Του Κωνσταντίνου Μαριόλη
Το πρόβλημα της Ιταλίας και οι πολιτικές προεκτάσεις του καθιστούν ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη να προχωρήσουν στην Ελλάδα όλα τα εκκρεμή ζητήματα, όπως η αντιμετώπιση του φαινομένου των «κόκκινων» δανείων, χωρίς άλλες καθυστερήσεις.
Πηγές με γνώση των συζητήσεων μεταξύ των Θεσμών και της ελληνικής πλευράς αναφέρουν στο liberal.gr ότι στο επόμενο διάστημα θα πρέπει να ληφθούν οι… σωστές αποφάσεις πριν η κατάσταση επιδεινωθεί και βρεθούμε προ δυσάρεστων εκπλήξεων.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, το 2016 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί έτος προπαρασκευαστικό για την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων. Μέσα στους επόμενους μήνες αναμένεται να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες δομές και να εφαρμοστούν οι κατάλληλες νομικές διατάξεις έτσι ώστε να διαμορφωθούν οι συνθήκες για να αποτελέσει το 2017 τη χρονιά των μεγάλων αλλαγών και της επιθετικής αντιμετώπισης του φαινομένου των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Τι σημαίνουν όμως οι μεγάλες αλλαγές και η επιθετική διαχείριση; Τα πρόσφατα γεγονότα με τη Μαρινόπουλος δείχνουν ότι μόνο εύκολη δεν θα είναι η ομαλή μετάβαση στη νέα πραγματικότητα, καθώς πρέπει σε πρώτο χρόνο να βρεθεί λύση για δάνεια ύψους άνω των 11 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τη μελέτη της McKinsey. Θα δούμε πράγματα που μέχρι στιγμής γίνονταν αλλά σε μικρή κλίμακα.
Οι μη βιώσιμοι θα βγουν από την πρίζα, οι μη συνεργάσιμες επιχειρήσεις θα δουν τις διοικήσεις να αλλάζουν και γενικότερα θα προσφερθούν λύσεις που στην πλειονότητα των περιπτώσεων δεν θα είναι πολύ ευχάριστες.
(Φωτ.: Μέσα στους επόμενους μήνες αναμένεται να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες δομές και να εφαρμοστούν οι κατάλληλες νομικές διατάξεις έτσι ώστε να διαμορφωθούν οι συνθήκες για να αποτελέσει το 2017 τη χρονιά των μεγάλων αλλαγών και της επιθετικής αντιμετώπισης του φαινομένου των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι μη συεργάσιμες επιχειρήσεις θα δουν ακόμα και τις διοικησεις τους να αλλάζουν.)
«Αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό λογικό, γιατί αν ήταν να προσφερθούν λύσεις που θα ικανοποιούσαν πλήρως τους επιχειρηματίες, αυτές θα είχαν ήδη εφαρμοστεί», σημειώνει αρμόδιο τραπεζικό στέλεχος.
Επίσης, θα ασκηθούν έντονες πιέσεις για την επίτευξη συνεργασιών με στόχο τη δημιουργία πιο βιώσιμων σχημάτων και κλάδων. Υπό αυτήν την έννοια, με την κλίμακα των συνεργασιών να είναι ευρεία, αναμένεται να αλλάξει σε βάθος το επιχειρηματικό τοπίο στην Ελλάδα μέσα στο 2017.
Θέμα εμπιστοσύνης
Στις κατάλληλες συνθήκες συγκαταλέγονται και οι αλλαγές στις τραπεζικές διοικήσεις με γνώμονα την ικανότητά τους να διαχειριστούν με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο μία διαδικασία που έχει σηκώσει θύελλα αντιδράσεων, καθώς «αγγίζει» διάφορες λεπτές πτυχές, όπως τις μετοχικές σχέσεις αλλά και τις σχέσεις της κυβέρνησης με τους δανειστές.
Σύμφωνα με ασφαλείας πληροφορίες του liberal.gr, οι Θεσμοί έχουν ξεκαθαρίσει με κάθε τρόπο τη θέση τους σε ό,τι αφορά το τι μέλλει γενέσθαι για τα «κόκκινα» δάνεια και τους δεσμούς μεταξύ τραπεζών και επιχειρηματικών ομίλων. Διαμηνύοντας παράλληλα ότι η εμπιστοσύνη προς την ελληνική πλευρά σε καμία περίπτωση δεν έχει αποκατασταθεί. Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει…
Κεντρικό ρόλο στη διαδικασία διαδραματίζει ο Ενιαίος Μηχανισμός Εποπτείας (SSM) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ως ο μεγάλος επόπτης των τραπεζών, αλλά και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Το ΤΧΣ, υπό τη νέα του σύσταση, θα κληθεί να παρακολουθήσει στενά τη διαδικασία.
