Το γεμάτο προκλήσεις περιβάλλον στην τουρκική αγορά, η επιδείνωση της εγχώριας εμπιστοσύνης και η πιθανότητα περαιτέρω αποδυνάμωσης της τουρκικής λίρας εν τω μέσω αβεβαιότητας για τη νομισματική πολιτική και υψηλού πληθωρισμού, δημιουργούν κινδύνους για την μακροοικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Αυτό αναφέρει σε σημερινή της έκθεση η Fitch, στην οποία εκτιμά την κατάσταση που επικρατεί στην Τουρκία μετά την μεγάλη πτώση της λίρας αλλά και την ανάκαμψή της στον απόηχο της προστασίας καταθέσεων που εφάρμοσε ο Ερντογάν.
Η αύξηση των κινδύνων είναι αρνητική εξέλιξη για το πιστοληπτικό προφίλ των τουρκικών τραπεζών και μπορεί να αυξήσει την πιθανότητα κρατικής παρέμβασης στο τραπεζικό σύστημα, γεγονός που «υποβαθμίζει» το outlook για τον τουρκικό τραπεζικό κλάδο το 2022, σημειώνει η Fitch.
Ο οίκος επισημαίνει τη διολίσθηση της τουρκικής λίρας κατά 50% έναντι του δολαρίου από την αρχή του 2021 και έως τα μέσα Δεκεμβρίου, κυρίως μετά τη μείωση των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα κατά 500 μονάδες βάσης, στο 14%. Ωστόσο, σημειώνει ότι η λίρα ενισχύθηκε σημαντικά μετά την ανακοίνωση του μέτρου προστασίας των καταθέσεων, μέσω του οποίου αποζημιώνονται οι καταθέτες που διατηρούν τα χρήματά τους σε τουρκικές λίρες, όταν μεταβάλλεται πολύ η συναλλαγματική ισοτιμία.
«Η ανάκαμψη της λίρας και ο περιορισμός της δολαριοποίησης, αν συνεχιστούν, θα είναι θετικές εξελίξεις για τις τουρκικές τράπεζες, όμως ο αντίκτυπος και οι επιπτώσεις του μέτρου είναι αβέβαια. Τα αρνητικά πραγματικά επιτόκια, η αβεβαιότητα για τη νομισματική πολιτική και οι πληθωριστικές πιέσεις έχουν τη δυναμική να συντηρήσουν τη συναλλαγματική μεταβλητότητα το 2022.
Οι τουρκικές τράπεζες, τονίζει η Fitch, είναι ευάλωτες στη συναλλαγματική μεταβλητότητα λόγω των σημαντικών απαιτήσεων αναχρηματοδότησης και της δολαριοποίησης των καταθέσεων. Και οι δύο αυτοί παράγοντες εγείρουν κινδύνους για τη ρευστότητα σε ξένο νόμισμα και τον υψηλό δανεισμό σε ξένο νόμισμα. Επιπλέον, οι κεφαλαιακοί δείκτες χειροτερεύουν από την υποτίμηση της λίρας λόγω του πληθωρισμού του σταθμισμένου ενεργητικού σε ξένο νόμισμα.