Τις «αμαρτίες» των τελευταίων πολλών ετών, όπου αμαρτίες οι κακοί χειρισμοί σε θέματα από το Brexit έως τη δημοσιονομική πολιτική και το μεταναστευτικό, φαίνεται πως… πληρώνει η Μ. Βρετανία. Άλλοι μιλούν για επανάληψη της κρίσης του 2022, όταν η Λιζ Τρας κατάφερε να προκαλέσει σοκ στις αγορές μέσα σε λίγες μόλις ημέρες με τον μίνι προϋπολογισμό της. Άλλοι, πηγαίνουν πολύ πιο παλιά και συγκρίνουν την κρίση που βιώνει σήμερα η Μ. Βρετανία με την κρίση χρέους του 1976 που οδήγησε τη χώρα στο ΔΝΤ ή ακόμα και με την επίθεση που δέχθηκε η λίρα τη «μαύρη Τετάρτη» του 1992.
Το Liberal επικοινώνησε με αναλυτές και traders που εργάζονται στο Citi του Λονδίνου και παρακολουθούν καθημερινά τις εξελίξεις. Το κλίμα που μεταφέρουν –υπό καθεστώς ανωνυμίας– είναι πραγματικά ζοφερό. Η εκτίναξη του κόστους δανεισμού της Μ. Βρετανίας, με την απόδοση του 30ετούς ομολόγου στο υψηλότερο επίπεδο από το 1998 και το sell-off της στερλίνας αποτελούν κακούς οιωνούς για τη συνέχεια.
Οι ίδιοι αναλυτές τονίζουν πως όλα όσα συμβαίνουν σήμερα στη Μ. Βρετανία αποτελούν σημάδια απομόνωσης της χώρας, μετά τους τραγικούς χειρισμούς που ακολούθησαν το Brexit. Μία οικονομία που παραπαίει την τελευταία τριετία με οριακή ανάπτυξη, υψηλό πληθωρισμό, δημοσιονομικό έλλειμμα κοντά στο 4,5% και δημόσιο χρέος που αγγίζει το 100% του ΑΕΠ. Αν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα, η Μ. Βρετανία κινδυνεύει σε λίγα χρόνια να αποδειχθεί η νέα Πορτογαλία, προσθέτουν.
Τα κρατικά ομόλογα δέχονται ισχυρές πιέσεις διεθνώς, υπό το φόβο ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου, ωστόσο η BoE πιστεύει ότι η αυξημένη μεταβλητότητα στα βρετανικά assets οφείλεται και στις κερδοσκοπικές επιθέσεις των hedge funds. Η αλήθεια είναι ότι οι συγκρίσεις με το 1976 και το 1992 ενδεχομένως είναι υπερβολικές, ωστόσο, είναι τόσο ρευστό το περιβάλλον διεθνώς που τίποτα δεν μπορεί να αποκλειστεί.
Και μόνο η φημολογία που θέλει τον Ίλον Μασκ να αναζητεί τρόπους να εκδιώξει τον πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ πριν από τις εκλογές, είναι ενδεικτική της κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η Μ. Βρετανία. Η βρετανική οικονομία δεν σημειώνει και τις καλύτερες επιδόσεις μετά τις διαδοχικές κρίσεις της πανδημίας και της ακρίβειας, που ήρθαν να προστεθούν στα ήδη σημαντικά ζητήματα που είχε να αντιμετωπίσει λόγω του Brexit. Σήμερα, οι αγορές ανησυχούν κυρίως για τα σχέδια της βρετανικής κυβέρνησης και τις αυξήσεις στις εργοδοτικές εισφορές που προβλέπει ο κρατικός προϋπολογισμός του 2025.
Η αύξηση του κόστους για τις επιχειρήσεις εκτιμάται ότι θα περάσει στους καταναλωτές και θα έχει ως αποτέλεσμα την αναζωπύρωση του πληθωρισμού, ενώ ήδη παρατηρούνται οι πρώτες ανατιμήσεις. Αν ο πληθωρισμός πάρει εκ νέου την ανιούσα, τότε η Τράπεζα της Αγγλίας θα αναγκαστεί να «παγώσει» τις μειώσεις των επιτοκίων ή και να προχωρήσει σε αυξήσεις για να συγκρατήσει τις τιμές και κάπως έτσι η βρετανική οικονομία κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε ένα βάλτο παρατεταμένης ύφεσης. Η απόδοση του βρετανικού 10ετούς έφτασε χθες μία ανάσα από το 5% (4,9825%) επίπεδο που θυμίζει… 2008, ενώ η στερλίνα δέχεται και αυτή πιέσεις.
Το καλό σενάριο για τη Μ. Βρετανία είναι αυτό που παραθέτει η Capital Economics. Ο βρετανικός οίκος εκτιμά ότι τα ομόλογα διεθνώς θα ανακάμψουν και οι αποδόσεις θα υποχωρήσουν γιατί ο Τραμπ δεν θα καταφέρει να εφαρμόσει τις μειώσεις φόρων που έχει σχεδιάσει κι έτσι οι ανησυχίες για τα δημοσιονομικά των ΗΠΑ θα μετριαστούν. Παράλληλα, ο πληθωρισμός θα διατηρηθεί κοντά στον στόχο του 2% που θέτουν οι κεντρικές τράπεζες των ανεπτυγμένων οικονομιών, που σημαίνει ότι και η Τράπεζα της Αγγλίας θα προχωρήσει σε περισσότερες μειώσεις απ’ ότι προεξοφλούν σήμερα οι αγορές. Αποτέλεσμα θα είναι η απόδοση του βρετανικού 10ετούς να υποχωρήσει στο 4% έως το τέλος του 2025.
Εν κατακλείδι, η κρίση που διανύει η Μ. Βρετανία μπορεί να αποδειχθεί προσωρινή. Όμως αναδεικνύει τα διαρθρωτικά της προβλήματα και πλέον οι επενδυτές γνωρίζουν ότι σε κάθε διεθνή αναταραχή, σε κάθε sell-off, τα βρετανικά assets θα είναι πρώτα στη λίστα των πιθανών στόχων, εκτός και αν αλλάξει κάτι δραματικά στις πολιτικές που θα εφαρμόσει η κυβέρνηση.