Γιατί η PepsiCO-ΗΒΗ οδηγήθηκε σε αδιέξοδο στην Ελλάδα

Γιατί η PepsiCO-ΗΒΗ οδηγήθηκε σε αδιέξοδο στην Ελλάδα

Του Απόστολου Σκουμπούρη

Σύνθετοι λόγοι που έχουν να κάνουν με τον ισχυρό ανταγωνισμό, την απουσία επενδύσεων, την δυσκολία παρακολούθησης των τάσεων της αγοράς, αλλά και με την καθοριστική αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών των Ελλήνων που στράφηκαν σε εγχώρια προϊόντα, οδήγησαν το μεγάλο αμερικανικό όμιλο PepsiCo να σταματήσει την παραγωγή αναψυκτικών στην Ελλάδα.

Μετά το κλείσιμο της ιστορικής μονάδας εμφιάλωσης νερού στο Λουτράκι τον Ιανουάριο του 2013, χθες ανακοινώθηκε το κλείσιμο της κεντρικής μονάδας παραγωγής της PepsiCo - ΗΒΗ στη χώρα μας, που βρίσκεται στα Οινόφυτα Αττικής. H εταιρεία παράγει στην Ελλάδα τα προϊόντα Pepsi Cola, Seven Up, Lipton Ice Tea και HBH, τα οποία πλέον θα εισάγονται από μονάδες παραγωγής γειτονικών χωρών.

Ήταν μια εξέλιξη αναμενόμενη λίγο πολύ για τον κλάδο. Η αγορά γνώριζε τα προβλήματα που αντιμετώπιζε επί αρκετά έτη η εταιρεία στη χώρα μας και παρακολουθούσε την θεαματική μείωση των πωλήσεων και των μεγεθών τα τελευταία 6-7 χρόνια. Από το 2009 μέχρι το 2015 η PepsiCo είχε αλλεπάλληλες ζημιογόνες χρήσεις και συσσώρευσε ζημιές άνω των 120 εκατ. ευρώ, ενώ έχασε σχεδόν το 60% των ετήσιων πωλήσεών της, που από τα 125 εκατ. ευρώ το ''09 υποχώρησαν πέρυσι στα επίπεδα των 50 εκατ. ευρώ.

Άλλωστε, χάνοντας διαρκώς μερίδια αγοράς έχει υποχωρήσει πλέον στην 3η θέση, πίσω από την... αιώνια αντίπαλο Coca Cola HBC, και την ελληνική Λουξ που έχει αναρριχηθεί στη δεύτερη θέση.

Η μονάδα που κλείνει στα Οινόφυτα είχε τεθεί σε λειτουργία το 1998, με πολλά από τα μηχανήματα να έχουν μεταφερθεί από την έδρα της ΗΒΗ στο Μαρούσι, όπου για πολλές δεκαετίες αναπτύχθηκε η πιο ιστορική εταιρεία αναψυκτικών της χώρας. Στο παρελθόν υπήρχαν πληροφορίες για το ενδιαφέρον εγχώριας εταιρείας αναψυκτικών να αποκτήσει τις παραγωγικές εγκαταστάσεις της Pepsico, οι οποίες δεν επιβεβαιώθηκαν.

Η μονάδα της Pepsico-ΗΒΗ στα Οινόφυτα εδρεύει σε έκταση 80 και πλέον στρεμμάτων, με 16 στρέμματα στεγασμένες εγκαταστάσεις, ενώ υπάρχουν τέσσερις γραμμές παραγωγής, αυτές της γυάλινης επιστρεφόμενης φιάλης, του κουτιού, της μη επιστρεφόμενης γυάλινης φιάλης και των φιαλών ΡΕΤ. Στο εργοστάσιο των Οινοφύτων απασχολούνταν 65 άτομα, τα περισσότερα εκ των οποίων (51 άτομα) θα απορροφηθούν σύμφωνα με πηγές της εταιρείας σε άλλες θέσεις εργασίας του ομίλου, ενώ θα υπάρξει και πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου.

Γιατί η PepsiCO-ΗΒΗ οδηγήθηκε σε αδιέξοδο

Ένας από τους κυρίαρχους λόγους που η PepsiCO-ΗΒΗ είδε τις πωλήσεις της να υποχωρούν ήταν και η στροφή των Ελλήνων καταναλωτών σε σήματα ελληνικών επιχειρήσεων. Με το ξέσπασμα της κρίσης, υπήρξε μια συνειδητή στροφή των Ελλήνων καταναλωτών σε ελληνικά σήματα, αρκετοί για πρώτη φορά ανακάλυπταν ότι τα εγχώρια αναψυκτικά όχι μόνο δεν υπολείπονταν σε γεύση ή ποιότητα, αλλά υπερτερούσαν των ξένων. Αυτό βεβαίως, η κρίση το έφερε στο προσκήνιο, αυτή οδήγησε στην αλλαγή των καταναλωτικών συνηθειών.

