Γ. Δραγασάκης: Ελπίζουμε σε πρωτοβουλίες αυτή την εβδομάδα για λύση εντός Φεβρουαρίου στην αξιολόγηση

Γ. Δραγασάκης: Ελπίζουμε σε πρωτοβουλίες αυτή την εβδομάδα για λύση εντός Φεβρουαρίου στην αξιολόγηση

Photo by Sooc

«Η θέση μας είναι ότι η δεύτερη αξιολόγηση έπρεπε και μπορούσε να έχει ήδη ολοκληρωθεί. Διότι τα περισσότερα θέματα έχουν κλείσει και τα όποια θέματα μένουν ανοιχτά μπορούν να κλείσουν αν υπάρξει η πολιτική βούληση από όλες τις πλευρές», σημείωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης κατά την ομιλία του στην εκδήλωση-συζήτηση «Η θάλασσα, νέος ορίζοντας για την Ελλάδα;», που θα πραγματοποιηθεί στο Αμφιθέατρο του Μουσείου της Ακρόπολης.

Όπως τόνισε ωστόσο, «η μοναδική αιτία και ο αποκλειστικός λόγος της καθυστέρησης οφείλεται σε αποκλίνουσες εκτιμήσεις μεταξύ των δανειστών σε ό,τι αφορά πτυχές του Προγράμματος».

Ειδικότερα, όπως είπε ο κ. Δραγασάκης, «η Γερμανία και ορισμένες άλλες χώρες θεωρούν αναγκαία τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό Πρόγραμμα, αρνούνται όμως τις εκτιμήσεις του Ταμείου για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, άρα και την ανάγκη περαιτέρω ελάφρυνσής του. Το ίδιο το ΔΝΤ ενώ υποστηρίζει ότι η Ελλάδα έχει υποφέρει από υπερβολική λιτότητα, συστήνει πρόσθετα μέτρα. Το ίδιο συνέβη πέρυσι με την πρώτη αξιολόγηση και επαναλαμβάνεται και τώρα».

Επιπλέον, επεσήμανε ότι «στην ίδια τη Γερμανία πάλι, υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις για το ελληνικό Πρόγραμμα, ακόμη και εντός του κυβερνητικού συνασπισμού, όπως έδειξε η δημοσιοποίηση επιστολής του αντικαγκελάριου Γκάμπριελ στην καγκελάριο Μέρκελ. Τέλος, όπως έδειξε και η σημερινή ανακοίνωση του ΔΝΤ, διαφορετικές εκτιμήσεις υπάρχουν ακόμη και στο εσωτερικό του Ταμείου».

«Παρά τις αντιφάσεις αυτές όμως», πρόσθεσε ο κ. Δραγασάκης, «η θέση μας ήταν και παραμένει ότι ασφαλώς και μπορεί να υπάρξει διέξοδος και μάλιστα το συντομότερο δυνατό. Διότι ο χρόνος αποτελεί κρίσιμη παράμετρο. Η ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης θα αποτελέσει ένα ισχυρό σήμα για τη θετική έκβαση του όλου Προγράμματος. Ελπίζουμε ότι το επόμενο διάστημα, ίσως και εντός της εβδομάδας, θα υπάρξουν εκείνες οι θεσμικές πρωτοβουλίες και οι σχετικές διαδικασίες, οι οποίες θα δρομολογήσουν λύση και θα οδηγήσουν σε διέξοδο εντός του  Φεβρουαρίου».

