Του Βασίλη Γεώργα
Το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν καθημερινά οι ενδείξεις ότι η κυβέρνηση αξιοποιεί όλο και πιο έντονα τα ευρωπαϊκά κονδύλια και τους πόρους του προϋπολογισμού για να κάνει μαζικές προσλήψεις στο Δημόσιο και να ασκήσει πολιτική με τα κοινωνικά επιδόματα.
Στο παρά ένα έλευσης της τρόικας για τη δεύτερη αξιολόγηση και με επιχείρημα την ανάγκη ενίσχυσης της απασχόλησης, στη Βουλή υπήρξε χθες και προχθές πλημμυρίδα τροπολογιών που ανοίγουν το δρόμο για ένταξη μακροχρόνια ανέργων σε προγράμματα απασχόλησης στο Δημόσιο και για απροσδιόριστο αριθμό ατομικών συμβάσεων σε υπηρεσίες καθαριότητες, εστίασης, σίτισης, φύλαξης κλπ. Με άλλη τροπολογία προβλέπεται πως όσοι λαμβάνουν επιταγή επανένταξης για να εργαστούν, θα έχουν πλέον το δικαίωμα μετά την λήξη του προγράμματος επιδοτούμενης εργασίας να λαμβάνουν κανονικά το επίδομα ανεργίας, ενώ με άλλη δίνεται το δικαίωμα πάγωμα δόσεων για δύο χρόνια προς τον ΟΑΕΔ όσων ανέργων έχουν λάβει δάνεια από τον ΟΕΚ.
Χθες παράλληλα το ΚΥΣΟΙΠ πήρε μια απόφαση που λέει ότι το επιπλέον 1 δισ. ευρώ το οποίο δικαιούται η χώρα μας το 2017 από την αναθεώρηση του Χάρτη Περιφερειακών Ενισχύσεων του ΕΣΠΑ, θα διοχετευθεί κυρίως σε δράσεις ενίσχυσης της απασχόλησης και δευτερευόντως σε προγράμματα επιχειρηματικότητας ή επενδύσεις υποδομών.
28,5 χιλιάδες εργαζόμενοι στο δημόσιο το πρώτο 6μηνο
Οι παραπάνω ενέργειες αποτελούν κρίκους της αλυσίδας των κοινωνικών προγραμμάτων και των έκτακτων προσλήψεων στο στενό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, που σύμφωνα με τον ΙΟΒΕ και τον ΣΕΒ είναι μέχρι σήμερα ο βασικός τροφοδότης για την αύξηση της απασχόλησης στην Ελλάδα. Μόνο μέσα στο πρώτο 6μηνο του έτους, οι κρατικές υπηρεσίες απορρόφησαν 28,5 χιλιάδες εργαζόμενους όταν συγκριτικά η τουριστική βιομηχανία στη χώρα μας προσέθεσε 22,5 χιλιάδες εργαζόμενους, ενώ από τον τομέα των υπηρεσιών χάθηκαν 6,5 χιλιάδες θέσεις εργασίας και άλλες 16 χιλιάδες από τον αγροτικό τομέα.
Την ίδια στιγμή που πληθαίνουν οι προσλήψεις στο Δημόσιο, η κυβέρνηση επιχειρεί μέσω του προϋπολογισμού του 2017 να δεσμεύσει κονδύλια για τη χρηματοδότηση του Κοινωνικού Επιδόματος Αλληλεγγύης προκειμένου να χρηματοδοτήσει την κοινωνική πολιτική της. Παρότι η ανακατανομή των πόρων που διατίθενται σήμερα σε επιδόματα και παροχές υπέρ των αδύναμων κοινωνικά ομάδων θα αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, η κυβέρνηση έσπευσε να εγγράψει πόρους 760 εκατ. ευρώ για το Κοινωνικό Επίδομα Αλληλεγγύης. Οι πόροι αυτοί δεν είναι απόλυτα διασφαλισμένοι, πλην όμως η κυβέρνηση υποστηρίζει πως όχι μόνο δεν θα χρειαστεί να κόψει προνοιακά επιδόματα (αναπηρικά, θέρμανσης κλπ), αλλά θα πείσει τους δανειστές ότι μπορεί να βρει κονδύλια από «άλλες πηγές όπως η διαπλοκή, η διαφθορά, οι τηλεοπτικές άδειες» και τα πλεονάσματα…
Η ανάγκη και η υποψία προεκλογικών παροχών
Η ανάγκη αύξησης της απασχόλησης και στήριξης των αδύναμων κοινωνικών ομάδων είναι αδιαμφισβήτητη σε μια χώρα που η ανεργία διαμορφώνεται σταθερά πάνω από το 23% και ένας στους τρεις κατοίκους της ζει κάτω από το όριο της φτώχειας. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κρύψει από την αρχή ότι προτεραιότητά της πολιτικής της είναι να εργαστεί ακριβώς πάνω στην επούλωση αυτών των πληγών της κρίσης.