Από εκεί και πέρα όμως, υπάρχει μια σειρά λόγων που έφεραν το αδιέξοδο της εταιρείας.  Εξηγώντας τους λόγους αυτούς, επικεφαλής μεγάλης ελληνικής εταιρείας αναψυκτικών, τονίζει στο Liberal ότι «εδώ και χρόνια, σε συναντήσεις με τη διοίκηση της εταιρείας διέβλεπα ότι υπάρχει θέμα στο management. Ουσιαστικά δεν ήξεραν προς τα που κατευθύνονται, ούτε προς τα που πάει η αγορά.

Παράλληλα, εφάρμοζαν τακτικές πωλήσεων που έμοιαζαν περισσότερο με... εκποίηση προϊόντων. Ακόμη και πριν έρθει η κρίση, έκαναν τρομερές προσφορές με πακέτα κ.λπ. θέλοντας να κρατήσουν τα μερίδια αγοράς τους σε όγκο, όμως αυτό δεν έφερνε αποτελέσματα. "Σκότωναν" τις τιμές με μεγάλες προσφορές και οι ζημιές διογκώνονταν. Αυτό, στα χρόνια της κρίσης συνεχίστηκε με μεγαλύτερη ένταση, διογκώνοντας τις ζημιές, χωρίς ουσιαστικό επιχειρηματικό αποτέλεσμα».

Ο Έλληνας επιχειρηματίας στους σημαντικούς λόγους αδιεξόδου βάζει και το «γερό μπάσιμο» των ελληνικών εταιρειών που... έπαιξαν με τα ίδια όπλα, με ανταγωνιστικές τιμές και άλλα τρυκ πωλήσεων. Τονίζει ότι «έγινε στροφή στα ελληνικά προϊόντα ενώ τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας (private label) πήραν σταδιακά τη θέση των μεγάλων προσφορών των πολυεθνικών, αλώνοντας στην ουσία με τα ίδια όπλα την αγορά. Πέρα από τις προσφορές πάντως, υπήρξε συνειδητή και σταθερή στροφή των Ελλήνων στα ελληνικά προϊόντα».

Χρόνια τώρα ψάχνονταν να φύγει

Η πολυεθνική PepsiCo-HBH εδώ και χρόνια έβλεπε το αδιέξοδο στην Ελλάδα και επιθυμούσε να απεμπλακεί οριστικά.

Τα τελευταία χρόνια η διοίκησή της είχε κάνει σειρά συναντήσεων με σχεδόν όλες τις μεγάλες εταιρείες της χώρας που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των αναψυκτικών, σε μια προσπάθεια μερικής ή ολικής εκποίησης εγκαταστάσεων και ενοικίασης μέσω δικαιόχρησης σημάτων και προϊόντων. Όλες οι συζητήσεις οδηγήθηκαν σε αδιέξοδο, είτε για λόγους μη συμφωνίας στο αντίτιμο, είτε μη συμφωνίας σε άλλο επίπεδο.

Τον Ιανουάριο του 2013 έκλεισε η μονάδα στο Λουτράκι

Τον Ιανουάριο του 2013 – μετά από καιρό έντονων προβλημάτων και συρρίκνωσης πωλήσεων, η PepsiCO-ΗΒΗ πήρε την απόφαση για κλείσιμο της ιστορικής μονάδας εμφιάλωσης νερού στο Λουτράκι. Σε μια... θεωρητικά «εύκολη» αγορά, αυτή του νερού, η εταιρεία δεν κατάφερε να ακολουθήσει τα προστάγματα των καιρών, τις αλλαγές στο marketing και να αντέξει στην «επίθεση» του ανταγωνισμού.

