Με στόλο 4.901 πλοίων, οι Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν το 19,42% της παγκόσμιας χωρητικότητας σε τόνους deadweight (dwt) κάνοντας την Ελλάδα τη μεγαλύτερη ναυτιλιακή δύναμη παγκοσμίως, σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην ετήσια έκθεση 2020 - 2021 της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το 2020 ο ελληνόκτητος στόλος αυξήθηκε περισσότερο από 4%, φτάνοντας περίπου τα 364 εκατομμύρια τόνους dwt ενώ η Ελλάδα συνεχίζει να αυξάνει το µερίδιό της στον στόλο που ελέγχεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), καθώς, όπως αναφέρει στον πρόλογο της ετήσιας έκθεσης της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών (ΕΕΕ) ο πρόεδρος της κ. Θεόδωρος Βενιάμης, 40 χρόνια από την επέτειο της ένταξης της Ελλάδας στην ΕΕ, ο ελληνόκτητος στόλος αντιπροσωπεύει το 58% του στόλου που ελέγχεται από την ΕΕ, αποτελώντας στρατηγικό κεφάλαιο για αυτήν και ακρογωνιαίο λίθο του ευρωπαϊκού ναυτιλιακού cluster, στοιχεία που ενισχύουν τον καθοριστικό ρόλο µας στα τεκταινόμενα στην ΕΕ.
Η Ελλάδα παραμένει ένα από τα κορυφαία νηολόγια πλοίων παγκοσμίως. Το ελληνικό νηολόγιο αριθμεί 685 πλοία (άνω των 1.000 gt), των οποίων η χωρητικότητα ανέρχεται σε 37,98 εκατομμύρια gt.
Ο στόλος υπό ελληνική σημαία κατατάσσεται στην 8η θέση διεθνώς και στη 2η θέση στην ΕΕ (σε όρους dwt).
Ειδικότερα, οι Έλληνες πλοιοκτήτες κατέχουν το 58% της χωρητικότητας της ΕΕ, καθώς περισσότερο από το ένα τρίτο του ελληνόκτητου στόλου ή 1.706 πλοία, φέρουν σημαία κράτους - μέλους της ΕΕ.
Επίσης, οι Έλληνες πλοιοκτήτες ελέγχουν:
- το 30,25% του παγκόσμιου στόλου δεξαμενόπλοιων,
- το 14,64% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς χημικών και παραγώγων πετρελαίου,
- το 15,58% του παγκόσμιου στόλου υγραεριοφόρων (LNG / LPG),
- το 20,04% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς χύδην ξηρού φορτίου,
- το 9,53% του παγκόσμιου στόλου μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.
Οι επενδύσεις σε νεότευκτα πλοία
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες, όπως επισημαίνει η ΕΕΕ, συνεχίζουν να επενδύουν σε νεότευκτα πλοία: Το 2020 οι ελληνικών συμφερόντων παραγγελίες ναυπήγησης ανήλθαν σε 104 πλοία (άνω των 1.000 gt) ή 14,36 εκατομμύρια τόνους dwt, τα οποία αντιπροσωπεύουν το 10,99% της παγκόσμιας χωρητικότητας υπό παραγγελία.
Οι Έλληνες πλοιοκτήτες συνεχίζουν να επενδύουν σε νέα και ενεργειακά αποδοτικά πλοία, µε τη µέση ηλικία του ελληνόκτητου στόλου (9,54 έτη) να είναι χαµηλότερη από τη µέση ηλικία του παγκόσµιου στόλου (9,87 έτη).
Όσον αφορά στα χαρακτηριστικά της ελληνικής ναυτιλίας, αυτή αποτελεί πρωτίστως μια βιομηχανία που απαρτίζεται από μικρομεσαίες επιχειρήσεις και ειδικεύεται στις bulk / tramp μεταφορές, όπως αναφέρεται στην έκθεση.
Ο τομέας της bulk / tramp ναυτιλίας είναι ένας επιχειρηματικός τομέας με χαρακτηριστικά «τέλειου ανταγωνισμού».
Αυτό συμβαίνει, επειδή ο κλάδος αποτελείται από χιλιάδες εταιρείες παγκοσμίως και δεν κυριαρχείται από περιορισμένο αριθμό πολύ μεγάλων εταιρειών - συμμαχιών, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της ναυτιλίας τακτικών γραμμών και στους περισσότερους βιομηχανικούς τομείς και τομείς παροχής υπηρεσιών παγκοσμίως.
Κατά κανόνα, τα πλοία που ανήκουν σε Έλληνες πλοιοκτήτες ναυλώνονται βάσει ναυλοσυμφώνων κατά χρόνο (time charter party contracts).
«Οι ναυλωτές διαδραματίζουν δομικό ρόλο στη ναυτιλία, καθώς είναι εκείνοι που διαχειρίζονται εμπορικά το πλοίο και οι οποίοι ελέγχουν τις παραμέτρους λειτουργίας του, όπως είναι το δρομολόγιο, το είδος και η ποσότητα του φορτίου, καθώς και η ταχύτητα του πλοίου, οι οποίες με τη σειρά τους καθορίζουν το αποτύπωμα άνθρακα του πλοίου κατά τη διάρκεια των εν λόγω ναυλώσεων», σημειώνεται στην έκθεση της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών.
