Του Προκόπη Χατζηνικολάου
H ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να συνεχιστεί, παρά την αυξημένη αβεβαιότητα από το εξωτερικό περιβάλλον και την επιβράδυνση της οικονομίας της Ευρωζώνης εκτιμά το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής (ΓΠτΒ). Η ανθεκτικότητα αυτή σύμφωνα με το γραφείο, οφείλεται στα σταθερά μερίδια αγοράς που κατέχουν οι ελληνικές εξαγωγές αλλά και στην ενίσχυση της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει το ΓΠτΒ η ελληνική οικονομία συνεχίζει κατά το τρίτο τρίμηνο του 2019 να κινείται σε θετική κατεύθυνση. Ο ρυθμός μεγέθυνσης διατηρείται, η ανεργία μειώνεται και οι αμοιβές αυξάνονται. Επιπρόσθετα, το ισοζύγιο παραμένει σχετικά ισορροπημένο παρά τους ταχύτερους ρυθμούς μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας σε σχέση με τους εμπορικούς της εταίρους. Οι βραχυχρόνιοι δείκτες οικονομικής δραστηριότητας κινούνται επίσης σε θετική κατεύθυνση, οι περιορισμοί στις κινήσεις κεφαλαίων έχουν αρθεί, οι αποδόσεις των κρατικών τίτλων συνεχίζουν την αποκλιμάκωσή τους και οι προσδοκίες βελτιώνονται μετά την πρόσφατη αναβάθμιση από τον οίκο αξιολόγησης Standard and Poor's.
Λιγότερο θετικά είναι τα στοιχεία για την πορεία των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του δημοσίου αυξάνονται σε όλη τη διάρκεια του τρέχοντος έτους, ενώ οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις των φορολογουμένων αυξήθηκαν κατά το τρίτο τρίμηνο, διακόπτοντας την τάση οριακής μείωσης που καταγράφηκε στα δύο πρώτα τρίμηνα. Σημειώνουμε, ωστόσο, ότι το φαινόμενο είναι εν μέρει εποχικό καθώς στο τρίτο τρίμηνο γίνονται οι εκκαθαρίσεις των φόρων εισοδήματος και ακίνητης περιουσίας.
Σε ό,τι αφορά στο φορολογικό νομοσχέδιο το Γραφείο σχολιάζει την εναλλακτική φορολόγηση για τα φυσικά πρόσωπα που μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στην Ελλάδα (παρόμοια σχήματα υπάρχουν και σε άλλες χώρες της ΕΕ όπως η Κύπρος, η Μάλτα και η Πορτογαλία και σχεδόν ταυτόσημο στην Ιταλία). Αν και είναι κατανοητή, όπως τονίζει, η ανάγκη προσέλκυσης κεφαλαίων στη χώρα μας, πρέπει να επισημανθεί ότι το συγκεκριμένο μέτρο είναι αμφίβολο κατά πόσο θα επηρεάσει τα συνολικά μακροοικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη καθώς το ύψος της απαιτούμενης επένδυσης είναι μικρό (500.000 ευρώ εντός 3 ετών από την υποβολή της σχετικής αίτησης). Επίσης, περιλαμβάνει και κινητές αξίες (δηλαδή χρηματοοικονομικούς τίτλους) που δεν αυξάνουν το πάγιο κεφάλαιο και την απασχόληση ενώ οι τιμές τους παρουσιάζουν μεγάλη μεταβλητότητα στις διακυμάνσεις των κεφαλαιαγορών.
Επιπρόσθετα, σημειώνει το Γραφείο, ο ορισμός ενός κατ' αποκοπή φόρου 100.000 ευρώ ανά έτος ανεξάρτητα από το ύψος των εισοδημάτων ενδέχεται να εισάγει προνομιακή μεταχείριση σε σχέση με τα φυσικά πρόσωπα που είναι ήδη φορολογικοί κάτοικοι Ελλάδας και φορολογούνται κανονικά για τα εισοδήματα που εισπράττουν από το εξωτερικό. Αυτό θα συνιστούσε απόκλιση από την έννοια της φορολογικής δικαιοσύνης και θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά τη φορολογική συνείδηση και συμμόρφωση του συνόλου των πολιτών. Σε κάθε περίπτωση, το μέτρο θα πρέπει να συνοδευτεί από αυστηρές ασφαλιστικές δικλείδες σχετικά με την προέλευση των εισοδημάτων, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος προσέλκυσης χρημάτων που προέρχονται από παράνομες δραστηριότητες.