«Η Ευρωζώνη δεν είναι διατεθειμένη να δώσει μεγαλύτερη ελάφρυνση του χρέους απ' όσο χρειάζεται το πλαίσιο της Ελλάδας» δήλωσε, σε συνέντευξη που παραχώρησε στο «Πρώτο Θέμα», ο επικεφαλής του ESM, Klaus Regling.
Ο κ. Regling σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα παρουσίασε το 2014 θετική ανάπτυξη, όμως ήταν η πρώτη φορά έπειτα από πέντε συνεχόμενα έτη. Η ανεργία είχε ξεκινήσει να μειώνεται και η κυβέρνηση τότε είχε καταφέρει να εκδώσει ομόλογα. Σήμερα βρισκόμαστε στο ίδιο ακριβώς σημείο. Δυστυχώς το 2015 ήταν μια χαμένη χρονιά καθώς οι πολιτικές που ακολούθησε η κυβέρνηση το πρώτο εξάμηνο μας πήγαν πίσω. Τα αποτελέσματα έγιναν ιδιαίτερα προφανή όταν το 2015 παρουσιάστηκε αρνητική ανάπτυξη και έτσι χρειαστήκαμε ένα τρίτο πρόγραμμα για την Ελλάδα, με πολύ μεγαλύτερα ποσά απ' ό,τι περίμενε κανείς το 2014.
Όπως είπε, οι μισθοί στην Ελλάδα δεν προβλέπεται να υποχωρήσουν εκ νέου, αλλά να αυξηθούν τα επόμενα έτη, με μόνη προϋπόθεση την ευλαβική εφαρμογή των μέτρων του τρίτου προγράμματος. Και εξήγησε ότι "είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε τι συνέβη και μειώθηκαν. Τα τελευταία δέκα χρόνια, από τα τέλη του 1990 ως το 2008, οι μισθοί στην Ελλάδα αυξάνονταν γρηγορότερα από οποιοδήποτε άλλο ευρωπαϊκό κράτος. Αυτό τείνουμε να το ξεχνάμε και καθώς η αύξησή τους ήταν τόσο υπερβολική, η ανταγωνιστικότητα της χώρας ελαττώθηκε. Αυτός είναι ο λόγος που η Ελλάδα παρουσίαζε ελλείμματα εμπορίου και προϋπολογισμού. Η διόρθωση των μισθών αντικατοπτρίζει την ανώμαλη πορεία τους τα τελευταία 10 έτη, η οποία γνωρίζω ότι ήταν επίπονη, θεωρώ όμως ότι φτάσαμε σε ένα τέλος της διαδικασίας αυτής. Αν επιστρέψει η ανάπτυξη λόγω των μεταρρυθμίσεων, τότε φυσικά και τα εισοδήματα θα αρχίσουν να αυξάνονται, άρα έπρεπε να φτάσουμε σε μια «χαμηλότερη βάση», εναρμονισμένη με την ελληνική ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα. Η διόρθωση αυτή ήταν επίπονη και ατυχής, αλλά αναπόφευκτη".
