Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Από κει που οι τράπεζες αποτελούσαν το μόνιμο «βαρίδι» της αγοράς και το Χρηματιστήριο της Αθήνας... αγκομαχούσε να εισέλθει σε τροχιά βιώσιμης ανόδου, ξαφνικά οι τραπεζικές μετοχές είναι αυτές που δίνουν – σχεδόν σε καθημερινή βάση - ώθηση στον Γενικό Δείκτη και συντηρούν ένα κλίμα ευφορίας που, δεδομένων των εξελίξεων που αναμένονται στο προσεχές διάστημα, δύσκολα θα αντιστραφεί αν δεν υπάρξουν σοβαρές διεθνείς αναταράξεις.
Τα κέρδη της τάξης του 77% για τον τραπεζικό δείκτη από τα χαμηλά της 21ης Ιανουαρίου είναι εντυπωσιακά, όμως μετά από μία τόσο μεγάλη άνοδο ο δείκτης των τραπεζών καταγράφει υψηλό μόλις 7 μηνών. Μπορεί, λοιπόν, να μοιάζει με ολική επαναφορά η άνοδος, ωστόσο το πρόσφατο ράλι δείχνει με τον πλέον γλαφυρό τρόπο το κακό που έγινε από τις καθυστερήσεις στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και τα συνεχιζόμενα εμπόδια σε ιδιωτικοποιήσεις και ξένες επενδύσεις.
Αναλυτές εκτιμούν ότι οι επενδυτές έχουν ήδη προεξοφλήσει ορισμένους θετικούς καταλύτες όπως η εφαρμογή λύσεων για τα «κόκκινα» δάνεια, όμως και πάλι υπάρχουν σημεία σε ορίζοντα λίγων εβδομάδων που μπορούν να οδηγήσουν ακόμη υψηλότερα την αγορά. Η αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου από την S&P την Μεγάλη Παρασκευή 26 Απριλίου, για παράδειγμα, θα είναι αναμφίβολα μία θετική εξέλιξη, ενώ και η θετική ετυμηγορία της Κομισιόν για την εφαρμογή του σχεδίου μείωσης των NPEs στα πρότυπα του ιταλικού μοντέλου περί τα τέλη Απριλίου, θα έδινε περαιτέρω ώθηση.
Την ίδια ώρα, το ευνοϊκό διεθνές περιβάλλον δίνει τη δυνατότητα στους επενδυτές να εξετάσουν την επόμενη ημέρα στην Ελλάδα, υπό το πρίσμα της πολιτικής αλλαγής. Σε συνδυασμό, μάλιστα, με το γεγονός ότι η επόμενη κυβέρνηση έχει μεγάλες πιθανότητες να είναι κυβέρνηση τετραετίας, ενισχύεται η εμπιστοσύνη αφού περιορίζεται σημαντικά ο πολιτικός κίνδυνος. Η αποσύνδεση της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας αυξάνει τις πιθανότητες επιτυχίας για τη νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εθνικές εκλογές. Είτε αυτές γίνουν τον Οκτώβριο είτε νωρίτερα, πλέον το αποτέλεσμά τους μπαίνει στα ραντάρ των επενδυτών.
Η αισιοδοξία των επενδυτών σχετίζεται με το γεγονός ότι η πολιτική αλλαγή είναι προ των πυλών και επομένως αν το διεθνές κλίμα παραμείνει ευνοϊκό, τότε η επόμενη κυβέρνηση θα έχει μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να «εκτοξεύσει» τη χώρα, την ώρα που ενδέχεται να έχει επιτέλους την πολιτική σταθερότητα που αναζητούν όσοι θέλουν να τοποθετηθούν στη χώρα μας. Το επόμενο κρίσιμο σημείο καμπής και ανοδικής έκρηξης για την αγορά θα είναι το μήνυμα των ευρωεκλογών και ακόμη περισσότερο η προκήρυξη εθνικών εκλογών.
Ποιος, άλλωστε, περίμενε προς τα τέλη του 2018 ότι τα ελληνικά ομόλογα θα είχαν δεχθεί τόσο μεγάλη ώθηση από τις ροές κεφαλαίων στις διεθνείς αγορές και την αντιστροφή της τάσης για αύξηση των επιτοκίων από την Fed και την ΕΚΤ. Όλα αυτά δείχνουν ότι η πολυπόθητη ενίσχυση της ανάπτυξης είναι εφικτή αρκεί να βοηθήσει το περιβάλλον και ηξ επόμενη κυβέρνηση
Υπάρχουν όμως και ανησυχίες. Αυτές, σύμφωνα με την UBS, σχετίζονται με τις τιμές στις οποίες θα πουλήσουν οι ελληνικές τράπεζες τα NPEs, καθώς και με την πραγματική αξία των ενέχυρων, ήτοι των ακινήτων. Παράλληλα, η αγορά έχει υποδεχθεί με θετικό τρόπο τις δύο κεντρικές λύσεις που εξετάζονται για τα «κόκκινα» δάνεια, ωστόσο μέχρι στιγμής είναι περιορισμένη η ορατότητα αναφορικά με τον ορίζοντα εφαρμογής και τη δομή τους. Τέλος, οι επενδυτές προσπαθούν να καταλάβουν τι ακριβώς συμβαίνει με τα μακροοικονομικά μεγέθη της Ελλάδας.
Στο ταμπλό, από τα τέλη του περασμένου Νοεμβρίου, όταν είδε το φως της δημοσιότητας το σχέδιο του Πρεμ Γουάτσα για την συγχώνευση της Grivalia με την Eurobank, τον εταιρικό μετασχηματισμό της τράπεζας και την εκπληκτική επιτάχυνση της μείωσης των «κόκκινων» δανείων, η μετοχή της Eurobank έχει ενισχυθεί σε ποσοστό 50%, όσο περίπου και ο δείκτης των τραπεζών. Η Eurobank έδειξε το δρόμο και σήμερα όλοι μιλούν για ταχύτερη ανάκαμψη του κλάδου, πόσο μάλλον αν υπάρξει και αναπτυξιακή έκρηξη.
Είναι νωπές οι μνήμες της απόλυτης απαξίωσης και των συνεχιζόμκενων φημών τον περασμένο Οκτώβριο για τέταρτη ανακεφαλαιοποίηση που οδήγησαν σε μεγάλη πτώση τις μετοχές και επέφεραν σοβαρό πλήγμα στον κλάδο με αποτέλεσμα η MSCI να διαγράψει από τον δείκτη MSCI Standard Ελλάδας τις μετοχές των Eurobank, Πειραιώς και ΕΤΕ. Χθες έγινε γνωστό ότι η Eurobank αναμένεται να ενταχθεί στον MSCI Mid-Cap και έπεται συνέχεια...