Γιατί οι τιμές της κατοικίας δεν θα σταματήσουν να καλπάζουν

Γιατί οι τιμές της κατοικίας δεν θα σταματήσουν να καλπάζουν

To 2017 δύσκολα μπορούσε να εντοπίσει κανείς έρευνα που να φανερώνει αύξηση των τιμών ακινήτων. Ενδεικτικά, τον Μάρτιο του 2017, βάσει έκθεσης της Knight Frank, σε 55 κράτη και 5 ηπείρους, ο μέσος ρυθμός αύξησης των τιμών των ακινήτων, που ανερχόταν σε 6,5%, ήταν ο ταχύτερος, τότε, των τελευταίων τριάμισι χρόνων. Όσον αφορά την Ελλάδα; Απουσίαζε παταγωδώς από την λίστα των χωρών με άνοδο τιμών, καθώς ανήκε στις ελάχιστες (μόλις 7) χώρες στις οποίες οι τιμές υποχωρούσαν.

Ωστόσο, οι εποχές αυτές -όσο κι αν η πανδημία προσπάθησε να τις επαναφέρει- μοιάζουν να είναι οριστικά παρελθόν. Στην πρόσφατη έκθεση της βρετανικής εταιρείας, για το δεύτερο τρίμηνο της χρονιάς, οι αξίες, σε ετήσια βάση σύγκρισης, έχουν αυξηθεί κατά 6,3% και κατά 4% σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη αντίστοιχα.

Το growth story στα ακίνητα σχετίζεται, κατά τους αναλυτές, με τη βελτίωση των ρυθμών ανάπτυξης του ΑΕΠ που συμβαδίζει, διαχρονικά, με την αύξηση των τιμών. Επίσης, σύμφωνα με αναλυτές, η μέση άνοδος των ζητούμενων τιμών στην Ελλάδα αποδίδεται, σε μεγάλο βαθμό, στο γεγονός ότι έχουν βγει στην αγορά νεόδμητες κατοικίες που διαθέτουν προηγμένα ενεργειακά πρότυπα και άρα υψηλότερο κόστος κατασκευής, σε σχέση με διαμερίσματα και σπίτια που κατασκευάστηκαν κατά το πρόσφατο παρελθόν.

Αυτό σημαίνει ότι τα νεόδμητα διατίθενται προς πώληση σε αυξημένες τιμές, σε αντίθεση με τα μεταχειρισμένα και άρα φθηνότερα ακίνητα που λόγω χαμηλότερων αξιών αποσύρονται πιο γρήγορα από την αγορά. Αυτό το δίπολο, σύμφωνα με τους αναλυτές, επαρκεί για να «καθιερώσει» την τάση της αύξησης των ζητούμενων τιμών στην ελληνική αγορά.

Βασική, ακόμη, αιτία για την άνοδο  είναι το γεγονός ότι μεγάλο τμήμα του αποθέματος ακινήτων, βγήκε εκτός αγοράς τα προηγούμενα χρόνια λόγω κυρίως του Airbnb. Επίσης, η προσωρινή κάμψη των βραχυπρόθεσμων ενοικιάσεων λόγω της πανδημίας οδήγησε ορισμένους ιδιοκτήτες να προχωρήσουν στην παραδοσιακή, μακροπρόθεσμη ενοικίαση των ακινήτων τους, γεγονός που περιόρισε περαιτέρω το απόθεμα.

Αποτέλεσμα; Λόγω της αυξημένης ζήτησης, τα ενοίκια ενισχύθηκαν σημαντικά συμπαρασύροντας προς τα πάνω και τις ζητούμενες τιμές για κατοικίες και διαμερίσματα. Ταυτόχρονα, το ισχυρό επενδυτικό ενδιαφέρον ξένων για πρώτης κατηγορίας ακίνητα έχει βελτιώσει σημαντικά το κλίμα στην αγορά ακινήτων και κατ’επέκταση τις προσδοκίες και τις τιμές.

Ωστόσο, το ερώτημα είναι εάν η αύξηση αυτή των τιμών οι οποίες για τα περισσότερα νοικοκυριά είναι απρόσιτες, συνιστά «φούσκα». Αναλυτές αναφέρουν ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά από το φαινόμενο της πλασματικής ανόδου τιμών στο εγχώριο real estate. Κι αυτό επειδή μπορεί η «έκρηξη» των τιμών να μη δικαιολογείται τόσο από τα θεμελιώδη μεγέθη της αγοράς, δηλαδή δεν μειώθηκε δραματικά η ανεργία ούτε οι μισθοί εκτοξεύθηκαν. Ωστόσο, η συσσώρευση αποταμιεύσεων, σε συνδυασμό με τις βελτιωμένες προοπτικές που εμφανίζει η οικονομία και την αύξηση της απασχόλησης επαρκούν για να τροφοδοτήσουν την άνοδο των τιμών.

Κι αν λάβουμε υπόψη τη σταδιακή αύξηση του στεγαστικού δανεισμού, όπως και τα χαμηλά, πανευρωπαϊκά, επιτόκια, γίνεται αντιληπτό γιατί η κτηματαγορά «ανεβαίνει».

Παρόλα αυτά, σύμφωνα με ορισμένες εκδοχές, η άνοδος των τιμών θα μπορούσε να επιβραδυνθεί, λόγω της μείωσης των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών και της ενδεχόμενης αύξησης των επιτοκίων.