Oι ευρωπαϊκές ασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να επανεξετάσουν τις στρατηγικές τους το 2017, καθώς η οικονομική ρευστότητα, το ρυθμιστικό περιβάλλον και o αυξημένος ανταγωνισμός επηρεάζουν αρνητικά τη ζήτηση και τα έσοδά τους. Την ίδια στιγμή, όμως, οι τεχνολογικές καινοτομίες θα τους επιτρέψουν να θωρακίσουν τη μελλοντική τους θέση. Αυτά προκύπτουν από την πρόσφατη έρευνα της ΕΥ, European Insurance Outlook 2017.
Σύμφωνα με την EY, μια σειρά από οικονομικές εξελίξεις αναμένεται να επηρεάσουν τις προοπτικές των ασφαλιστικών εταιρειών το 2017. Η ισχνή οικονομική ανάπτυξη και η υψηλή ανεργία θα συνεχίσουν να συμπιέζουν τη ζήτηση. Η υποτίμηση του ευρώ και της στερλίνας, η αστάθεια των χρηματαγορών και, το κυριότερο, τα χαμηλά επιτόκια, θα επηρεάσουν αρνητικά τις επενδύσεις και την κεφαλαιακή τους θέση, εντείνοντας ενδεχομένως και τη δραστηριότητα Συγχωνεύσεων και Εξαγορών (Σ&Ε). Οι προκλήσεις αυτές ενδέχεται να ενισχυθούν από την πολιτική αβεβαιότητα και την ενδεχόμενη ανάκαμψη του οικονομικού προστατευτισμού μετά τις αμερικανικές εκλογές και τη διαδικασία του Brexit. Την ίδια ώρα, παράλληλα με την εφαρμογή του Solvency II, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να προετοιμαστούν για την υιοθέτηση των Διεθνών Προτύπων Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης (IFRS 17), καθώς και άλλων νέων κανονισμών, στα πλαίσια της γενικότερης αυστηροποίησης του κανονιστικού πλαισίου.
Επιπλέον, εντείνεται η πίεση, ιδιαίτερα από τους νεότερους καταναλωτές, για ψηφιακή πρόσβαση στις υπηρεσίες και μεγαλύτερη διαφάνεια. Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις που θα επενδύσουν εγκαίρως στις νέες τεχνολογίες, όπως το Internet of Things και η τεχνητή νοημοσύνη, θα αποκτήσουν σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα. Η αύξηση, όμως, της χρήσης της ψηφιακής τεχνολογίας και η επέκταση των απειλών στον κυβερνοχώρο, θα δημιουργήσει και μια νέα, δυναμική αγορά, αυτήν της ασφάλισης κατά των κυβερνο-απειλών.
Η αντιμετώπιση των εξελίξεων στο οικονομικό, πολιτικό και ρυθμιστικό περιβάλλον, σε συνδυασμό με τις ραγδαίες μεταβολές στη συμπεριφορά των καταναλωτών και τις προκλήσεις των νέων τεχνολογιών, θα υποχρεώσουν τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις να επαναπροσδιορίσουν τους στρατηγικούς στόχους τους στο πλαίσιο ενός σαφούς οράματος για τη θέση τους σε μια εντελώς νέα αγορά. Η έρευνα της ΕΥ υποδεικνύει πέντε βασικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή:
1. Επανασχεδιασμός των επιχειρηματικών σχεδίων, ενόψει του μετασχηματισμού της αγοράς
Οι εκπλήξεις και ανατροπές που επεφύλαξε το 2016 μας έδειξε πως οι μεγάλες αναταράξεις σε οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο είναι απρόβλεπτες. Καθώς η πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα φαίνεται να παγιώνονται, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις οφείλουν να προετοιμάσουν σχέδια ακόμη και για τα πιο ακραία σενάρια και να ενσωματώσουν μηχανισμούς έγκαιρης προειδοποίησης και αντίδρασης σε αυτά, με βάση, κυρίως, καινοτόμα εργαλεία, όπως τα προγνωστικά analytics. Θα πρέπει, επίσης, να αναπτύξουν μια μακροπρόθεσμη θωράκιση έναντι πιθανών αρνητικών εξελίξεων, ενισχύοντας την πιστότητα των πελατών τους, οικοδομώντας συμμαχίες που θα αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους και απαλλασσόμενοι από ζημιογόνες δραστηριότητες.
2. Προσαρμογή των προϊόντων και της επενδυτικής στρατηγικής στις αντίξοες συνθήκες της αγοράς
Καθώς το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων αναμένεται να παραταθεί, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα χρειαστεί να εστιάσουν σε επενδύσεις που ενισχύουν την κερδοφορία, χωρίς να αυξάνουν υπερβολικά τους κινδύνους, ενώ, παράλληλα, θα περιορίσουν τα λειτουργικά τους κόστη. Συγχρόνως, θα πρέπει να ελέγχουν συστηματικά την ευαισθησία των στρατηγικών τους επιλογών σε ενδεχόμενες αρνητικές εξελίξεις που συνδέονται με την πολιτική και νομισματική αβεβαιότητα. Θα πρέπει, επίσης, να εξετάσουν την επέκτασή τους σε αγορές που αναμένεται να αναπτυχθούν, ιδιαίτερα σε τομείς όπου αυξάνονται οι κίνδυνοι και οι κρατικοί πόροι περιορίζονται, όπως οι φυσικές καταστροφές και η ασφάλεια στον κυβερνοχώρο.
