H επαναφορά της απόδοσης του ελληνικού 10ετούς πάνω από το επίπεδο του 4% έχει εκληφθεί από πολλούς -και στην κυβέρνηση- ως… προειδοποίηση ότι η ακατάσχετη παροχολογία και το κλίμα ότι το «κράτος θα φροντίσει τον πολίτη ότι και αν γίνει με τις τιμές της ενέργειας- θα θέσει σε κίνδυνο τον βασικό εθνικό στόχο που είναι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας. Αυτό εξηγεί σε μεγάλο βαθμό και την τοποθέτηση του πρωθυπουργού στο χθεσινό υπουργικό συμβούλιο.
Η λέξη «ζυγισμένα» απευθυνόταν προφανώς και στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό. Είναι προφανές ποιοι είναι οι αποδέκτες στο εξωτερικό: οι αγορές και οι οίκοι αξιολόγησης οι οποίοι από τη στιγμή που η χώρα βγήκε από την «ενισχυμένη εποπτεία» έχουν αναλάβει ουσιαστικά τον ρόλο του νούμερο ένα «επόπτη». Το μήνυμα λοιπόν που εστάλη στους οίκους αξιολόγησης είναι ότι για φέτος το έλλειμμα θα επιχειρηθεί να συγκρατηθεί στο 2% ώστε να σημειωθεί νέα μεγάλη αποκλιμάκωση του χρέους αναλογικά με το ΑΕΠ (και λόγω πληθωρισμού) και ότι για το 2023 θα παραμείνει ο στόχος για επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα. Από τη στιγμή που μπαίνει ο «πήχης», μπορεί και πιο εύκολα να… μαντέψει κάποιος και το περιεχόμενο των εξαγγελιών.
Η επιδότηση του ηλεκτρικού ρεύματος για τον Σεπτέμβριο θα κοστίσει 700-800 εκατ. ευρώ ποσό που σε καμία περίπτωση δεν είχε προβλεφθεί. Αυτό σημαίνει ότι ροκανίζονται σε μεγάλο βαθμό τα φετινά δημοσιονομικά περιθώρια. Η κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές ότι για φέτος προτεραιότητα είναι η επιδότηση του ρεύματος. Αν λοιπόν οι τιμές του ρεύματος παραμείνουν στα ύψη -ακόμη και οι συζητήσεις που καθυστερημένα ξεκίνησαν στην Ευρώπη για τον έλεγχο της τιμής του φυσικού αερίου πολύ δύσκολα θα αποφέρουν καρπούς πριν από το τέλος του χρόνου- τα όποια δημοσιονομικά περιθώρια έχουν δημιουργηθεί φέτος από την καλή πορεία του τουρισμού και των φορολογικών εσόδων θα κατευθυνθούν στην επιδότηση του ρεύματος.
Στο οικονομικό επιτελείο εκτιμούν ότι από τον Οκτώβριο θα πέσει το κόστος των επιδοτήσεων (τουλάχιστον για τον κρατικό προϋπολογισμό) ωστόσο και πάλι τα κεφάλαια που θα πρέπει να διατεθούν θα είναι πολλά. Τι λοιπόν θα πρέπει να περιμένουμε για το 2022; Στοχευμένα μέτρα στήριξης για τα φτωχότερα νοικοκυριά ώστε να αντιμετωπίσουν την κατακόρυφη αύξηση στις τιμές των τροφίμων (βλέπε επιταγή ακρίβειας) και μια έξυπνη πολιτική για τη θέρμανση καθώς με τα σημερινά επίπεδα τιμών του φυσικού αερίου, τα 700.000 νοικοκυριά που έχουν στραφεί στο συγκεκριμένο καύσιμο κινδυνεύουν με τεράστιες δαπάνες.
Ο δρόμος της συνετής διαχείρισης που περιέγραψε χθες ο πρωθυπουργός επιτάσσει να κρατηθούν και «εφεδρείες». Ουδείς μπορεί να γνωρίζει από τώρα την οικονομική συμπεριφορά των νοικοκυριών τους τελευταίους μήνες του χρόνου και ουδείς μπορεί να προβλέψει την εξέλιξη των τιμών της ενέργειας.
