Η μεγάλη αλλαγή στον υπολογισμό των συντάξεων που φέρνει το νέο έτος
Shutterstock
Shutterstock

Η μεγάλη αλλαγή στον υπολογισμό των συντάξεων που φέρνει το νέο έτος

Όσοι βγαίνουν στη σύνταξη, λαμβάνουν ένα ποσό το οποίο προκύπτει από το άθροισμα δύο επιμέρους παραμέτρων. Της εθνικής σύνταξης η οποία αποτελεί ένα οριζόντιο ποσό που καταβάλλεται σε όλους και ένα δεύτερο ποσό - τη λεγόμενη ανταποδοτική σύνταξη - η οποία προκύπτει ανάλογα με τις αποδοχές αλλά και τα χρόνια προϋπηρεσίας.

Σε αυτό το δεύτερο τμήμα, την ανταποδοτική σύνταξη, επέρχεται μια σημαντική αλλαγή από το νέο έτος η οποία μάλιστα έχει εκληφθεί ως «απειλή» για μείωση των συντάξιμων αποδοχών κάτι όμως που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και οι όποιες πρόωρες συνταξιοδοτήσεις εξαιτίας αυτής της επερχόμενης αλλαγής, μπορεί να αποδειχτούν «ζημιογόνες» για τους υποψήφιους συνταξιούχους.

Ποια είναι η αλλαγή; Το ανταποδοτικό κομμάτι της σύνταξης προκύπτει από το άθροισμα των αποδοχών καθ’ όλη τη διάρκεια του εργασιακού βίου. Οι ετήσιες αποδοχές κάθε έτους, προσαυξάνονται με βάση τον πληθωρισμό και στο τέλος του εργάσιμου βίου, προκύπτουν οι συντάξιμες αποδοχές.

Αυτές πολλαπλασιάζονται με τον συντελεστή αναπλήρωσης - ο οποίος αυξάνεται ανάλογα με τα χρόνια προϋπηρεσίας - και έτσι προκύπτει το ανταποδοτικό κομμάτι της σύνταξης. Για όλο το διάστημα από το 2002 μέχρι και το 2024, ο συντελεστής με βάση τον οποίο θα γίνεται η αναπροσαρμογή των ετήσιων αποδοχών, θα είναι ο πληθωρισμός. Από την 1η Ιανουαρίου του 2025 και μετά όμως, η αναπροσαρμογή θα γίνεται με βάση έναν καινούργιο δείκτη που καταρτίζει η Ελληνική Στατιστική Αρχή.

Πρόκειται για τον δείκτη μισθών. Ουσιαστικά, αυτός θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον ετήσιο πληθωρισμό αλλά και την παραγωγικότητα της εργασίας. Αυτός είναι άλλωστε και ο «μπούσουλας» βάσει του οποίου δίδονται - σε μακροχρόνιο ορίζοντα - οι αυξήσεις στον ιδιωτικό τομέα.

Στην Ελλάδα, σε μακροχρόνια βάση, η παραγωγικότητα της εργασίας αυξάνεται με έναν ρυθμό της τάξεως του 0,7%. Επειδή αυτό το ποσοστό θα προστίθεται στον πληθωρισμό, αυτό που αναμένεται είναι ότι οι νέες συντάξεις που θα εκδίδονται μετά το 2025 θα είναι ολοένα και υψηλότερες και όχι χαμηλότερες. Γι’ αυτό και δεν δικαιολογείται να σπεύσει κάποιος να συνταξιοδοτηθεί εξαιτίας της επικείμενης αλλαγής.

Επίσης, τα αποτελέσματα στα πρώτα χρόνια μετά το 2025 θα είναι ανεπαίσθητα και ο ουσιαστικός αντίκτυπος της προωθούμενης αλλαγής θα φανεί ύστερα από αρκετά χρόνια. Αυτό συμβαίνει διότι δεν υπάρχει αναδρομική εφαρμογή. Από το 2002 (από τότε λαμβάνονται υπόψη οι ετήσιες αποδοχές) μέχρι και το 2024, η ετήσια αναπροσαρμογή θα γίνεται με βάση τον πληθωρισμό.

Η χρήση του νέου δείκτη θα αφορά στις αποδοχές του 2025 και των επόμενων. Υπάρχει μόνο ένα ενδεχόμενο να μετατεθεί χρονικά αυτό που προβλέπει ο ασφαλιστικός νόμος: να μην είναι έτοιμος ο σχετικός δείκτης από την ΕΛΣΤΑΤ.