3. Ο πελάτης βρίσκεται στο επίκεντρο
Οι νέες τεχνολογίες θέτουν στη διάθεση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων έναν τεράστιο όγκο πληροφοριών που τους επιτρέπει να κατανοήσουν και να προβλέψουν τις διαρκώς μεταβαλλόμενες ανάγκες και προτιμήσεις των πελατών τους. Συγχρόνως, τους δίνουν τη δυνατότητα να ενισχύσουν την αλληλεπίδραση με τους πελάτες και να τους εξασφαλίσουν ευκολότερη πρόσβαση και ενεργότερη εμπλοκή στον κύκλο ζωής του ασφαλιστικού προϊόντος. Ειδικότερα οι Millenials (όσοι γεννήθηκαν μεταξύ των δεκαετιών 1980 και 2000), των οποίων τα εισοδήματα και η επιρροή στα καταναλωτικά πρότυπα αυξάνονται διαρκώς, πρέπει να βρεθούν στο κέντρο της προσοχής, με έμφαση στις ψηφιακές και κινητές (mobile) υπηρεσίες, καθώς και απρόσκοπτη εικοσιτετράωρη εξυπηρέτηση.
4. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός στο επόμενο επίπεδο
Για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις, ο ψηφιακός μετασχηματισμός αποτελεί πλέον εργαλείο αύξησης των πωλήσεων και ενίσχυσης της ανταγωνιστικής θέσης τους και, δευτερευόντως, μείωσης του κόστους. Συνεπώς, η επένδυση στην τελευταία ψηφιακή τεχνολογία αποτελεί μονόδρομο μεν, γεμάτο προκλήσεις δε, λόγω της εντεινόμενης ανάγκης περιορισμού των δαπανών. Το 2017, καινοτομίες, μεταξύ των οποίων τα social, mobile, analytics & cloud (SMAC) θεωρούνται ήδη δεδομένες, καθώς νεότερες τεχνολογίες, όπως η τεχνητή νοημοσύνη, το Internet of Things, τα wearables και το blockchain, είναι αυτές που μετασχηματίζουν δραστικά τα δεδομένα της αγοράς. Οι ασφαλιστικές θα πρέπει να εξασφαλίσουν πρόσβαση σε αυτές μέσω νέων επενδύσεων, εξαγορών και συμμαχιών. Παράλληλα, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να ενισχύσουν τις επενδύσεις στο χώρο της κυβερνο-ασφάλειας, για να εξασφαλίσουν την προστασία τόσο των δικών τους δεδομένων, όσο και των πελατών τους.
5. Προσέλκυση, ανάπτυξη και διατήρηση του ανθρώπινου δυναμικού
Για να μπορέσουν να παρακολουθήσουν και να αξιοποιήσουν την εξέλιξη της ψηφιακής τεχνολογίας, οι ασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να επανασχεδιάσουν τις πολιτικές τους για το ανθρώπινο δυναμικό, τοποθετώντας στο επίκεντρο τις ψηφιακές δεξιότητες. Αυτό προϋποθέτει την επανειδίκευση του υπάρχοντος προσωπικού και την προσέλκυση νέου ταλέντου με αξιόλογες πανεπιστημιακές σπουδές, ιδιαίτερα σε μια περίοδο που ένας μεγάλος αριθμός υψηλόβαθμων στελεχών συνταξιοδοτείται. Το Brexit ενδέχεται να εντείνει τον ανταγωνισμό για την προσέλκυση αξιόλογων στελεχών, καθώς το νέο καθεστώς στη Βρετανία μπορεί να ωθήσει αρκετούς επαγγελματίες να αναζητήσουν εργασία στην Ευρώπη.
Τέλος ο κ. Λάμπρος Γκόγκος, Εταίρος, Επικεφαλής του τμήματος Ασφαλιστικών Υπηρεσιών της ΕΥ Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης, σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, σημειώνει:
«Το 2020, η ευρωπαϊκή ασφαλιστική αγορά θα είναι ριζικά διαφορετική από την αγορά του 2017. Βιώνοντας μία δύσκολη και ασταθή περίοδο, οι ελληνικές ασφαλιστικές εταιρείες θα πρέπει να προσαρμοστούν στις νέες συνθήκες, για να εξασφαλίσουν τη βιώσιμη ανάπτυξή τους. Θα πρέπει, επίσης, να κατανοήσουν εγκαίρως τις επερχόμενες αλλαγές, να επανασχεδιάσουν τη στρατηγική τους, αλλά και να επενδύσουν στην ψηφιακή τεχνολογία, για να ανταποκριθούν στις νέες ανάγκες και προτιμήσεις των καταναλωτών».