηγή ενδεχόμενων υποχρεώσεων για την κυβέρνηση λόγω της κρατικής εγγύησης για τα senior notes, αν και δεν έχει ενεργοποιηθεί καμία εγγύηση τα τελευταία πέντε χρόνια», σημειώνει ο Moody's.
Οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας βελτιώνονται επίσης λόγω της ισχυρής δημιουργίας οργανικού κεφαλαίου, παρά τις πληρωμές μερίσματος το 2024-25. Επιπλέον, η ποιότητα κεφαλαίου βελτιώνεται λόγω της ισχυρής κερδοφορίας και της περαιτέρω (και επιταχυνόμενης) απόσβεσης των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων (DTC).
«Αναμένουμε ότι τα κέρδη θα παραμείνουν εύρωστα, παρά τις κάποιες πιέσεις στα περιθώρια κέρδους το 2025-26 λόγω της ανατιμολόγησης των δανείων σε χαμηλότερα επίπεδα λόγω της μείωσης των επιτοκίων. Τα κέρδη θα υποστηριχθούν από την αύξηση των πιστώσεων σε μεσαίο έως υψηλό μονοψήφιο ποσοστό και τον περαιτέρω εξορθολογισμό της βάσης κόστους των τραπεζών και της αποτελεσματικότητας μέσω πρωτοβουλιών ψηφιοποίησης και περισσότερων περικοπών προσωπικού».
Αν και η οικονομική ανάπτυξη ήταν κυκλικά ισχυρή λόγω της πολύ ισχυρής στήριξης από τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), είναι πιθανό να επιβραδυνθεί μόλις ολοκληρωθεί η απορρόφηση των πόρων αυτών, σημειώνει ο οίκος. «Τα δυσμενή δημογραφικά στοιχεία θα δημιουργήσουν σημαντικούς μετωπικούς ανέμους στην ανάπτυξη, παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να αυξήσει τα ποσοστά συμμετοχής του εργατικού δυναμικού», προσθέτει.