Ερωτηθείς για τη 2η αξιολόγηση, ο επικεφαλής του ESM δήλωσε ότι το πότε η Ελλάδα θα πάρει τη δεύτερη δόση "είναι ξεκάθαρο όχι ημερολογιακά, αλλά ως προς το τι πρέπει να κάνουμε. Όπως ξέρετε, οι «θεσμοί» βρίσκονται στην Αθήνα με σκοπό να εργαστούν και να ολοκληρώσουν τη δεύτερη αξιολόγηση, όπως συμφωνήθηκε στο πρόγραμμα που υπογράψαμε τον Αύγουστο του προηγούμενου έτους. Συνεπώς η επόμενη εκταμίευση θα γίνει με την ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης, την οποία όλοι συμφωνούμε ότι πρέπει να ολοκληρώσουμε σύντομα. Υπάρχουν όμως και δύσκολα ερωτήματα που πρέπει να απαντήσουμε, όπως ο χρόνος συμμετοχής του ΔΝΤ. Αυτό είναι κάτι που δεν τολμώ να προσδιορίσω χρονικά. Υποθέτω ότι η ελληνική κυβέρνηση θα κάνει τα πάντα για να ολοκληρωθεί σύντομα η όλη διαδικασία. Δεν μπορώ να μιλήσω για το ποσό, το ελληνικό πρόγραμμα όμως διαθέτει ακόμα αρκετούς πόρους. Από τα συνολικά 86 δισ. ευρώ (κάποια η Ελλάδα θα τα πάρει από το ΔΝΤ) είχαμε δεσμεύσει 20 δισ. για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών τα οποία δεν χρησιμοποιήθηκαν στο τέλος. Νομίζω ότι έχουμε δώσει περίπου 32 δισ. από τον ESM, άρα έχουμε ακόμα μεγάλο απόθεμα ως τα μέσα του 2018. Θα κάνουμε τις προβλέψεις μας για την οικονομία, τον προϋπολογισμό και το χρηματοδοτικό κενό, και θα ξεκαθαρίσει το τοπίο".
Αναφερόμενος στο ελληνικό χρέος, ο κ. Regling σημείωσε τα εξής: "Στη δήλωση του Eurogroup του Μαΐου έχει διατυπωθεί ότι η εφαρμογή των βραχυπρόθεσμων μέτρων θα γίνει μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και πριν από το τέλος του προγράμματος - ο ESM έχει λάβει εντολή από το Eurogroup και εργάζεται σε αυτή την κατεύθυνση. Τώρα κατά τη γνώμη μου υπάρχει οδικός χάρτης, έχουμε τα βραχυπρόθεσμα, τα μεσοπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα μέτρα για το χρέος. Τα βραχυπρόθεσμα είναι πιο συγκεκριμένα. Έπειτα έχουμε τις δεσμεύσεις του Eurogroup να εξετάσει τις ανάγκες του χρέους μόλις ολοκληρωθεί το πρόγραμμα και έπειτα έχουμε και τα μακροπρόθεσμα μέτρα. Αυτό είναι κάτι το ασυνήθιστο, βλέπετε, καθώς έχουμε ένα πλαίσιο όπου για όσο η Ελλάδα θα συνεχίζει να κάνει μεταρρυθμίσεις το Eurogroup θα συνεχίζει να την υποστηρίζει. Πρόκειται για μια ισχυρή δέσμευση, τα μεσοπρόθεσμα μέτρα του 2018 και τα μακροπρόθεσμα αποτελούν δεσμεύσεις σε βάθος χρόνου, σε μια περίοδο αβεβαιότητας. Οι προβλέψεις για τα επόμενα χρόνια είναι αβέβαιες, όλοι κάνουν το καλύτερο δυνατό στις προβλέψεις τους, αλλά οι καταστάσεις αλλάζουν συχνά έξω από τη σφαίρα επιρροής μιας κυβέρνησης.
Συνεπώς η δέσμευσή μας αυτή είναι ιδιαίτερα σημαντική. Από τη μια πλευρά είναι κατανοητό ότι η Ευρωζώνη δεν είναι διατεθειμένη να δώσει μεγαλύτερη ελάφρυνση του χρέους από όσο χρειάζεται το πλαίσιο της Ελλάδας, αλλά αν υπάρχει πλήρης απόφαση τώρα ή το 2018 και μετά τίποτε άλλο, τότε μπορεί να μην είναι αρκετό για να διασφαλιστεί η βιωσιμότητά του. Αρα η δέσμευσή μας είναι πάντα εκεί και πιστεύω ότι οι αγορές το καταλαβαίνουν αυτό. Ετσι δεν χρειαζόμαστε έναν συγκεκριμένο οδικό χάρτη με λεπτομέρεια. Αυτό θεωρώ ότι είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας, διότι λαμβάνει υπόψη όλη την αβεβαιότητα που υπάρχει όταν κάποιος σχεδιάζει σε βάθος χρόνου".