«Καμπανάκι» για την υποτονική ανάπτυξη και την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων χτυπά μελέτη που συντάχθηκε από ομάδα οικονομολόγων της IHS Markit, επικεφαλής της οποίας ήταν η Elisabeth Waelbroeck-Rocha, υπεύθυνη του τομέα Διεθνών Οικονομικών.
Στη μελέτη σημειώνεται ότι το πραγματικό ΑΕΠ θα επανέλθει στα επίπεδα του 2007 μόλις το 2040, ενώ διατυπώνεται η εκτίμηση ότι η ανάπτυξη θα συνεχιστεί βραχυπρόθεσμα και θα είναι της τάξης του 1,7% το 2018 και το 2019 και μεσοπρόθεσμα θα είναι κατά μέσο όρο 1,4% στο διάστημα 2020-2030.
Παράλληλα, τονίζει ότι ο εκτιμώμενος ρυθμός ανάπτυξης, σε συνδυασμό με τις μέτριες πληθωριστικές πιέσεις, δεν θα είναι αρκετός για να προκαλέσει σημαντική μείωση του ακαθάριστου χρέους της γενικής κυβέρνησης, σημειώνεται στην μελέτη. Ο λόγος χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να μειωθεί σε 137,4% μέχρι το 2030, δηλαδή σαφώς πάνω από το 118% που ήταν ο στόχος που τέθηκε σε συνεργασία με τους θεσμικούς πιστωτές της Ελλάδας.
Στη μελέτη, επίσης, επισημαίνεται ότι η επίτευξη της απαιτούμενης αύξησης των ξένων άμεσων επενδύσεων είναι μία από τις σημαντικότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Ελλάδα.
Οι συνεπείς κρατικές πολιτικές που επιταχύνουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, υποστηρίζουν τις νέες επενδύσεις και μειώνουν το κόστος εργασίας, θα συνδράμουν στην επιθυμητή κατεύθυνση. Αν εφαρμοστεί μία επιτυχής πολιτική προσέλκυσης ΞΑΕ, οι θετικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία θα μπορούσαν να είναι ακόμη μεγαλύτερες από εκείνες που παρουσιάζονται σε αυτή την έκθεση χάρη στην αύξηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών και των επιχειρήσεων, όπως επίσης και στις θετικές επιπτώσεις που θα έχουν οι βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στην παραγωγικότητα και τη δυνητική ανάπτυξη.
Πολιτικές για την προσέλκυση Ξένων Άμεσων Επενδύσεων
Προσέλκυση επενδύσεων - όπως αναφέρουν μεταξύ άλλων οι αναλυτές - είναι απίθανο να υπάρξει χωρίς μια αναπτυσσόμενη, περισσότερο ανοιχτή και με λιγότερους ρυθμιστικούς περιορισμούς οικονομία, επαρκείς υποδομές και πολιτική σταθερότητα. Οι στρεβλώσεις στις αγορές προϊόντων αποθαρρύνουν τους πιθανούς επενδυτές και περιορίζουν τις βελτιώσεις της παραγωγικότητας.
Υποστηρικτικές δημοσιονομικές πολιτικές
Η Ελλάδα, όπως αναφέρεται στην ανάλυση, έχει χάσει τη δυναμική της στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και οι φόροι αυξήθηκαν απότομα μετά τα μέσα του 2015. Τόσο η έκθεση Doing Business όσο και η GlobalCompetitiveness Report, δείχνουν ότι το ελληνικό φορολογικό σύστημα θεωρείται σημαντικό εμπόδιο στην ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη.
Η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών και η μεταρρύθμιση των συντάξεων θα μπορούσαν να συμπληρώσουν στοχευμένα μέτρα που αποσκοπούν στην τόνωση των πάγιων επενδύσεων και ειδικότερα των ΞΑΕ. Οι προσωρινές φοροαπαλλαγές για τις νέες επενδύσεις, θα μπορούσαν να παίξουν ρόλο στην υποκίνηση τέτοιων επενδύσεων.
ΙΟΒΕ: Τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα
Η επίτευξη ισχυρών αναπτυξιακών ρυθμών γύρω στο 3% τα επόμενα χρόνια, δεν θα είναι μια εύκολη υπόθεση και δεν προκύπτει από πουθενά – ανέφερε ο γενικός διευθυντής του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) και καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νίκος Βέττας.
Μιλώντας στο πάνελ που ακολούθησε την παρουσίαση μελέτης της IHS Markit για την ελληνική οικονομία, που εκτιμά ότι του ΑΕΠ της Ελλάδας θα επανέλθει στο επίπεδο του 2007 το 2040, ο κ. Βέττας ανέφερε ότι τα πράγματα δεν θα είναι εύκολα, επισημαίνοντας ότι «δεν έχουμε υπογράψει συμβόλαια ότι τα εισοδήματα θα επανέλθουν στα προ κρίσης επίπεδα». Για να έλθουν επενδύσεις στην Ελλάδα, θα πρέπει να υπάρξει συναίνεση πολιτικών προκειμένου να υπάρξει συνέχεια, σημείωσε.
Στις αρνητικές συνέπειες της υπερφορολόγησης της ελληνικής οικονομίας, αναφέρθηκε ο πρώην επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Παναγιώτης Λιαργκόβας. Επισήμανε ότι οι φορολογικοί συντελεστές στην Ελλάδα είναι από τους υψηλότερους στην ευρωζώνη, ενώ αναφέρθηκε και στις απαιτήσεις για υπερπλεονάσματα, αλλά και στην υπέρβαση των στόχων, σε αντίθεση με την συνεχή απόκλιση από την ανάπτυξη. Αναφερόμενος στις μεταρρυθμίσεις, είπε ότι πραγματοποιήθηκαν χωρίς τα αναμενόμενα αποτελέσματα, κάνοντας λόγο για «μισο-μεταρρυθμίσεις χωρίς σωστή χρονική σειρά».
Στην ανάγκη προσέλκυσης ποιοτικών επενδύσεων αναφέρθηκε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Θεόδωρος Φέσσας, υπογραμμίζοντας ότι είναι μονόδρομος για την δημιουργία μόνιμων θέσεων εργασίας. Επισήμανε επίσης, ότι θα πρέπει να υπάρξει στην χώρα μας φιλικό επενδυτικό περιβάλλον όπου να κυριαρχεί η λέξη «εμπιστοσύνη».