Η αλλαγή του οικονομικού κύκλου για την Ελλάδα, από την πρωτοφανή κρίση της περασμένης δεκαετίας στην ταχεία ανάκαμψη, συμπίπτει με μία συγκυρία που δεν είναι από τις καλύτερες για την παγκόσμια και ειδικότερα για την ευρωπαϊκή οικονομία.
Όμως η ελληνική οικονομία έχει μπροστά της – φυσικά υπό την προϋπόθεση να μην ξεσπάσει κάποια άλλη μεγάλη διεθνής κρίση- μία τεράστια ευκαιρία.
Να αξιοποιήσει το momentum της ανάκαμψης και σε συνδυασμό αφενός με τα μεγάλα ποσά που θα εισρεύσουν στο πλαίσιο της υλοποίησης των σχεδίων του Ταμείου Ανάκαμψης και αφετέρου με τις μεταρρυθμίσεις που την καθιστούν πιο φιλική προς το επιχειρείν, να υπεραποδώσει τα επόμενα χρόνια των μεγαλύτερων ανεπτυγμένων οικονομιών.
Διαμορφώνεται έτσι ένα σκηνικό που θα μπορούσε με τους κατάλληλους χειρισμούς να φέρει και το 2023 πολύ θετικά δημοσιεύματα και αναλύσεις για την ελληνική οικονομία, όπως το χθεσινό του Economist. Το έγκυρο περιοδικό κατατάσσει την Ελλάδα στην κορυφή της λίστας των χωρών που ξεχωρίζουν για την περίοδο Οκτώβριος 2021 – Σεπτέμβριος 2022, με βάση την ανάλυση πέντε οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεικτών.
Τα καλά νέα, λοιπόν, είναι ότι η Ελλάδα γίνεται θέμα συζήτησης με πολύ θετικό πρόσημο. Παρόλα αυτά, ένα μέρος των «απροσδόκητων» όπως τα χαρακτηρίζει ο Economist, αποτελεσμάτων, οφείλονται στο γεγονός ότι η Ελλάδα δεν κατάφερε ποτέ να ανακάμψει από την χρεοκοπία, στη συνέχεια τη βρήκε η πανδημία και αμέσως μετά η ενεργειακή και πληθωριστική κρίση, πάνω στην προσπάθεια ανάκαμψης.
Επομένως, ένα μέρος οφείλεται στο «ελατήριο» που είχε συμπιεστεί όλα αυτά τα χρόνια. Από κει και πέρα, υπάρχουν τα στοιχεία που δείχνουν ότι οι επενδύσεις αυξάνονται αλλά θα πρέπει να αυξηθούν πολύ περισσότερο και με ταχύτατο ρυθμό. Όπως προειδοποίησε χθες η Goldman Sachs, η Ελλάδα θα πρέπει να αξιοποιήσει στο έπακρο τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης για να επιταχύνει τις εισροές επενδύσεων και να κλείσει έως το 2026 το επενδυτικό κενό που την χωρίζει εδώ και πολλά χρόνια με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Ένα επίσης καλό νέο είναι ότι η ελληνική συγκαταλέγεται στις οικονομίες που οι αναλυτές θεωρούν ότι δεν θα κολλήσουν στην… κινούμενη άμμο της ύφεσης το 2023. Χαρακτηριστική ήταν η εκτίμηση του αναλυτή της Bank of America, Θάνου Βαμβακίδη, σε συνέντευξη που έδωσε προ ημερών στο Liberal και στον Γιώργο Φιντικάκη.
Αναμένουμε μία απότομη επιβράδυνση της ανάπτυξης και ύφεση στην υπόλοιπη Ευρωζώνη, ωστόσο η ελληνική οικονομία βαδίζει σε διαφορετικό μονοπάτι, τόνισε ο κ. Βαμβακίδης για να συμπληρώσει: «Η Ελλάδα ποτέ δεν ανέκαμψε στην πραγματικότητα από την σκληρή κρίση πριν την πανδημία και υπάρχει ένα δυναμικό, ικανό να στηρίξει την οικονομία στα χρόνια που έρχονται».
Η επενδυτική βαθμίδα
Μία ακόμη εξέλιξη που είναι δεδομένο ότι θα πυροδοτήσει σειρά θετικών σχολίων, δημοσιευμάτων και αναλύσεων για την Ελλάδα, θα είναι η επίτευξη της «επενδυτικής βαθμίδας». Να υπενθυμίσουμε σε αυτό το σημείο, ότι η κατηγορία «investment grade», η οποία χωρίζεται σε 10 σκαλοπάτια από την κορυφαία αξιολόγηση «ΑΑΑ» έως το «ΒΒΒ-», είναι αυτή που ζητούν οι μεγαλύτεροι μακροπρόθεσμοι επενδυτές ως προϋπόθεση για να εισέλθουν σε μία αγορά. Είναι με άλλα λόγια, το κορυφαίο πιστοποιητικό φερεγγυότητας.
Θα δούμε το ελληνικό αξιόχρεο να αναβαθμίζεται μέσα στο 2023; Με τα όσα πρωτοφανή συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με βεβαιότητα, όμως υπάρχουν δύο λόγοι που επιτρέπουν την αισιοδοξία.
Πρώτον, είναι κοινώς αποδεκτό στις τάξεις των αναλυτών ότι αν δεν είχε ξεσπάσει η πανδημία, η Ελλάδα θα βρισκόταν ήδη στην επενδυτική βαθμίδα. Δεύτερον, ακόμη κι έτσι, η ελληνική οικονομία σήμερα πληροί τις περισσότερες από τις προϋποθέσεις που έχουν θέσει οι οίκοι αξιολόγησης και ίσως ο τελευταίος να είναι η επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων.
Το αποτέλεσμα των εκλογών και κυρίως η πολιτική κατεύθυνση που θα πάρει η ελληνική οικονομία μετά την κάλπη, θα κρίνουν το αποτέλεσμα. Διότι οι αναλυτές εκτιμούν ότι οι μεταρρυθμίσεις αρχίζουν να πιάνουν τόπο, η χώρα επιδεικνύει δημοσιονομική σταθερότητα και σύνεση και στοχεύει σε πρωτογενή πλεονάσματα το 2023.
Επομένως, η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις βουλευτικές εκλογές θα πρέπει να δείξει ότι κινείται προς την ίδια κατεύθυνση και είναι προσηλωμένη στις μεταρρυθμίσεις αλλά και στην καλύτερη δυνατή υλοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης.