H χρονιά πλησιάζει στο τέλος της, με τη χώρα να εξακολουθεί να διακρίνεται για τις θετικές επιδόσεις που επιτυγχάνει σε δυο βασικούς τομείς, που τη διαφοροποιούν ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην ανάπτυξη και στη μείωση του χρέους ως προς το ακαθάριστο εθνικό προϊόν. Ωστόσο, και τα τρωτά σημεία εξακολουθούν να είναι παρόντα. Δηλαδή το υπερβολικό χρέος αποτιμώμενο σε απόλυτους αριθμούς και το εμπορικό έλλειμμα.
Προσφέρονται αυτές οι επιδόσεις για θριαμβολογία και εφησυχασμό; Πολύ φοβάμαι πως όχι. Διότι κατά πρώτον οι τρέχοντες ανοδικοί ρυθμοί ανάπτυξης θα αρχίσουν να επιβραδύνονται και να οδηγούνται στο 2% το 2026, στο 1,5% το 2027 και στο 1,3% το 2028 και κατά δεύτερον η θετική διαφορά με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη δική τους υστέρηση στον τομέα της ανάπτυξης, με κορυφαίο παράδειγμα αυτό της Γερμανίας. Δηλαδή, δεν είναι η Ελλάδα που πηγαίνει πολύ καλύτερα, αλλά η Ευρώπη που αντιμετωπίζει μεγάλες δυσκολίες λόγω των δικών της αδυναμιών.
Τρανταχτές αδυναμίες όπως είναι για παράδειγμα, η αδύναμη παρουσία στην καινοτομία και την τεχνολογία, όπως είχαμε αναλύσει εδώ, όπως είναι η ανίσχυρη ενεργειακή βάση και η υπερφίαλη άμεση στροφή στην πράσινη μετάβαση, όπως είναι η μη ανταγωνιστική παρουσία σε παραδοσιακές αγορές που κάποτε πρωτοστατούσε η Ευρώπη, όπως είναι για παράδειγμα η αυτοκινητοβιομηχανία και η μεταλλουργία. Αλλά και προκλήσεις όπως είναι για παράδειγμα η αμυντική βιομηχανία και η ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική που θα απαιτήσουν νέους σημαντικούς πόρους.
Και ενώ οι συζητήσεις για τη γενικόλογη ανάγκη αλλαγής του εγχώριου παραγωγικού μοντέλου αποτελούν το κεντρικό σημείο σχεδόν όλων των ερευνών, των εκθέσεων και των συνεδρίων, η πραγματικότητα παραμένει αμετάβλητη. Ο τουρισμός και η οικοδομή εξακολουθούν να είναι οι δυο βασικοί πυλώνες οικονομικής ανάπτυξης, σε τέτοιο υπερβολικό βαθμό, όπου οι πρώτες στρεβλώσεις γίνονται πλέον ορατές δια γυμνού οφθαλμού. Με ό,τι παρενέργειες και κινδύνους μπορούν να ενεργοποιήσουν αυτές οι στρεβλώσεις.
Ακόμα και η αναβάθμιση του αξιόχρεου της χώρας και του συνόλου της οικονομίας μέσω των οίκων αξιολόγησης, στα μάτια της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας, προς το παρόν έχει προσελκύσει κυρίως χρηματιστηριακά κεφάλαια. Τα οποία αφενός τοποθετήθηκαν μέσω δημόσιων προσφορών στις μετοχές των τραπεζών και άλλων ισχυρών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο εταιρειών και αφετέρου οδήγησαν σε εξαγορές. Δίχως, ωστόσο, να αλλάζουν την παραγωγική δυναμική της πραγματικής οικονομίας, να αυξάνουν τον παραγόμενο πλούτο ή να δημιουργούν νέες θέσεις απασχόλησης. Απλά υπήρξε αλλαγή στο μετοχολόγιο των εταιρειών, δίχως να υποβαθμίζουμε τη σημασία που έχει το γεγονός ότι ξένοι όμιλοι επενδύουν σε εγχώριες εταιρείες.
Και δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι αναβαθμίσεις των ξένων οίκων βασίστηκαν σε μεγάλο βαθμό στις δημοσιονομικές επιδόσεις της εγχώριας οικονομίας. Οι οποίες είναι αποτέλεσμα της καταγραφής υψηλότερων φορολογικών εσόδων, που όσο και να ορθολογικοποιούνται, δεν ανταποκρίνονται στην εικόνα της πραγματική οικονομίας.
Στον τομέα της τεχνολογίας και του ψηφιακού κόσμου, προς το παρόν οι επενδύσεις αφορούν μεγάλα data centers που ευνοούνται από τη γεωγραφική θέση της Ελλάδας, σε σχέση με την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική. Με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των επιλογών αυτών να αποτυπώνονται ήδη. Όμως στο χώρο της προσπάθειας παραγωγής ψηφιακών προϊόντων και υπηρεσιών, που θα έχουν υψηλή προστιθέμενη αξία και θα κάνουν την απαιτούμενη διαφορά είμαστε πίσω. Έχοντας να παρουσιάσουμε μόλις δυο εταιρείες, με αποτίμηση πάνω από $1 δισ., όπως είναι η Viva Wallet και η PeopleCert. Σύμφωνα με τη λίστα του Startup Ecosystem Report 2024, πάνω από την Ελλάδα βρίσκεται η Κροατία, η Λετονία, η εμπόλεμη Ουκρανία, η Κύπρος, η Ρουμανία, η Τουρκία, η Βουλγαρία και η Πορτογαλία.
Η Ελλάδα παραμένει μια χώρα αφιλόξενη για τις μεγάλες παραγωγικές επενδύσεις. Παραμένει αδιάφορη και ανήμπορη να προσαρμοστεί στις διεθνείς εξελίξεις και στις απαιτήσεις της ψηφιακής τεχνολογίας. Ζει «παρά φύσιν» σήμερα, με τη στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο σύντομα τελειώνει και η κοινωνία παραμένει όρθια μέσω των πάσης φύσεως επιδομάτων και ενισχύσεων.
Και μέσα σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον, η κυβέρνηση αδυνατεί να επικοινωνήσει τα θετικά πεπραγμένα και να εξηγήσει εξαντλητικά όσο θετικά έχει επιτύχει. Στον αντίποδα, η αντιπολίτευση ομφαλοσκοπώντας, βολοδέρνει σε ένα παράλληλο σύμπαν εσωτερικών συγκρούσεων, με ξεπερασμένες συνταγές και με ένα καταγγελτικό λόγο που ξεκινά από τους πρώην πρίγκιπες και καταλήγει στο μετρό της Θεσσαλονίκης και από τη συναυλία στην Πλατεία Συντάγματος μέχρι τη μετατόπιση των ορίων του εργοταξίου σταθμού του μετρό στα Εξάρχεια.
Ας ελπίσουμε το Άστρο της Βηθλεέμ να φωτίσει αυτόν τον τόπο, που συνεχίζει να πορεύεται ανορθόδοξα, βασιζόμενος στα δώρα των Μάγων.
Χρόνια Πολλά με ελπίδα!