Χάνεται (ξανά) το «στοίχημα» των καταθέσεων

Χάνεται (ξανά) το «στοίχημα» των καταθέσεων

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Όταν ολοκληρώθηκε ο πρόσφατος τρίτος γύρος της ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών, οι διοικήσεις των πιστωτικών ομίλων είχαν θέσει ως στόχο την επιστροφή καταθέσεων της τάξης των 8 δισ. ευρώ μέσα στο 2016. Μάλιστα, είχαν προγραμματίσει συγκεκριμένες ενέργειες για την προσέλκυση χρημάτων από τα «σεντούκια» τις οποίες θα δρομολογούσαν μέσα στο πρώτο τρίμηνο του έτους.

Τότε, όμως, οι προβλέψεις για την αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος ήθελαν τις διαπραγματεύσεις να ολοκληρώνονται στις αρχές του έτους. Κατά συνέπεια, οι τράπεζες θεωρούσαν λογική την επιστροφή καταθέσεων μέσα στη γενικότερη – αν και σταδιακή - βελτίωση του κλίματος.

Οι εκτιμήσεις βασίζονταν στο γεγονός ότι μεγάλο μέρος των χρημάτων που βγήκαν από τις τράπεζες μέσα στο 2015 βρίσκεται εντός της χώρας και με δεδομένο ότι θα εξομαλύνονταν οι συνθήκες και θα χαλάρωναν τα capital controls, αρκετοί θα επέλεγαν να επιστρέψουν κάποια χρήματα για λόγους ασφαλείας. Παράλληλα, με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης μέρος των δόσεων θα πήγαινε στην κάλυψη των υποχρεώσεων του δημοσίου προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις, χρήματα που θα περνούσαν από το τραπεζικό σύστημα.

Σήμερα, οι καταθέσεις όχι μόνο δεν επιστρέφουν στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα αλλά αντιθέτως μειώνονται – κατά 1,5 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο και κατά 500 εκατ. ευρώ το Φεβρουάριο - μετά την εποχιακής φύσης «εξαίρεση» του Δεκεμβρίου. Με δεδομένο, δε, ότι η ολοκλήρωση της αξιολόγησης αναμένεται μέσα στον Απρίλιο, οι τράπεζες όχι μόνο θεωρούν ανέφικτο το στόχο της επιστροφής 8 δισ. ευρώ στο υπόλοιπο του έτους, αλλά δεν αποκλείουν να ολοκληρωθεί το 2016 με αρνητικό «ισοζύγιο».

Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει το Liberal.gr, εσωτερικές μελέτες των τραπεζών δείχνουν ότι το διαθέσιμο εισόδημα μειώνεται συνεχώς, με αποτέλεσμα οι πολίτες να ξοδεύουν κατά μέσο όρο έως και 8% περισσότερα από αυτά που βγάζουν. Με άλλα λόγια... τρώνε από τα έτοιμα, περιορίζοντας σημαντικά τόσο τις καταναλωτικές δαπάνες όσο και την αποταμίευση. Την ίδια ώρα, πληροφορίες θέλουν τη διαπραγμάτευση με τους δανειστές να κλείνει με νέα μέτρα ύψους 5,5 δισ. ευρώ μέσω φόρων, συνταξιοδοτικού και... επιπλέον φόρων.

«Δεν είναι μόνο θέμα διαθέσιμου εισοδήματος αλλά και ψυχολογίας», τονίζει αρμόδιο τραπεζικό στέλεχος. «Όσο οι πολίτες βλέπουν ότι οι συνθήκες δεν εμφανίζουν βελτίωση και οι φόροι αυξάνονται, τόσο μειώνουν τα έξοδά τους και κρατούν τα χρήματα τους εκτός τραπεζικού συστήματος για να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους αλλά και για ώρα ανάγκης», προσθέτει ο ίδιος για να συμπληρώσει: «Η χαλάρωση των capital controls θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη όμως για να γίνει κάτι τέτοιο χρειάζεται μία σειρά θετικών εξελίξεων. Αυτή τη στιγμή οι πάντες είναι επιφυλακτικοί».

Το ζήτημα της ρευστότητας και ειδικά της επιστροφής καταθέσεων αποτέλεσε ένα από τα τρία βασικά πεδία στα οποία επικεντρώθηκαν οι νυν μέτοχοι των τραπεζών και οι εν δυνάμει επενδυτές στις επαφές που είχαν με τραπεζικά στελέχη σε ΗΠΑ και Λονδίνο το προηγούμενο διάστημα. Τα άλλα δύο ήταν το μακροοικονομικό περιβάλλον και η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων.

Και μπορεί στις τάξεις των τραπεζών να υπάρχει αισιοδοξία ότι με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την έναρξη των συζητήσεων για το χρέος, θα βελτιωθούν οι συνθήκες και θα «τρέξει» πιο επιθετικά η διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, όμως στο θέμα των καταθέσεων ο στόχος θεωρείται «χαμένος», τουλάχιστον για φέτος.

Από την πλευρά τους, οι επενδυτές εξέφρασαν την «κόπωση» που προκαλεί η καθυστέρηση στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, υποστηρίζοντας ότι μόνο με την επιβολή υφεσιακών μέτρων δεν μπορεί να ανακάμψει η ελληνική οικονομία και να έρθουν επενδυτικά κεφάλαια.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι συνολικές καταθέσεις στο εγχώριο σύστημα, συμπεριλαμβανομένων και των καταθέσεων της γενικής κυβέρνησης μειώθηκαν κατά 506 εκατ. ευρώ, στα 131,739 δισ. ευρώ τον Φεβρουάριο, από 132,245 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο. Σημειώνεται ότι τον περασμένο Δεκέμβριο οι καταθέσεις είχαν ενισχυθεί στα 133,788 δισ. ευρώ, σε μία εποχιακή όπως αποδείχθηκε αύξηση.

Οι καταθέσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων κατέγραψαν νέα πτώση τον Φεβρουάριο, υποχωρώντας κατά 541 εκατ. ευρώ, στα 121,687 δισ. ευρώ, έναντι του Ιανουαρίου όταν διαμορφώθηκαν στα 122,228 δισ. ευρώ.

Τη μεγαλύτερη πτώση κατέγραψαν οι καταθέσεις των νοικοκυριών, οι οποίες υποχώρησαν κατά 702 εκατ. ευρώ, στα 101,647 δισ. ευρώ τον Φεβρουάριο, από 102,349 δισ. ευρώ τον Ιανουάριο και 102,188 τον Δεκέμβριο.

Σημειώνεται ότι το επίπεδο των 121 δισ. ευρώ στο οποίο διαμορφώνονται οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων είναι κατά 1 δισ. ευρώ υψηλότερο από τον Ιούλιο του 2015 – όταν επιβλήθηκαν τα capital controls – και ανάλογο του Ιουλίου του... 2003. Το ανώτερο σημείο στο οποίο έχουν φτάσει είναι αυτό των 237,824 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2009.