Επάρκεια στα τρόφιμα με σενάρια για εκτόξευση των τιμών

Επάρκεια στα τρόφιμα με σενάρια για εκτόξευση των τιμών

Η Ελλάδα εισάγει περίπου δύο εκατομμύρια τόνους σιτηρών εκ των οποίων περίπου οι 1,4 εκατομμύρια τόνοι προέρχονται από χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεδομένου ότι το εμπόριο με τους περισσότερους εταίρους συνεχίζεται αδιάκοπα, η κυβέρνηση και το αρμόδιο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης έχει κάθε λόγο να εμφανίζεται καθησυχαστικό όσον αφορά στην επάρκεια της αγοράς. Άλλο βέβαια η επάρκεια και άλλο οι τιμές. Με τις τιμές των σιτηρών να παραμένουν στα υψηλότερα επίπεδα όλων των εποχών, το «τσουνάμι» των ανατιμήσεων αναμένεται να συνεχιστεί και τον Απρίλιο.

Μάλιστα, δεδομένου ότι μεγάλο μέρος των δημητριακών χρησιμοποιούνται για ζωοτροφές, το «τσουνάμι» των ανατιμήσεων είναι πολύ πιθανό ότι θα πλήξει και την τιμή του κρέατος κάτι που θα φανεί το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.

Τι δείχνουν τα στοιχεία των εισαγωγών σιτηρών; Στο σκληρό σιτάρι ο βασικός μας προμηθευτής είναι η Βουλγαρία που μας στέλνει 108 χιλιάδες τόνους  σε ετήσια βάση ενώ με μεγάλη απόσταση ακολουθούν Ιταλία και Ρουμανία. Στο μαλακό σιτάρι, η Βουλγαρία είναι και πάλι ο πρώτος προμηθευτής με 338 χιλιάδες τόνους αλλά ακολουθεί η Ρωσία με 223 χιλιάδες τόνους, η Μολδαβία με 85 χιλιάδες τόνους και η Ουκρανία με 32 χιλιάδες τόνους. Το χαρακτηριστικό στο σκληρό σιτάρι είναι ότι υπάρχουν και άλλοι μεγάλοι προμηθευτές στους οποίους η χώρα μπορεί να απευθυνθεί για να καλύψει τυχόν ελλείψεις από Ρωσία και Ουκρανία.

Μεταξύ άλλων, είναι η Ρουμανία, η Βόρεια Μακεδονία, η Γαλλία, η Ουγγαρία ακόμη και η Γερμανία. Από τη Ρουμανία, οι εισαγωγές το 2021 έφτασαν στους 31 χιλιάδες τόνους το 2021 περίπου όση και η ποσότητα από την Ουκρανία. Στο καλαμπόκι οι εισαγωγές από τη Βουλγαρία ανέρχονται στους 214 χιλιάδες τόνους ενώ από τη Ρωσία στους 135 χιλιάδες τόνους. Η Ρουμανία, μας στέλνει 99.000 τόνους ενώ ακολουθούν Σερβία και Μολδαβία. Από την Ουκρανία, εισάγουμε 9500 τόνους.

Το μεγάλο πρόβλημα λοιπόν δεν είναι οι ποσότητες, όπως προκύπτει και από τα παραπάνω στοιχεία. Προφανώς, τα προβλήματα έχουν να κάνουν με τις τιμές καθώς η χρήση των σιτηρών δεν προορίζεται μόνο για την ανθρώπινη κατανάλωση. Μια πολύ καλή εικόνα μπορεί να σχηματίσει κάποιος από το πώς διαμορφώθηκε το ισοζύγιο σιτηρών του 2018. Τα στοιχεία δεν είναι πολύ πρόσφατα αλλά είναι απολύτως ενδεικτικά:

  1. Στο μαλακό σιτάρι, η συνολική εγχώρια χρήση φτάνει στα 1,28 εκατομμύρια τόνους. Από αυτή την ποσότητα, οι 600.000 τόνοι προορίζονται για ζωοτροφές.
  2. Στο κριθάρι, η συνολική εγχώρια χρήση φτάνει στους 526 χιλιάδες τόνους και οι 400.000 τόνοι είναι ζωοτροφές.
  3. Στο σκληρό σιτάρι, η εγχώρια κατανάλωση είναι 626 χιλιάδες τόνοι και οι 130.000 τόνοι είναι ζωοτροφές.
  4. Στον αραβόσιτο, σχεδόν ολόκληρη η εγχώρια χρήση προορίζεται για ζωοτροφές (2 εκατομμύρια τόνοι από τα συνολικά 2,1 εκατομμύρια τόνοι.
  5. Κυρίως για ζωοτροφές χρησιμοποιούνται οι ποσότητες και βρώμης, και σίκαλης

Με την τιμή του σιταριού να παραμένει στα 440 ευρώ ο τόνος στις ευρωπαϊκές αγορές, το πραγματικό ερώτημα που θα απαντηθεί μέσα στις επόμενες εβδομάδες - και με δεδομένη την επίπτωση που έχει ήδη στη διεθνή τιμή του σιταριού ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι το που και το πότε θα σταματήσει το ντόμινο των αυξήσεων. Θα δικαιωθούν για παράδειγμα αυτοί που προβλέπουν τεράστια αυξήσεις ακόμη και στην τιμή του κοτόπουλου;