Ο Θεόδωρος Βενιάμης παράλληλα τονίζει την ανάγκη να ξεπερασθούν και οι καθυστερήσεις στην «επιβεβληµένη ψηφιοποίηση και ηλεκτρονικοποίηση». Η μεγάλη ελληνική ναυτιλία απευθύνει, όπως υπογραμμίζει, µια ανοικτή πρόσκληση σε «µια θάλασσα ευκαιρίες», µε ανοικτούς ορίζοντες επαγγελματικής και προσωπικής ανέλιξης, σε µια εποχή µε ιδιαίτερες προκλήσεις για εργασιακή αποκατάσταση.
Η προσέλκυση των νέων στο ναυτικό επάγγελµα, σε συνδυασµό µε την απαιτούµενη περαιτέρω αύξηση της δυναµικότητας των Ακαδηµιών Εµπορικού Ναυτικού, καθώς και τον αναμενόμενο εκσυγχρονισμό της ναυτικής εκπαίδευσης, θα συντελέσουν καθοριστικά, ώστε να µην χαθεί η ναυτική τεχνογνωσία από τον τόπο µας και να αυξηθεί η παρουσία των Ελλήνων ναυτικών στην ελληνόκτητη ναυτιλία, στόχοι που, σε κάθε περίπτωση, απαιτούν επιμονή και προσήλωση για την επίτευξή τους.
Ο κ. Βενιάμης δεν παραλείπει να αναφερθεί και στις περιβαλλοντικές και νομοθετικές προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ναυτιλία, τόσο σε διεθνές όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σημειώνοντας ότι, «επικροτούµε και υποστηρίζουµε τις συνεχιζόµενες προσπάθειες στον ΙΜΟ, τον αρμόδιο ρυθµιστή του κανονιστικού πλαισίου των θαλασσίων µεταφορών παγκοσµίως, οι οποίες όµως δεν θα πρέπει να υποσκάπτονται από περιφερειακές ή/και µονοµερείς νοµοθετικές πρωτοβουλίες και ειδικότερα της ΕΕ».
Η ΕΕΕ, τονίζει, είναι σταθερά προσηλωµένη στην προστασία του περιβάλλοντος και στην απεξάρτηση της ναυτιλίας από τον άνθρακα. Όµως, σε κάθε περίπτωση, σηµαντικότατο µερίδιο ευθύνης για την επίτευξη των στόχων αυτών ανήκει στους κατασκευαστές µηχανών πλοίων, στα ναυπηγεία και στους παραγωγούς και προµηθευτές καυσίµων, καθοριστική παράµετρος που δεν λαµβάνεται υπόψη. Πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι χωρίς σηµαντικές επενδύσεις στην Έρευνα και Ανάπτυξη από αυτούς τους εµπλεκόµενους φορείς, η ναυτιλιακή βιοµηχανία θα παραμείνει εξαρτηµένη από τον άνθρακα.
Στον αντίποδα, τα πλοία και οι πλοιοκτήτες είναι αυτοί που καλούνται ατυχώς να εφαρµόσουν άστοχες πολιτικές και παράγωγα νοµοθετήµατα, εισπρακτικού και µόνο χαρακτήρα.
Σχετικά µε τις πρόσφατες ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη δέσµη µέτρων “Fit for 55”, το ευρωπαϊκό Σύστηµα Εµπορίας ∆ικαιωµάτων Εκποµπών (EU ETS), ως περιφερειακό αγορακεντρικό µέτρο, είναι ασύµβατο µε τον παγκόσµιο χαρακτήρα των θαλάσσιων µεταφορών, καθώς και µε τον τρόπο λειτουργίας της ναυτιλίας, ενώ υπονοµεύει σοβαρά τις συνεχιζόµενες διεθνείς προσπάθειες και διαπραγµατεύσεις για την απανθρακοποίηση του τοµέα, σύμφωνα με τον κ. Βενιάμη. Παρόλα αυτά, τουλάχιστον η αναγνώριση εκ µέρους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της ευθύνης των ναυλωτών για την κάλυψη του κόστους συµµόρφωσης στο πλαίσιο της πρότασης ένταξης της ναυτιλίας EU ETS είναι µία θεµελιώδης αρχή βάσει του κανόνα «ο ρυπαίνων πληρώνει», την οποία η ΕΕΕ ανέδειξε εξ αρχής.
Η αρχή αυτή πρέπει να αποτελέσει, όπως τονίζει ο πρόεδρος της ΕΕΕ, την αφετηρία των επικείµενων διαβουλεύσεων στα ευρωπαϊκά όργανα, καθώς µπορεί να φέρει απτά αποτελέσµατα στη µάχη κατά της κλιµατικής αλλαγής, χωρίς να διακυβεύεται η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής ναυτιλίας.
Η ελληνική ναυτιλία, µε την τεχνογνωσία και εµπειρία που κατέχουν τα µέλη της ως hands-on επιχειρηµατίες, δεσµεύεται να συνεχίσει να συνδράµει εποικοδοµητικά και στις προσεχείς διαπραγµατεύσεις, σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, προωθώντας φιλόδοξες αλλά και ταυτόχρονα εφικτές και ρεαλιστικές λύσεις. ∆ιότι µόνο τέτοιες λύσεις µπορούν να εγγυηθούν την ουσιαστική βελτίωση του αποτυπώµατος άνθρακα της βιοµηχανίας, αλλά και να εξασφαλίσουν τη µακροπρόθεσµη βιωσιµότητα του στρατηγικού αυτού τοµέα µε τα πολλαπλά οφέλη για την ΕΕ και τους πολίτες της