Επαγγελματίες: 7+1 αλλαγές στη φορολογία
Shutterstock
Shutterstock

Επαγγελματίες: 7+1 αλλαγές στη φορολογία

Ένα τεκμαρτό φορολογητέο κέρδος για τους ελεύθερους επαγγελματίες που θα φτάνει έως και τα 50.000 ευρώ θα μπορεί να υπολογίζει η εφορία με βάση τα φετινά εισοδήματα που θα δηλωθούν το 2024.

Το ελάχιστο τεκμαιρόμενο κέρδος του επαγγελματία θα προκύπτει μέσα από μια σύνθετη άσκηση που θα λαμβάνει υπόψιν τουλάχιστον τέσσερις διαφορετικούς συντελεστές, όπως αποκαλύπτει το φορολογικό νομοσχέδιο που τέθηκε σήμερα σε δημόσια διαβούλευση: Από τον κατώτατο μισθό των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα, μέχρι τον ανώτερο που καταβάλει στους υπαλλήλους του, μαζί με το 10% του κόστους μισθοδοσίας του προσωπικού της επιχείρησης, αλλά και τον μέσο όρο του ετήσιου τζίρου στον κλάδο όπου αυτή υπάγεται (βάση ΚΑΔ). Και φυσικά θα συνεκτιμώνται μια σειρά από εκπτώσεις και εξαιρέσεις που σχετίζονται με τον χρόνο άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας.

Το τεκμήριο θα είναι μαχητό, δηλαδή θα μπορεί να αμφισβητηθεί στη Εφορία από συνολικά οκτώ κατηγορίες πολιτών, όπως όσοι αποδεικνύουν ότι για λόγους ανωτέρας βίας δεν ασκούσαν επιχειρηματική δραστηριότητα για συγκεκριμένο διάστημα, ωστόσο ακόμη και αυτοί, πρώτα θα παραλαμβάνουν το σχετικό μπιλιετάκι και μετά θα πρέπει να προσκομίσουν τις βεβαιώσεις που θα τεκμαίρουν ότι εξαιρούνται του φόρου. Τότε η φορολογική διοίκηση θα ελέγχει την αλήθεια των ισχυρισμών και θα μειώνει ανάλογα το ελάχιστο ετήσιο κέρδος.

1. Πώς υπολογίζεται ο φόρος

Το νέο μοντέλο φορολόγησης για τους ελεύθερους επαγγελματίες καθιερώνει ελάχιστο τεκμαιρόμενο κέρδος 10.920 ευρώ από την άσκηση ατομικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς και τη μείωση κατά 50% του τέλος επιτηδεύματος για εκείνους που θα δηλώσουν εισοδήματα υψηλότερα από το τεκμήριο. Για εκείνους που θα δηλώσουν χαμηλότερα εισοδήματα, το τέλος μειώνεται κατά 25%.

Βασική φιλοσοφία του νομοσχεδίου είναι ότι η προσωπική συνεισφορά κάθε ελεύθερου επαγγελματία στην ατομική του επιχείρηση δεν μπορεί να αποτιμάται σε επίπεδο χαμηλότερο από το εισόδημα του μισθωτού που πληρώνεται με τον κατώτατο μισθό (780 ευρώ Χ 12 μήνες).

Και για να μην υπάρχει εξισωτική αντίληψη, το ύψος της προσωπικής αυτής συνεισφοράς θα προσαυξάνεται ανάλογα με τα χρόνια της επαγγελματικής δραστηριότητας, το σύνολο της μισθοδοσίας και το ύψος του τζίρου της επιχείρησης. Σε αυτή την συνθέτη για την εφορία άσκηση, το ετήσιο τεκμαρτό φορολογητέο κέρδος των μέχρι 50.000 ευρώ θα προκύπτει ως άθροισμα των παρακάτω: 

α) Του εκάστοτε ισχύοντα κατώτατου μισθού, προσαυξημένου κατά 10% για κάθε 3 χρόνια επαγγελματικής δραστηριότητας μετά την πρώτη εξαετία ή του ανώτερου ετήσιου μισθού που ο ελεύθερος επαγγελματίας καταβάλλει σε υπάλληλό του. Λαμβάνεται υπόψη το μεγαλύτερο από τα δύο ποσά, με ανώτατο όριο σε κάθε περίπτωση τα 30.000 ευρώ.

β) Ενός συντελεστή προσαύξησης του παραπάνω ποσού, (των μέχρι 30.000 ευρώ), όταν ο ετήσιος τζίρος είναι υψηλότερος από το μέσο όρο του εκάστοτε κλάδου. Η προσαύξηση είναι 35 % για όσους πραγματοποιούν τζίρο μεγαλύτερο του μέσου όρου, 70% για τζίρο μεγαλύτερο του 150% του μέσου όρου και 100% για τζίρο που υπερβαίνει το διπλάσιο του μέσου όρου.

γ) Το 10 % του κόστους μισθοδοσίας του προσωπικού με όριο τις 15.000 ευρώ.

2. Πότε δεν θα εφαρμόζεται το τεκμήριο

Δεν θα εφαρμόζεται κατά τα τρία πρώτα χρόνια της επαγγελματικής δραστηριότητας, για το τέταρτο έτος μειώνεται κατά 67 % και για το πέμπτο έτος κατά 33 %.

3. Πότε πληρώνουν 50% χαμηλότερη προκαταβολή φόρου

Στην πρώτη χρονιά εφαρμογής του τεκμαρτού τρόπου φορολόγησης των επαγγελματιών - δηλαδή αυτή που αφορά τα φετινά εισοδήματα-  όσοι επαγγελματίες κληθούν να καταβάλουν το τεκμαρτό εισόδημα θα πληρώσουν το 2024 μειωμένη κατά 50 % προκαταβολή φόρου.

4. Ποια εισοδήματα μειώνουν το τεκμήριο

Τυχόν εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις ή από αγροτική επιχειρηματική δραστηριότητα συνυπολογίζονται για την κάλυψη του τεκμηρίου. Για παράδειγμα αν το τεκμήριο για έναν επαγγελματία προσδιορίζεται στις 12.000 ευρώ και ο ίδιος έχει εισόδημα από μισθούς ύψους 7.000 ευρώ, το τεκμήριο μειώνεται στις 5.000 ευρώ (12.000-5.000).

5. Πότε δεν ισχύει προσαύξηση λόγω ΚΑΔ

Δεν ισχύει όταν ο μέσος όρος του ετήσιου κύκλου εργασιών του αντίστοιχου Κ.Α.Δ. δεν υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ ή όταν το πλήθος των επιτηδευματιών που υπάγονται στον συγκεκριμένο Κ.Α.Δ. δεν υπερβαίνει τους 30. Διευκρινίζεται επίσης ότι για τον υπολογισμό του μέσου όρου του κύκλου εργασιών δεν λαμβάνονται υπόψη οι επιτηδευματίες με μηδενικό τζίρο.

6. Δεν μεταφέρονται οι ζημιές

Για τους επαγγελματίες που δηλώνουν ζημιές και φορολογούνται με το τεκμήριο, προβλέπεται ότι οι ζημιές δεν μεταφέρονται για να συμψηφιστούν με τα κέρδη επομένων ετών.

7. Τι ισχύει για όσους διακόπτουν το ελεύθερο επάγγελμα και ιδρύουν μονοπρόσωπη εταιρεία

Για να αντιμετωπιστούν τυχόν καταχρηστικές συμπεριφορές, προβλέπεται ότι όποιςο διακόπτει το ελεύθερο επάγγελμα για να συμμετάσχει ως μοναδικός μέτοχος ή εταίρος σε μονοπρόσωπη εταιρεία με το ίδιο ακριβώς επιχειρηματικό αντικείμενο, τότε θα εξαιρείται της φορολόγησης με το τεκμήριο, εφόσον από τη σύγκριση των φόρων στις δύο περιπτώσεις, προκύπτει χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση

8. Οι κατηγορίες που μπορούν να αμφισβητήσουν το τεκμήριο

Οι φορολογούμενοι μπορούν να αμφισβητήσουν το τεκμήριο ειδικά στις περιπτώσεις που:

α) υπηρετούν τη στρατιωτική τους θητεία,

β) είναι φυλακισμένοι,

γ) νοσηλεύονται σε νοσοκομείο ή κλινική,

δ) βρίσκονται σε αδυναμία άσκησης δραστηριότητας λόγω εγκυμοσύνης ή λοχείας με βάση την εργατική νομοθεσία, 

ε) έχουν αποδεδειγμένα πληγεί από εκτεταμένες φυσικές καταστροφές που κατέστησαν αδύνατη, συνολικά ή μερικά, την άσκηση της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής τους δραστηριότητας,

στ) τελούν υπό ανάκληση της άδειας λειτουργίας της ατομικής τους επιχείρησης ή της άδειας άσκησης επαγγέλματός τους,

ζ) τελούν υπό απαγόρευση λειτουργίας του καταστήματος ή άλλου χώρου άσκησης της επαγγελματικής ή επιχειρηματικής τους δραστηριότητας σε εφαρμογή απόφασης δημόσιας αρχής για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας ή άλλου λόγου που υπαγορεύει το δημόσιο συμφέρον,

η) προσκομίζουν στοιχεία από τα οποία αποδεικνύεται ότι για λόγους ανωτέρας βίας δεν ασκούσαν επιχειρηματική δραστηριότητα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.