Άλλωστε, το Ταμείο αφενός έχει εκπονήσει έκθεση για τα επιχειρηματικά δάνεια, κάνοντας λόγο για τον απαραίτητο συντονισμό μεταξύ των τραπεζών για την αναδιάρθρωση δανείων στα οποία συμμετέχουν περισσότερες από μία τράπεζες και αφετέρου έχει ζητήσει από τις τράπεζες να επιλέξουν στελέχη στις επιτροπές του δ.σ. με αποδεδειγμένη ικανότητα να συμβάλλουν στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs).
Ο SSM, από την πλευρά του, ως το απόλυτο «αφεντικό» των τραπεζών, έχει απαιτήσει την ανασυγκρότηση των διοικητικών συμβουλίων, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις αρμόδιες επιτροπές (π.χ. διαχείρισης κινδύνου και εσωτερικού ελέγχου), όπου ζητάει την στελέχωσή τους με άτομα που έχουν μεγάλη εμπειρία σε τραπεζικά θέματα και αναδιάρθρωση επιχειρήσεων.
Οι καθυστερήσεις… πληρώνονται
Από την πρώτη στιγμή που το πρόβλημα των «κόκκινων» δανείων έγινε αισθητό, υπήρχαν φωνές στις ελληνικές τράπεζες που τάσσονταν υπέρ της τήρησης στάσης αναμονής, με το σκεπτικό ότι η οικονομία θα επέστρεφε σε ρυθμούς ανάπτυξης καθιστώντας ευκολότερη τη διαχείριση των NPLs. Με αυτόν τον τρόπο θα όδευε προς εξομάλυνση μία δύσκολη κατάσταση, τόσο σε οικονομικό επίπεδο, όσο και σε επίπεδο… σχέσεων.
Όμως τα πράγματα εξελίχθηκαν σύμφωνα με το δυσμενές σενάριο και σήμερα το εγχώριο τραπεζικό σύστημα βρίσκεται αντιμέτωπο με μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα άνω των 110 δισ. ευρώ, όταν οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων μετά βίας φτάνουν τα 121 δισ. ευρώ. Κατά συνέπεια, η ανάγκη μείωση των «κόκκινων» δανείων έχει γίνει επιτακτική, όπως οι Θεσμοί δεν δείχνουν να εμπιστεύονται την ελληνική πλευρά και γι' αυτόν τον λόγο ζητούν ακαριαίες λύσεις για τους μη βιώσιμους δανειολήπτες, σε μία λογική ευρύτερου ξεκαθαρίσματος.
Ήδη τα πρώτα σχήματα διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων αρχίζουν να παίρνουν μορφή, όπως η πλατφόρμα Manco, των KKR, Alpha Bank, Eurobank και EBRD. Πληροφορίες αναφέρουν ότι η Τράπεζα της Ελλάδος έχει δεχτεί μεγάλο αριθμό αιτήσεων από εταιρείες που κατά κύριο λόγο στηρίζονται σε επενδυτικά σχήματα, στο πλαίσιο της διαδικασίας αδειοδότησης. Μάλιστα, οι ίδιες πληροφορίες θέλουν έναν ικανοποιητικό αριθμό από τις εν λόγω αιτήσεις να εγκρίνονται, με αποτέλεσμα στο προσεχές διάστημα να αναμένονται ανακοινώσεις και για άλλα σχήματα.
Σημειώνεται ότι ενώ η συμφωνία για τη σύσταση της Manco, μεταξύ του επενδυτικού κολοσσού KKR, των δύο ελληνικών τραπεζών και της EBRD, ανακοινώθηκε μέσα στον Μάιο, η έναρξη λειτουργίας της δεν αναμένεται πριν το τελευταίο τρίμηνο του έτους. Κατά συνέπεια, είναι εύλογο τα νέα σχήματα των οποίων οι αιτήσεις θα εγκριθούν από την Τράπεζα της Ελλάδος να ξεκινήσουν τη δραστηριότητά τους στην ελληνική αγορά μέσα στο 2017.
Το 2017 είναι επίσης το έτος που εκτιμάται πως θα υλοποιηθούν οι πρώτες πωλήσεις χαρτοφυλακίων δανείων, αν και οι ειδικοί εκτιμούν ότι για να αποκτήσει ρευστότητα και αποτελεσματικότητα μία τέτοια αγορά θέλει τουλάχιστον 2 χρόνια. Και αυτό γιατί τα funds που σε αρχικό στάδιο έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον θέλουν να δουν την εξέλιξη της διαδικασίας για να κρίνουν αν θα ανεβάσουν τις προσφερόμενες τιμές για να κλείσουν τα πρώτα deals.