Τεράστιο λάθος χαρακτήρισε ο πρώην υπουργός Οικονομικών και νυν διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, το γεγονός ότι δεν επετράπη στην χώρα να δημιουργήσει την δική της Bad Bank, μιλώντας σε εκδήλωση του Οικονομικού Επιμελητηρίου. Παράλληλα, τόνισε ότι το Δημόσιο Χρέος της Ελλάδος, παρά την αύξηση του ως ποσοστό του ΑΕΠ, παραμένει βιώσιμο τουλάχιστον έως το 2030, αν και εξαιτίας της πανδημίας και των δημοσιονομικών μέτρων που έχουν ληφθεί, αναμένεται να υπάρξει μία μόνιμη αύξηση των χρηματοδοτικών αναγκών για την εξυπηρέτηση του.
Όπως ανέφερε σε μεσο-μακροπρόθεσμο ορίζοντα, οι βασικοί κίνδυνοι βιωσιμότητας του χρέους σχετίζονται κυρίως με τους όρους χρηματοδότησης από τις αγορές, τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας, αλλά και με το ύψος των παρεχόμενων εγγυήσεων που έχουν δοθεί για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, στα πλαίσιο των μέτρων στήριξης της οικονομίας κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Για το λόγο αυτό συνέστησε μετά την πανδημία η κυβέρνηση να συνεχίσει το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα προκειμένου η οικονομία να προετοιμαστεί όχι μόνο για μια ασφαλή και πλήρη επανεκκίνηση, αλλά πολύ περισσότερο για την επάνοδό της σε μια στέρεη αναπτυξιακή τροχιά επενδύοντας στην ψηφιακή και πράσινη οικονομία.
Επίσης οι ελληνικές αρχές, με δεδομένο ότι τα δημοσιονομικά μέτρα που έχουν ληφθεί είναι προσωρινού χαρακτήρα, θα πρέπει, όπως υπογράμμισε, να είναι έτοιμες να ενταχθούν πλήρως στους κανόνες του ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου, μόλις αυτοί ενεργοποιηθούν εκ νέου. Τέλος θα πρέπει να αξιοποιηθούν αποτελεσματικά οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ που θα λάβει η Ελλάδα.
Όπως εξήγησε ο διοικητής της ΤτΕ, η επίπτωση της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα και τα επακόλουθα μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης αναμένεται να επιφέρουν «μια μόνιμη ανοδική μετατόπιση τόσο της καμπύλης του χρέους-προς-ΑΕΠ, όσο και της καμπύλης των Ακαθάριστων Χρηματοδοτικών Αναγκών-προς-ΑΕΠ σε σχέση με τις προ-πανδημίας εκτιμήσεις. Ωστόσο, παρά την αυξημένη αβεβαιότητα, οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους παραμένουν περιορισμένοι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2030, λόγω της σύνθεσης του χρέους που αποτελείται κατά 81% από δάνεια του επίσημου τομέα, αλλά και της ευνοϊκής διάρθρωσης των αποπληρωμών, όπως αυτή έχει διαμορφωθεί στο πλαίσιο των μεσοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του χρέους».
Μία τοποθέτηση που αναμφίβολα προκάλεσε αίσθηση ήταν η δήλωσή του ότι η φορολόγηση των ακινήτων ήταν ένα σωστό μέτρο. Παράλληλα σημείωσε με έμφαση ότι τα προγράμματα διάσωσης πέτυχαν μεν αλλά με μεγαλύτερο κόστος. Σημείωσε επίσης ότι τα προγράμματα εξάλειψαν τεράστια ελλείμματα τόσο σε δημοσιονομικό επίπεδο, όσο και σε ισοζύγιο πληρωμών.
Άσκησε έντονη κριτική στους δανειστές, αλλά και στις ελληνικές κυβερνήσεις. Σημείωσε ότι τώρα μιλούμε από θέση ισχύος και με το πλεονέκτημα της «στερνής γνώσης». Επεσήμανε χαρακτηριστικά ότι υπήρχαν υπερβολικές αιρεσιμότητες για πολλά θέματα, η τρόικα προσπαθούσε να κάνει «μικροδιαχείριση», ενώ υπήρξε εμπλοκή πολλών μερών στις διαπραγματεύσεις.
Χαρακτήρισε σωστό μέτρο την φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας, καθώς διεύρυνε την φορολογική βάση, αλλά επεσήμανε ότι οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές αποδείχθηκαν λάθος και έκαναν ζημιά. Παράλληλα τόνισε ότι η μεγάλη μείωση μισθών έφερε σημαντική πτώση φορολογικών εσόδων.
Η κριτική όμως είχε και αποδέκτες στο εσωτερικό, αφού σημείωσε ότι δεν υπήρξε ιδιοκτησία των προγραμμάτων και ότι υπήρξε μεγάλο λάθος το ότι δεν επιτράπηκε στη χώρα, όπως για παράδειγμα στην Ιρλανδία, να δημιουργήσει Βad Βank. «Αυτό το λάθος το πληρώνουμε ακόμα και σήμερα», τόνισε.
Χρειάζεται ένα δίκτυο bad banks για να καθαρίσουμε από τα κόκκινα δάνεια στην Ευρώπη, τόνισε επικαλούμενος και τα διδάγματα της πανδημίας.
«Δεν υπάρχει πρόγραμμα-πανάκεια», τόνισε από την πλευρά του ο Χρήστος Σταϊκούρας αναφερόμενος στις ιδιαιτερότητες της κάθε επιμέρους χώρας. Είναι σημαντική η ιδιοκτησία του προγράμματος, εμείς ενώ προσφύγαμε στον μηχανισμό διάσωσης δεν συμφωνήσαμε με μεταρρυθμίσεις, τόνισε. Η δημοσιονομική πειθαρχία δεν αρκεί, πρέπει να υπάρχουν επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις, συμπλήρωσε.
Η «βασική αμαρτία» ήταν το ότι δεν έγινε η αναδιάρθρωση χρέους από την αρχή. Αυτό επηρέασε και τα τρία προγράμματα από την αρχή, σημείωσε ο Ευκλείδης Τσακαλώτος. Κάθε φορά που κάποιος Ευρωπαίος έλεγε θα δούμε το θέμα του χρέους στο τέλος του προγράμματος οι επενδυτές που θα ήθελαν να έρθουν στην Ελλάδα έλεγαν «όταν θα έρθει το τέλος του προγράμματος, τότε θα επενδύσουμε και εμείς, σημείωσε. Ξέρουμε από τις αποκαλύψεις της WSJ ότι στο ΔΝΤ κάποιες χώρες έλεγαν ότι το πρόγραμμα ήταν κυρίως για τη διάσωση των ευρωπαϊκών τραπεζών και δευτερευόντως για την Ελλάδα.
Εξήγησε ότι θα έπρεπε να υπάρχει «χρυσός κανόνας» που θα εξαιρεί τις επενδύσεις από τους δημοσιονομικούς κανόνες, καθώς αυτές είναι εν πολλοίς αυτοχρηματοδοτούμενες.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, από την πλευρά του, τόνισε ότι η Ένωση απάντησε αρχικά με αμηχανία στην κρίση, πάντα αντιδρούσε συμβατικά. Αυτό άλλαξε μόλις τώρα εξαιτίας της πανδημίας. Το κόστος της επιμόρφωσης το πλήρωσε κυρίως η Ελλάδα, σημείωσε.