Γιατί το χρήμα θα παραμείνει ακριβό για χρόνια
shutterstock
shutterstock

Γιατί το χρήμα θα παραμείνει ακριβό για χρόνια

Θυμάστε την εποχή των μηδενικών επιτοκίων που διήρκεσε σχεδόν μια δεκαετία; Η αλήθεια είναι ότι στην Ελλάδα δεν καταλάβαμε και πολύ το τι ακριβώς συνέβη. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι η ελληνική οικονομία κρατούσε… ομπρέλα όταν έβρεχε χρήμα στις διεθνείς αγορές, καθώς ήταν αναγκασμένη να περάσει το μαρτύριο των μνημονίων.

Η ελληνική αγορά δεν λειτουργούσε υπό φυσιολογικές συνθήκες και επομένως δεν βίωσε τις πραγματικές επιπτώσεις του φθηνού χρήματος. Τι φθηνό δηλαδή; Δωρεάν ήταν το χρήμα.

Σκεφτείτε πόσα κράτη δανείζονταν για χρόνια με πολύ χαμηλά, μηδενικά ή και αρνητικά επιτόκια, πόσες επιχειρήσεις προχώρησαν σε επενδύσεις με σχεδόν άτοκη χρηματοδότηση, αλλά και πόσες εισηγμένες ανά τον πλανήτη εκμεταλλεύτηκαν τα μηδενικά επιτόκια για να βελτιώσουν τη θέση τους, επαναγοράζοντας, μεταξύ άλλων, μετοχές.

Για την ιστορία, να πούμε ότι το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων της ΕΚΤ μειώθηκε στο 0% τον Ιούλιο του 2012 και στο -0,50% τον Σεπτέμβριο του 2019. Στις ΗΠΑ, το εύρος του βασικού επιτοκίου της Fed μειώθηκε στο 0%-0,25% τον Δεκέμβριο του 2008 και παρέμεινε χαμηλότερα από το 1% έως το 2017.

Αυτή η περίοδος, λοιπόν, δύσκολα θα επαναληφθεί. Οι στρόφιγγες του φθηνού χρήματος έχουν κλείσει από το 2022 και μάλλον θα παραμείνουν κλειστές για χρόνια. Την περασμένη Τετάρτη, η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ διατήρησε τα επιτόκια αμετάβλητα σε εύρος 5,25%-5,50%, που είναι υψηλό 23 ετών, επικαλούμενη την αργή πρόοδο στην καταπολέμηση του πληθωρισμού.

Ο Τζερόμ Πάουελ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα κάνει το… χατίρι των αγορών και θα μειώσει τα επιτόκια μόνο όταν έχει διασφαλίσει ότι δεν υπάρχει κίνδυνος αναθέρμανσης του πληθωρισμού.

Σήμερα, το βασικό σενάριο θέλει τη Fed να μειώνει τα επιτόκια τον ερχόμενο Σεπτέμβριο ή Νοέμβριο, ενώ μετά τη συνέντευξη Τύπου του προέδρου της Fed, αναπτερώθηκαν οι ελπίδες των επενδυτών για μείωση τον Ιούλιο. Σύμφωνα με το FedWatch Tool, οι αγορές δίνουν πιθανότητα 27,6% να αποφασιστεί η πρώτη μείωση τον Ιούλιο, ενώ ο Σεπτέμβριος συγκεντρώνει πιθανότητες 43,7%. Σε κάθε περίπτωση, τα επιτόκια δεν πρόκειται να μειωθούν χαμηλότερα από το επίπεδο του 3%-3,50% μέσα στην επόμενη διετία.

Για την ΕΚΤ, τα πράγματα είναι ελαφρώς πιο ξεκάθαρα. Η μείωση των επιτοκίων τον Ιούνιο θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη και αν λάβουμε υπόψη τα λεγόμενα του Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος κατέχει πλέον ηγετική θέση στην ομάδα των «περιστεριών» στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, πιθανότατα να δούμε 3 συνολικά μειώσεις μέσα στο 2024. Επομένως, το επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων θα διαμορφωθεί στο τέλος του έτους στο 3,25%, από 4% σήμερα.

Από κει και πέρα το πόσο χαμηλά θα φτάσουν τα επιτόκια στην Ευρώπη θα εξαρτηθεί από την κατάσταση της οικονομίας της Ευρωζώνης και φυσικά από τον πληθωρισμό. Το χαμηλότερο, ωστόσο, επίπεδο που «βλέπουν» οι αναλυτές είναι το 2%. Είναι το επίπεδο στο οποίο θα παραμείνουν για τα επόμενα χρόνια.

Να το πούμε αλλιώς. Η μοναδική περίπτωση να επιστρέψουν τα επιτόκια στα ιστορικά χαμηλά επίπεδα της περασμένης δεκαετίας είναι να ξεσπάσει κάποια πολύ μεγάλη παγκόσμια οικονομική κρίση. Πάντως, οι αξιωματούχοι των Fed και ΕΚΤ… διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι τόσο χαμηλά επιτόκια δεν θα ξαναδούμε στο προσεχές μέλλον.

Αιτία είναι ο πληθωρισμός και η πιθανότητα επανάληψης της κρίσης που ξεκίνησε το 2022. Οι πληθωριστικές πιέσεις ξεκίνησαν όταν η παγκόσμια οικονομία βγήκε από τα lockdown και είχε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες αλλά και τα αυστηρά lockdown που συνεχίζονταν σε βασικά λιμάνια της Κίνας. Εντάθηκε μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με τις ανατιμήσεις να συνεχίζονται μέχρι σήμερα.

Και επειδή η ιστορία επαναλαμβάνεται, οι ιθύνοντες θέλουν να διασφαλίσουν ότι δεν θα ξαναζήσουμε τη διπλή κρίση της δεκαετίας του ’70. Η άνοδος των τιμών των εμπορευμάτων τους τελευταίους μήνες, δείχνει ότι ο πληθωρισμός δέχεται ώθηση και από δυνάμεις που δεν σχετίζονται μόνο με γεωπολιτικές ανησυχίες, ενώ κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το σενάριο ανατιμήσεων στην περίπτωση που η ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας ενταθεί, αρχής γενομένης από την Κίνα.