Η απουσία επενδύσεων εκσυγχρονισμού της μονάδας, ήταν ένας κρίσιμος και καθοριστικός λόγος που οδήγησε σ'' αυτή την εξέλιξη. Όπως τονίζει στο Liberal o κορυφαίος επιχειρηματίας του χώρου, «η αγορά του νερού είναι ιδιαιτέρως ανταγωνιστική γιατί υπάρχουν αρκετές εταιρείες με... παρόμοιο προϊόν. Η εν λόγω εταιρεία δεν προσαρμόστηκε στις απαιτήσεις των καιρών, δεν ακολούθησε τον ανταγωνισμό που είχε ήδη ελαφρύνει το υλικό, μειώνοντας το πλαστικό στη φιάλη. Δεν έκανε τις καινούριες επενδύσεις που απαιτούνταν, οπότε έμεινε πίσω».

Θυμίζουμε ότι το εργοστάσιο νερού της PepsiCO-ΗΒΗ στο Λουτράκι, παρ'' ότι πωλείται εδώ και χρόνια, εντούτοις δεν έχει υπάρξει ενδιαφερόμενος επενδυτής. Το ακίνητο στο Λουτράκι, είναι συνολικής επιφάνειας 13.428 τ.μ., και διαθέτει εγκαταστάσεις εμφιάλωσης, αποθήκες και κτίρια γραφείων σε οικόπεδο συνολικής επιφάνειας 33.980 τ.μ.

Να σημειωθεί ότι το εργοστάσιο στο Λουτράκι που εμφιάλωνε το φυσικό μεταλλικό νερό ΗΒΗ - Λουτράκι πέρασε στον έλεγχο της Pepsico το 1989 όταν εξαγόρασε την HBH – Παναγόπουλο. Οι περίπου είκοσι εργαζόμενοι που απασχολούνταν στη μονάδα Λουτρακίου, μόλις έκλεισε, τους δόθηκε η δυνατότητα να απορροφηθούν – όσοι θέλουν - στο εργοστάσιο Οινοφύτων.

Η «θρυλική» ΗΒΗ στο Μαρούσι - Ιστορικό

Το 1926, ο Νίκος Παναγόπουλος δημιούργησε μία μικρή βιομηχανία αναψυκτικών στο Μαρούσι, δίνοντάς τη το όνομα... ΗΒΗ για να θυμίζει τη μικρή χαριτωμένη θεά που δρόσιζε τους Ολύμπιους θεούς με το νέκταρ.

Για δεκαετίες, το εργοστάσιο έδρευε στο Μαρούσι, στη συμβολή των οδών Κηφισίας και Σωρού, όπου τα τελάρα δέσποζαν και όριζαν το... φόντο της περιοχής, ενώ εκατοντάδες νέοι έκαναν εποχιακά μεροκάματα τα καλοκαίρια που «άναβε» η δουλειά.

Τις δεκαετίες του ''60 και του ''70 η εταιρεία μεγαλώνει, με την εξαγορά στο Λουτράκι του εργοστασίου εμφιαλώσεως του φημισμένου νερού πηγής Καραντάνη και με τη δημιουργία των εγκαταστάσεων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης.

Το νερό Λουτράκι, έφτασε να είναι σήμα κατατεθέν σε όλα τα εστιατόρια της χώρας και όλα τα νυκτερινά κέντρα, όντας το πιο προβεβλημένο εμφιαλωμένο νερό.

Το 1973 η εταιρεία ΗΒΗ-Παναγόπουλος απέκτησε το αποκλειστικό δικαίωμα παραγωγής της Pepsi Cola στην Ελλάδα. Το 1989 η εταιρεία ΗΒΗ-Παναγόπουλος εξαγοράστηκε από την PepsiCo και μετονομάστηκε σε PepsiCo-HBH.

Συσσώρευση ζημιών

Θεαματική συρρίκνωση μεριδίων αγοράς με συσσώρευση ζημιών καταγράφει η εταιρεία την τελευταία εξαετία, ενώ οι συσσωρευμένες ζημιές ξεπερνούν τα 120 εκατ. ευρώ αυτά τα χρόνια. Οι πωλήσεις του ομίλου το 2015 περιορίστηκε στα 50,07 εκατ. ευρώ, από 58,2 εκατ. ευρώ το 2014 (-13,9%), ενώ είχε ζημιές 9,8 εκατ. ευρώ, έναντι ζημιών 9,7 εκατ. ευρώ το 2014.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2009 η εταιρεία είχε κύκλο εργασιών 125,5 εκατ. ευρώ, που σημαίνει ότι αυτή την 6ετία έχει καταγράψει πτώση άνω του 60%! Παράλληλα, το ανείσπρακτο υπόλοιπο των απαιτήσεών της PepsiCO-ΗΒΗ από τον όμιλο Μαρινόπουλο στις 30.6.2016 ανερχόταν σε 3,6 εκατ. ευρώ.