Επικαλείται στοιχεία σύμφωνα με τα οποία οι κοινωνικές δαπάνες στη χώρα μας αντιστοιχούν σήμερα μόλις στο 2,2% του ΑΕΠ όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 4,1%. Στα χώρες του ΟΟΣΑ σύμφωνα με χθεσινή έκθεση το αντίστοιχο ποσοστό είναι 2,2%.
Η κριτική που δέχεται αφορά όχι στο γιατί το κάνει, αλλά γιατί το κάνει με αυτό τον τρόπο. Χρησιμοποιώντας δηλαδή ως μοχλό το Δημόσιο την ώρα που υπερφορολογεί τον ιδιωτικό τομέα και δεν φροντίζει με την ίδια ζέση να αποσύρει τα αντικίνητρα για επενδύσεις που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν πραγματικές θέσεις εργασίας.
Οι υποψίες που δημιουργεί, επιπλέον, αυτή η βιασύνη να μπουν χιλιάδες άνθρωποι στο Δημόσιο μέσω προσωρινών προγραμμάτων απασχόλησης, και η κριτική που ασκείται από όσους υποστηρίζουν ότι με τέτοια εργαλεία απλώς επιχειρείται να «χαλιναγωγηθεί» η ανεργία, είναι επίσης δικαιολογημένες.
Η προεκλογική οσμή τέτοιων κινήσεων είναι έντονη στην ατμόσφαιρα και αρχίζει να θυμίζει σε πολύ μικρότερη κλίμακα, τα προγράμματα stage της διακυβέρνησης Καραμανλή με τα οποία την εκατοντάδες χιλιάδες μπήκαν στο Δημόσιο.
Άρωμα πελατειακών σχέσεων
Ο ΣΕΒ έχει ήδη ασκήσει σκληρή κριτική στην κυβέρνηση με την επισήμανση ότι οι κινήσεις της όσον αφορά τις κοινωνικές δαπάνες και τα επιδόματα, «αναδύουν άρωμα πελατειακών σχέσεων».
Και όχι άδικα αν αναλογιστεί κανείς όσα έχουμε δει να γίνονται μέχρι σήμερα, έχει ζητήσει να εφαρμοστούν αυστηρά και αποτελεσματικά εισοδηματικά κριτήρια, που να καταγράφουν την πραγματική οικονομική κατάσταση των δικαιούχων ώστε να κλείσει κάθε παράθυρο εκμετάλλευσης.
Η πολιτική της κυβέρνησης να αξιοποιήσει ως μοχλό προσλήψεων το Δημόσιο έχει πάντως μια «κρυφή» οικονομική λογική, πέραν του αναμφισβήτητου πολιτικού οφέλους. Είναι μια λύση για να ενισχύσει βραχυπρόθεσμα τις προοπτικές αύξησης του ΑΕΠ το 2017 για να πλησιάσει τους στόχους του προγράμματος. Προσλαμβάνοντας ανέργους και μοιράζοντας λεφτά του προϋπολογισμού και της Ε.Ε, προσδοκά ότι θα μειώσει κατά τι την ανεργία και θα αυξήσει τεχνητά τη ζήτηση και την κατανάλωση. Το ρητορικό ερώτημα είναι αν στον σχεδιασμό αυτό θα έπρεπε να είχε συμπεριλάβει και τον ιδιωτικό τομέα χωρίς την ανάκαμψη του οποίου, πραγματική ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει.