Για το 2025, το ΙΟΒΕ στην έκθεσή του για το α΄τρίμηνο του 2025 προβλέπει οριακή επιβράδυνση της ετήσιας ανάπτυξης, σε 2,2%, σε αναθεώρηση της προηγούμενης πρόβλεψης για 2,4%.
Σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, αυτό προκύπτει από την αβεβαιότητα σχετικά κινδύνους που απορρέουν από το διεθνές περιβάλλον, όπως ο εμπορικός προστατευτισμός και η γεωπολιτική αστάθεια.
Επιπλέον, η έκθεση αναφέρει για την ελληνική οικονομία, πως η πρόσφατη αναβάθμιση του αξιόχρεου από την Moody’s, σε συνέχεια των άλλων επενδυτικών οίκων που είχαν προηγηθεί, κλείνει έναν επώδυνο κύκλο που ξεκίνησε το 2010, όταν διακόπηκε η ομαλή χρηματοδότηση του ελληνικού δημοσίου από τις αγορές του εξωτερικού. Δεκαπέντε χρόνια μετά, οκτώ μέσα στα διαδοχικά προγράμματα διάσωσης και προσαρμογής και επτά στη συνέχεια, όλοι οι σημαντικοί οίκοι αξιολόγησης τοποθετούν την ελληνική οικονομία σε επενδυτική βαθμίδα. Εξίσου σημαντικό, το διαφορικό κόστος δανεισμού της Ελλάδας, σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, είναι πλέον πολύ χαμηλό και δεν αποτελεί τόσο πρόβλημα.
Σε επιμέρους πλευρές της ελληνικής οικονομίας, καταγράφεται επιστροφή σε επίπεδα παρόμοια με αυτά πριν την κρίση. Η ανεργία υποχωρεί κάτω από το 9%, προς τον μέσο όρο της δεκαετίας του 2000.
Επιτάχυνση της οικονομικής μεγέθυνσης στην Ελλάδα στο τέταρτο τρίμηνο
Επιταχύνθηκε ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του πραγματικού ΑΕΠ στο 2,6% το τέταρτο τρίμηνο του 2024 (από 2,3% στο προηγούμενο τρίμηνο). Σε εποχικά διορθωμένα στοιχεία, το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,9% σε σχέση με το τρίτο τρίμηνο. Η αύξηση του ΑΕΠ προήλθε κυρίως από την αύξηση των συνολικών επενδύσεων, οι οποίες ενισχύθηκαν ετησίως κατά +24,4%, τόσο χάρη στην αύξηση των αποθεμάτων, όσο και λόγω αύξησης των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου κατά +9,0%. Την ανοδική πορεία της συνέχισε η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία μεγεθύνθηκε ετησίως κατά +0,8%, καταγράφοντας ωστόσο επιβράδυνση (από +2,5%). Αντίθετα, η δημόσια κατανάλωση μειώθηκε κατά -3,4%, με αποτέλεσμα η συνολική κατανάλωση να συρρικνωθεί κατά 0,3%.
Μείωση ανεργίας το τέταρτο τρίμηνο, αύξηση της συμμετοχής
Το τέταρτο τρίμηνο του 2024 καταγράφηκε πτώση του ποσοστού ανεργίας στο 9,5% από 10,5% το ίδιο τρίμηνο του 2023. Η μείωση του ποσοστού ανεργίας ήταν αποτέλεσμα της μείωσης του αριθμού των ανέργων (-39,6 χιλ.) και της ταυτόχρονης αύξησης του αριθμού των απασχολούμενων (+95,6 χιλ.). Αντιθέτως, αρνητικό ήταν το τέταρτο τρίμηνο το ισοζύγιο προσλήψεων-αποχωρήσεων στον ιδιωτικό τομέα, κατά 232,4 χιλ. άτομα, συγκριτικά με μικρότερα αρνητικό ισοζύγιο για το ίδιο τρίμηνο του 2023 (-195,5 χιλ.).
Οι τομείς με τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο στην απασχόληση ήταν οι Επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες (+36,7 χιλ. απασχολούμενοι), Εκπαίδευση (+31,5 χιλ. απασχολούμενοι), και Χονδρικό και Λιανικό Εμπόριο, Επισκευή Μηχανοκίνητων Οχημάτων και Μοτοσικλετών (+29,7 χιλ. απασχολούμενοι). Αύξηση επίσης κατέγραψε το μερίδιο της πλήρους απασχόλησης έναντι της μερικής. Επιπλέον, άνοδο κατέγραψε ο εποχικά διορθωμένος δείκτης μισθολογικού κόστους το δ’ τρίμ. του 2024 κατά 4,9% συγκριτικά με το ίδιο τρίμηνο του 2023.
Στις θετικές τάσεις, το ποσοστό απασχόλησης του ηλικιακά ενεργού πληθυσμού αυξήθηκε σε ετήσια βάση το δ’ τρίμηνο του 2024, μειώνοντας την απόκλιση από τον μέσο Ευρωπαϊκό όρο σε 6,9 π.μ. Άνοδο επίσης σημείωσε το ποσοστό συμμετοχής στην αγορά εργασίας το δ’ τρίμ. του 2024 (52,5% για τους άνω των 15 ετών), κατά 1,5 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με πέρυσι.