Για το 2023, το κεφάλαιο είναι εντελώς διαφορετικό και οι προβλέψεις ακόμη πιο δύσκολες. Όταν όλη η Ευρώπη ετοιμάζεται για τον πιο δύσκολο χειμώνα μετά τον B' παγκόσμιο πόλεμο, είναι λογικό το οικονομικό επιτελείο να προεξοφλήσει εντυπωσιακή πορεία του τουρισμού και το 2023; Επίσης, τι πρόβλεψη θα γίνει στον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς για την επιδότηση του ρεύματος; Είναι προφανές ότι με στόχο επιστροφής στα πρωτογενή πλεονάσματα (κάτι που από μόνο του σημαίνει δημοσιονομική προσαρμογή 6 δις. ευρώ) αν δεν υπάρξει λύση με το θέμα των τιμών της ενέργειας τότε περιθώρια για μέτρα στήριξης δεν υπάρχουν. Προτεραιότητα για το 2023 είναι η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης (με πρόσθετο δημοσιονομικό κόστος 450 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2022 λόγω δημοσίων υπαλλήλων και συνταξιούχων) αλλά και η τήρηση του νόμου: δηλαδή η αύξηση των συντάξεων με ποσοστό ίσο με τον μισό πληθωρισμό και τον μισό ρυθμό ανάπτυξης.
Τι λοιπόν να περιμένουμε από τον πρωθυπουργό το επόμενο Σάββατο; Το βάρος φαίνεται να έχει πέσει στην εξαγγελία έξυπνων μέτρων χωρίς μεγάλο δημοσιονομικό κόστος αλλά με μεγάλο αποτέλεσμα. Η αύξηση του κατώτατου μισθού βοηθάει στην μάχη κατά του πληθωρισμού και επιβαρύνει τις επιχειρήσεις. Για πολλούς κλάδους που έχουν γνωρίσει μεγάλη αύξηση εσόδων λόγω του τουρισμού, το να δοθεί ένα κομμάτι των πρόσθετων εσόδων στους εργαζόμενους θεωρείται δίκαιο.
Τα κεφάλαια του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ όπως επίσης και του repower EU που καθυστερεί αλλά θα μπει και αυτό στο «παιχνίδι» θα βοηθήσουν στο να ανακοινωθεί ένα πλαίσιο επιδοτήσεων για να αντιμετωπιστεί το «τέρας» της ενέργειας: επιδοτήσεις για φωτοβολταϊκά, ηλιακούς θερμοσίφωνες, ηλεκτρικές συσκευές, επισκευές ακινήτων μπορούν να έχουν πολύ μεγάλο δημοσιονομικό όφελος και καθόλου δημοσιονομικό κόστος. Όταν μια κιλοβατώρα κοστίζει αυτή τη στιγμή στον προϋπολογισμό πάνω από 30 λεπτά, τα 200 ευρώ της επιδότησης που θα λάβει ένα νοικοκυριό μπορούν να αποσβεστούν σε 1-1,5 χρόνο. Αντίστοιχα, τεράστια μπορεί να είναι η δημοσιονομική απόδοση και από την ενίσχυση των φορολογικών κινήτρων για την επισκευή και ενεργειακή αναβάθμιση των ακινήτων. Η πολιτική στέγασης των νέων είναι επίσης παρέμβαση με μεγάλο οικονομικό όφελος και μικρό δημοσιονομικό κόστος ενώ η ρύθμιση των αναδρομικών των συνταξιούχων μπορεί να «σπάσει» σε μεγάλη χρονική περίοδο ώστε να μην επιβαρυνθεί πολύ ο «δύσκολος» προϋπολογισμός του 2023.
Μια πολιτική ομιλία στη ΔΕΘ που θα γίνει στις 10 Σεπτεμβρίου, αναμένεται ότι θα δίνει το στίγμα των προθέσεων της κυβέρνησης. Αναμένεται επίσης ότι θα αφήνει περιθώρια προσαρμογών καθώς αυτό επιβάλλουν οι συνθήκες.