Η απότομη προσγείωση από την Moody’s
Shutterstock
Shutterstock

Η απότομη προσγείωση από την Moody’s

Σε εβδομήντα οκτώ διαφορετικές εκθέσεις και αξιολογήσεις προχώρησε η Moody’s την περασμένη Παρασκευή. Οι αξιολογήσεις αφορούσαν από τράπεζες μέχρι τοπικές κυβερνήσεις και από εκδόσεις κρατικού χρέους μέχρι εταιρικά ομολογιακά δάνεια. 

Στη λίστα των αξιολογήσεων συμπεριλαμβάνονταν και οι οικονομίες τριών χωρών. Της Ισπανίας, της Νικαράγουας και της Ελλάδας. Η οικονομία της Ισπανίας αξιολογήθηκε με Baa1, με θετικές προοπτικές. Της Νικαράγουας αναβαθμίστηκε από το Β3 στο Β2 με σταθερές προοπτικές. Και η Ελληνική Οικονομία παρέμεινε στο Ba1 με σταθερές προοπτικές, απογοητεύοντας τόσο τους αισιόδοξους, όσο και τους μετριοπαθείς, που προσδοκούσαν μια αναβάθμιση που θα έφερνε τη χώρα μας στην πολυπόθητη «επενδυτική βαθμίδα». Θέτοντας ταυτόχρονα σε καθεστώς αμφιβολίας, τη συνέχιση του τρέχοντος ανοδικού χρηματιστηριακού κύματος.

Η έκθεση ξεκινά με τα θετικά στοιχεία της ελληνικής οικονομίας, στα οποία λίγο-πολύ, έχουν αναφερθεί αναλυτικά όλοι οι διεθνείς οργανισμοί και οι υπόλοιποι οίκοι αξιολόγησης. Και αυτά δεν είναι άλλα, από τις μεταρρυθμίσεις που έχουν οδηγήσει στη βελτίωση της λειτουργίας των θεσμών και του κράτους, στην προσέλκυση νέων επενδύσεων και στην ισχυροποίηση του τραπεζικού συστήματος. Παράλληλα η Moody’s εκτιμά ότι η ελληνική κυβέρνηση διαχειρίστηκε με επιτυχία την ενεργειακή κρίση. 

Τέλος, στην εισαγωγή της έκθεσης της, η Moody’s αναφέρει ότι παρά τη θεαματική αναμενόμενη μείωση του δείκτη Χρέους / ΑΕΠ, ο δείκτης αυτός παραμένει υψηλός. Σημειώνει ότι η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων θα μπορέσει να υποστηρίξει την ανάπτυξη, η οποία από το 5,6% του 2022, μειώθηκε στο 2% το 2023 και αναμένεται να κινηθεί με 2,4% το 2024 και κατά 2,3% το 2025. Και τέλος εκτιμά ότι οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις θα μπορούσαν ίσως να μετριάσουν τις αρνητικές επιπτώσεις από τη δημογραφική επιβαρυμένη εικόνα.   

Τι διαπιστώνουμε; Ότι η Moody’s εστιάζει την προσοχή της σε δυο σημεία που δεν τα πολυσυζητάμε στο δημόσιο διάλογο και τα αποφεύγουμε. Σε δυο θέματα ταμπού για την ελληνική κοινωνία. Στο χρέος και στο δημογραφικό.

Όσον αφορά το Δημόσιο Χρέος, όλοι συνηθίζουμε να εστιάζουμε την προσοχή μας στην αποκλιμάκωση του δείκτη «Χρέος/ΑΕΠ». Αρνούμενοι να δεχθούμε ότι το χρέος ως απόλυτο μέγεθος παραμένει εφιαλτικό και ότι ο προαναφερθείς δείκτης παραμένει πολύ υψηλός συγκρινόμενος με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης. Και συχνά πυκνά αναφερόμαστε στους αντίστοιχους υψηλούς δείκτες της Ιταλίας και της Ιαπωνίας, λησμονώντας ότι το μεγαλύτερο τμήμα του Ιταλικού και Ιαπωνικού χρέους, βρίσκεται στα χέρια των Ιταλών και Ιαπώνων επενδυτών. Ενώ, αντίθετα, τα Ελληνικά ομόλογα βρίσκονται κατά κύριο λόγο στα χέρια των θεσμών και των αλλοδαπών επενδυτών.    