Σύμφωνα με τον ίδιο, «όλοι αναγνωρίζουν ότι το πρώτο Μνημόνιο απέτυχε επιφέροντας δραματικές οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες, ενώ το δεύτερο ουδέποτε ολοκληρώθηκε. Όπως αναγνωρίζει στη σημερινή ανακοίνωσή του και το ΔΝΤ, πίσω από την αποτυχία αυτή βρίσκεται "το μεγάλο κόστος των προγραμμάτων για την ελληνική κοινωνία", κάτι που εκφράζεται από τη δραματική πτώση των εισοδημάτων και την ιστορικά υψηλή ανεργία. Σε αντίθεση με το παρελθόν αυτό, σήμερα συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις ώστε το σε ισχύ Πρόγραμμα να ολοκληρωθεί στην ώρα του, το καλοκαίρι του 2018, όπως προβλέπεται, υπό τον όρο ότι δε θα επιβαρυνθεί το περιεχόμενό του με νέα μέτρα πέραν των συμφωνηθέντων».

Πρόκειται για κάτι που όπως είπε, «δεν το λέμε μόνο εμείς αυτό. Όπως δήλωσε πρόσφατα και ο επίτροπος Πιέρ Μοσκοβισί: "είναι φυσιολογικό να ζητάμε η Ελλάδα να τηρήσει όλες τις δεσμεύσεις της, αλλά μόνο τις δεσμεύσεις της. Όχι διαρκώς επιπλέον απαιτήσεις"».

Επιπλέον, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης τόνισε ότι «η έγκαιρη ολοκλήρωση της αξιολόγησης λοιπόν και η ένταξη της Ελλάδας στο Πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας θα επιτρέψουν την έξοδο της χώρας στις αγορές δανεισμού, γεγονός το οποίο θα επιτρέψει τη μείωση των επιτοκίων από τα σημερινά τους επίπεδα και την απεξάρτηση της χώρας από το θεσμικό δανεισμό. Η επίτευξη των στόχων και η υπέρβασή τους σε πολλές περιπτώσεις, με επαναλαμβανόμενες προσπάθειες του ελληνικού λαού καθιστούν αυτό το θετικό σενάριο όχι μόνο αναγκαίο, αλλά και ρεαλιστικό».

Ο Γιάννης Δρασάκης σημείωσε ακόμα ότι «παρά τη διαρκή καταστροφολογία και τη μηδενιστική κριτική ορισμένων δυνάμεων της εγχώριας αντιπολίτευσης, όλοι οι ευρωπαϊκοί παράγοντες, αλλά και η σοσιαλιστική ομάδα του Ευρωκοινοβουλίου, καθώς και οι ομάδες των Οικολόγων και της Αριστεράς, αναγνωρίζουν αυτά τα θετικά αποτελέσματα  και παίρνουν θέση υπέρ της άμεσης ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης και της ανάγκης ολοκλήρωσης του Προγράμματος. Μόνο στο εσωτερικό της χώρας υπάρχουν φωνές που εύχονται το αντίθετο στο όνομα της όποιας μικροκομματικής ιδιοτέλειας».

Τέλος, ολοκληρώνοντας την ομιλία του τόνισε ότι «η ελληνική κυβέρνηση έχει βεβαίως τις δικές της απόψεις για τις θέσεις και για το ρόλο των διάφορων θεσμών και παραγόντων στο ελληνικό Πρόγραμμα καθώς και για συμπεριφορές που σε ορισμένες περιπτώσεις χαρακτηρίζονται από αλαζονικές, υποτιμητικές  "νεοαποικιακές" λογικές. Όμως αυτό που προέχει την παρούσα στιγμή δεν είναι ο επιμερισμός ευθυνών αλλά να αναζητηθούν εκείνα τα σημεία ισορροπίας που μπορούν να συνθέσουν ένα προωθητικό συμβιβασμό στη βάση της αμοιβαιότητας,  μια θετική διέξοδο που χωρίς να συνιστά παραβίαση αρχών, θα διασφαλίζει τη θετική προοπτική, την ολοκλήρωση του Προγράμματος, την επιτάχυνση της ανάκαμψης και της απασχόλησης,  την έξοδο εν τέλει από την κρίση. Για αυτό θα είναι όχι μόνο προς όφελος της Ελλάδας αλλά και προς όφελος ολόκληρης της Ευρώπης».