Σταθεροποίηση του πληθωρισμού, υψηλότερα από την Ευρωζώνη
Ο πληθωρισμός καταγράφηκε στο 2,6% (ΔΤΚ) και 3,1% (ΕνΔΤΚ) στο πρώτο τρίμηνο του 2025, έναντι πληθωρισμού 3,1% (ΔΤΚ) και 3,2% (ΕνΔΤΚ) το ίδιο διάστημα του 2024. Ο εγχώριος ρυθμός πληθωρισμού παραμένει υψηλότερος του μ.ό. της ΕΖ (Παράρτημα, διάγραμμα 4). Σημαντικό μέρος της πίεσης στις τιμές το 2024 και τις αρχές του 2025 αφορά τα μη ενεργειακά αγαθά και κυρίως τις υπηρεσίες. Ενδεικτικά, ο ρυθμός μεταβολής του ΕνΔΤΚ με σταθερούς φόρους και χωρίς την ενέργεια ήταν στο 2,8% το πρώτο δίμηνο του 2025, από 3,9% ένα έτος πριν, αλλά και σε σύγκριση με 2,4% στην Ευρωζώνη την ίδια περίοδο.
Βασικές υποθέσεις για την πρόβλεψη του πληθωρισμού αποτελούν: (α) η εξέλιξη της τιμής του πετρελαίου Brent αποτιμημένη σε ευρώ, η οποία αναμένεται ετησίως μεσοσταθμικά να καταγράψει κάμψη το 2025, με τις εξελίξεις αναφορικά με τα μέτρα προστατευτισμού να ασκούν περαιτέρω καθοδικές πιέσεις στην αγορά ενέργειας (β) η εξέλιξη της καταναλωτικής ζήτησης, η οποία αναμένεται να καταγράψει ηπιότερη άνοδο το 2025, κατά περίπου 1,2%. Σε αυτό το πλαίσιο, και υπό την επίδραση πληθωριστικών πιέσεων που αναμένονται λόγω των νέων δασμών στο παγκόσμιο εμπόριο, προβλέπεται πως ο εγχώριος ρυθμός πληθωρισμού θα κυμανθεί στην περιοχή του 2,8% το 2025. Η ενότητα 3.5 περιγράφει αναλυτικότερα τις πρόσφατες τάσεις στις τιμές καταναλωτή και παραγωγού, καθώς και προσδοκίες για την εξέλιξή τους το 2025.
Μικρή βελτίωση στο εγχώριο οικονομικό κλίμα το πρώτο τρίμηνο του 2025
Οριακή βελτίωση κατέγραψε ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος στην Ελλάδα κατά το α’ τρίμηνο του 2025 σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο τρίμηνο (107,7 μον. από 107,1 μον.). Ήπια βελτίωση καταγράφηκε σε σύγκριση και με το αντίστοιχο περυσινό τρίμηνο (106,7 μον.). Οι επιχειρηματικές προσδοκίες ενισχύθηκαν ήπια στο πρώτο τρίμηνο σε σύγκριση με το αμέσως προηγούμενο στις Υπηρεσίες και στη Βιομηχανία, εντονότερα στις Κατασκευές, ενώ εξασθένισαν αισθητά στο Λιανικό εμπόριο. Ο Δείκτης Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης ενισχύθηκε ήπια την περίοδο Ιανουαρίου-Μαρτίου έναντι του προηγούμενου τριμήνου, στις -43,1 (από –47,1) μονάδες. Παράλληλα, κινείται αισθητά υψηλότερα σε σχέση με ένα έτος νωρίτερα (-46,1 μον.). Αναλυτική περιγραφή των τάσεων στις συνιστώσες του οικονομικού κλίματος περιλαμβάνεται στην ενότητα 2.2Α.
Δημόσια οικονομικά: υπέρβαση ταμειακών στόχων και στις αρχές του 2025
Στο σύνολο 2024, η εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού κινήθηκε ταμειακά καλύτερα από τον στόχο, αφού καταγράφηκε πλεόνασμα €369 εκατ. (0,2% του ΑΕΠ), έναντι στόχου για έλλειμμα
€3.601 εκατ. στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2025 και ελλείμματος €3.760 εκατ. (1,7% του ΑΕΠ) το 2023. Παράλληλα καταγράφηκε ταμειακό πρωτογενές πλεόνασμα ύψους €8.698 εκατ. (3,7% του ΑΕΠ), έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα €4.635 εκατ. και πρωτογενούς πλεονάσματος €3.920 εκατ. (1,7% του ΑΕΠ) το 2023. Η βελτίωση του ταμειακού ισοζυγίου σε σχέση με πέρυσι, οφείλεται στη μεγαλύτερη αύξηση των καθαρών εσόδων (+10,6% ή +€7,11 δισεκ.) σε σχέση με τις δαπάνες (+4,2% ή +€2,98 δισεκ.).
Το πρώτο δίμηνο του 2025, η εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού συνέχισε να κινείται ταμειακά καλύτερα από τον στόχο, αφού καταγράφηκε πλεόνασμα €709 εκατ. (0,3% του ΑΕΠ), έναντι στόχου για έλλειμμα €51 εκατ. στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2025 και πλεονάσματος €1.437 εκατ. (0.6% του ΑΕΠ) το αντίστοιχο διάστημα του 2024. Παράλληλα καταγράφηκε ταμειακό πρωτογενές πλεόνασμα ύψους €2.802 εκατ. (1,1% του ΑΕΠ), έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα €2.029 εκατ. και πρωτογενούς πλεονάσματος €3.378 εκατ. (1,4% του ΑΕΠ) το πρώτο δίμηνο του 2024. Η επιδείνωση του ταμειακού ισοζυγίου σε σχέση με πέρυσι, οφείλεται στη μείωση των καθαρών εσόδων (-7,2% ή +€905 εκατ.)