Όσον αφορά στο δημογραφικό πρόβλημα, το οποίο η Moody’s προσεγγίζει από την οικονομική πλευρά του, ο εγχώριος δημόσιος διάλογος αναλώνεται σε αδιέξοδες πολιτικές αντιπαραθέσεις, ανάμεσα στην κυβέρνηση και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με τρόπο που αποτρέπει το σχεδιασμό μιας ρεαλιστικής εθνικής στρατηγικής. Λες και το δημογραφικό πρόβλημα, είναι άσχετο με την οικονομική ανάπτυξη, με το συνταξιοδοτικό πρόβλημα, με τη γεωπολιτική παρουσία της Ελλάδας στη διεθνή σκακιέρα και τελικά με την ίδια τη βιωσιμότητα και ύπαρξη της χώρας.

Σύμφωνα με τη Moody’s, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει το πρόβλημα του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, το πρόβλημα της εξάρτησης από τον τουρισμό και τη ναυτιλία και την ανάγκη για αύξηση των εξαγωγών προϊόντων και υπηρεσιών. Τρεις πτυχές της πραγματικής οικονομίας, που μας ακολουθούν αναπάντητες εδώ και δεκαετίες.

Οποιαδήποτε αναβάθμιση σε «θετικές προοπτικές» (positive outlook) από την πλευρά της Moody’s, θα εξαρτηθεί από την πορεία των μεταρρυθμίσεων –με ονομαστική αναφορά στην απόδοση της δικαιοσύνης– από την περαιτέρω ενδυνάμωση του τραπεζικού συστήματος όσον αφορά την κεφαλαιακή του βάση και τη διατηρησιμότητα της κερδοφορίας του και από τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος ανθεκτικότητας απέναντι σε αρνητικούς εξωγενείς παράγοντες.     

Παράλληλα, η Moody’s προειδοποιεί ότι εάν υπάρξει ανατροπή της πορείας που ακολουθεί η χώρα τα τελευταία χρόνια, εάν δεν ενισχυθεί η επιχειρηματική και επενδυτική εμπιστοσύνη, εάν κινδυνεύσει η δημοσιονομική πειθαρχία και εάν επιβαρυνθεί η εικόνα του τραπεζικού συστήματος, τότε οι «σταθερές προοπτικές» θα έδιναν τη θέση τους σε «αρνητικές προοπτικές» (negative outlook).

Σε όσους βιαστούν να καταλογίσουν ευθύνες μόνο στην κυβέρνηση, θα μπορούσαμε με ευκολία να πούμε ότι η κυβέρνηση ευθύνεται για τη μη ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων με πρώτη και καλύτερη την επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης, τη διαχείριση του χρέους, τα δημοσιονομικά πλεονάσματα, τη συνεχιζόμενη μεγέθυνση του κράτους και τη «low track» προώθηση των επενδύσεων, με πιο πρόσφατα αντιπαραδείγματα το σήριαλ της ιδιωτικοποίησης της ΛΑΡΚΟ και το data center της Microsoft που αρχίζει να υλοποιείται μετά από 3 έτη. 

Το δημογραφικό όμως απαιτεί μια συγκροτημένη μακροχρόνια στρατηγική συμφωνημένη και σχεδιασμένη από το σύνολο του πολιτικού κόσμου. 

Η κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών και η σταθερότητα της κερδοφορίας τους δεν έχει σχέση με πολιτικές επιλογές. Aποτελεί αντικείμενο των μετόχων των τραπεζών και των διοικήσεών τους και της εποπτεύουσας αρχής.

Τέλος, τα προβλήματα του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου, δηλαδή των εξαγωγών μείον τις εισαγωγές και του στρεβλού μοντέλου ανάπτυξης της χώρας, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν από τον επιχειρηματικό κόσμο, τους εργαζόμενους και τους καταναλωτές. 

Είμαστε βαθιά γελασμένοι εάν νομίζουμε ότι η Moody’s απευθύνεται μόνο στους επενδυτές που επενδύουν, ή μόνο στην παρούσα κυβέρνηση. Απευθύνεται στο σύνολο της ελληνικής κοινωνίας, την οποία θέτει μπροστά στις ευθύνες της. Η ανάκτηση της «επενδυτικής βαθμίδας» μετατίθεται για το μέλλον. Ωστόσο, «οι καιροί ου μενετοί». Διότι όποιος δεν χαράσσει μόνος του το δρόμο που θέλει να βαδίσει, στο τέλος πορεύεται αναγκαστικά στο δρόμο  που του έχουν σχεδιάσει κάποιοι άλλοι, οι οποίοι έχουν προφανώς τις δικές τους προτεραιότητες και τα δικά τους συμφέροντα.