Ο κατασκευαστικός κλάδος μετά από μια δωδεκαετία συνεχούς συρρίκνωσης καλείται να αποτελέσει για μια ακόμη φορά τον βασικό μοχλό ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας και ένα από τα βασικά εργαλεία για την υλοποίηση του προγράμματος του ταμείου ανάκαμψης, τόνισε το υψηλόβαθμο στέλεχος και μέλος του Δ.Σ της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, Γιώργος Περδικάρης μιλώντας στο 4ο Athens Investment Forum.
Ο ίδιος έστειλε το μήνυμα πως με το επενδυτικό πρόγραμμα προϋπολογισμού 6,5 δισ. ευρώ που υλοποιεί η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ σε κατασκευές-παραχωρήσεις και ενέργεια, ο όμιλος δηλώνει παρών στην εθνική προσπάθεια για την ανάκαμψη της οικονομίας και βρίσκεται στη διάθεση της Πολιτείας.
Στην τοποθέτησή του ο Γ. Περδικάρης αναφέρθηκε τόσο στα πλεονεκτήματα όσο και στις αδυναμίες που έχει σήμερα ο κατασκευαστικός κλάδος : Στο πρώτο σκέλος συμπεριλαμβάνεται η διαθεσιμότητα πόρων, το νέο θεσμικό πλαίσιο, η συσσωρευμένη τεχνογνωσία αλλά και συνολικά η διάθεση της κοινωνίας μετά από 12 χρόνια κρίσης να ξεφύγει από τη στασιμότητα και να πραγματοποιήσει το άλμα μπροστά.
Στον αντίποδα οι δυσκολίες που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι κατασκευαστικές εταιρείες είναι μεταξύ άλλων: ο αθέμιτος ανταγωνισμός μέσω των υπερβολικά χαμηλών προσφορών, η γραφειοκρατία της δημόσιας διοίκησης, η άνοδος του ενεργειακού κόστους και των πρώτων υλών, αλλά και η μείωση του τεχνικού και εργατικού προσωπικού σαν παράπλευρη συνέπεια της περιορισμένης κατασκευαστικής δραστηριότητας όλη την προηγούμενη περίοδο.
Αναφερόμενος συνολικά στο Ταμείο Ανάκαμψης, ο Γ. Περδικάρης το χαρακτήρισε ως ιστορική ευκαιρία για τη χώρα καθώς με την δύναμη πυρός των πόρων ύψους 59,8 δισ. ευρώ που εκτιμάται πως θα κινητοποιήσει, η χώρα θα μπορέσει σταδιακά να αλλάξει πρόσωπο. Όπως είπε «χιλιάδες άνθρωποι θα βρουν δοπυλειά και θα ενισχυθεί η κοινωνική συνοχή. Θα αμβλυνθούν οι κοινωνικές ανισότητες. Η χώρα θα καταστεί ενεργειακά αυτάρκης και ασφαλής. Θα μειωθεί το κόστος ενέργειας, η οικονομία μας θα γίνει πιο ανταγωνιστική. Με τον ψηφιακό μετασχηματισμό θα καταπολεμηθεί η γραφειοκρατία, το κράτος θα γίνει πιο φιλικό στον πολίτη, θα βελτιωθεί η δημοκρατία, ενώ με την ανάπτυξη που θα επέλθει θα αυξηθεί το κοινωνικό μέρισμα και με τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας θα επαναπατρισθεί επιστημονικό προσωπικό».